Γράφει ο Σπύρος Ευσταθόπουλος, περιφερειακός σύμβουλος Βόρειου Τομέα Αθηνών, εντεταλμένος συντονιστής Περιφερειακού Αναπτυξιακού Προγραμματισμού, ΕΣΠΑ και συγχρηματοδοτούμενων Ευρωπαϊκών Έργων, με τον Συνδυασμό «Νέα Αρχή για την Αττική».
Απ’ όλα τα πλάσματα που ζουν στον πλανήτη μας, μόνον ο άνθρωπος μαγειρεύει την τροφή του. Άλλωστε, όλος ο ανθρώπινος πολιτισμός κτίστηκε γύρω από τη φωτιά! Την πραγματικότητα αυτή περιγράφει γλαφυρά ο μύθος του Προμηθέα. Ο τρόπος παραγωγής των τροφίμων -που συνδέεται άρρηκτα με την κλιματική αλλαγή- σε συνδυασμό με τα δεδομένα που έχουμε για την κατανάλωσή τους από τους ανθρώπους, χρειάζεται αναθεώρηση. Σήμερα καταναλώνουμε κατά 80%-90% επεξεργασμένα προϊόντα ενώ το 25% των τροφίμων χάνεται μεταξύ του αγρού, της διαδικασίας επεξεργασίας, της διανομής και της κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, καταναλώνουμε τροφές πιο κακής ποιότητας, έχοντας φθάσει στο σημείο να τρώμε τα πάντα και ο,τιδήποτε.
Δεν είναι όμως μόνο όλα τα παραπάνω στοιχεία που καθιστούν την εξίσωση ακόμη πιο δύσκολη. Η νέα παγκόσμια κρίση, λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, πριν καλά καλά βγούμε από την κρίση του κορωνοϊού, έχει δημιουργήσει μια νέα πραγματικότητα: Δύο από τους μεγαλύτερους σιτοβολώνες του πλανήτη, οι οποίοι παράγουν το 30% των παγκόσμιων εξαγωγών, βρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση, έχοντας μπλοκάρει 14 εκ. τόνους σιτηρών. Επίσης, δεν μπορούμε να αυξήσουμε τις καλλιεργήσιμες επιφάνειες και αυτό δεν αφορά μόνον τις τροφές, αλλά και τις ζωοτροφές, η αύξηση της τιμής των οποίων οδηγεί στην αύξηση των τιμών του κρέατος αφού π.χ. τα βοοειδή είναι χορτοφάγα.
Επίσης, για πρώτη φορά το 2007, σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αριθμός των κατοίκων που ζουν στις πόλεις ξεπέρασε εκείνων που ζουν στις αγροτικές περιοχές. Το 2050, που ο πληθυσμός του πλανήτη θα φθάσει τα 9 δισ., το 80% εξ αυτών θα ζει στις πόλεις. Μπορεί οι περισσότεροι πληθυσμοί παγκοσμίως να εξαρτώνται από το ρύζι, το οποίο παράγεται κατά κύριο λόγο στην Ασία, αλλά οι μεσογειακές χώρες από το Μαρόκο έως τη Συρία θα θιγούν από την αδυναμία προμήθειας δημητριακών από τη Μαύρη Θάλασσα, οι χώρες της οποίας έχουν εύφορα εδάφη που δεν χρειάζονται πολλά λιπάσματα.
Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε τον τετραπλασιασμό των τιμών των αζωτούχων λιπασμάτων, αφού η παραγωγή τους συνδέεται με το φυσικό αέριο, η τιμή του οποίου εκτοξεύτηκε. Χαρακτηριστικά αναφέρω, επίσης, τον τριπλασιασμό των τιμών των φωσφορούχων λιπασμάτων και της ποτάσας. Τα χημικά λιπάσματα θεωρούνται δυστυχώς απαραίτητα για την -αναγκαία- αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής, παρόλο που είναι από τους μεγαλύτερους ρυπαντές των υδάτων και τους βασικούς υπαιτίους της διάβρωσης των εδαφών.
Ως προς τη Μεσόγειο, επιθυμώ να αναφέρω ότι η Αίγυπτος, με 100 εκατ. κατοίκους, είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σιταριού (θυμηθείτε την Παλαιά Διαθήκη) στον κόσμο. Σε αυτό πρέπει να προσθέσουμε το καλαμπόκι και τη σόγια. Μεγάλοι εισαγωγείς είναι, επίσης, ο Λίβανος, η Τυνησία και η Γαλλία.
Στα ζοφερά στοιχεία που παραθέσαμε πιο πάνω θα προσθέσουμε τέσσερα ακόμη: τη χειρότερη και μεγαλύτερης διάρκειας ξηρασία που διανύει η Βόρεια Αμερική. Τον αυξανόμενο αριθμό προσφύγων πολέμου που πρέπει να τραφούν. Την πενταπλάσια αύξηση των θαλάσσιων ναύλων. Και, τέλος, τον τετραπλασιασμό των ποσοτήτων των αγορών σιταριού από την Κίνα.
Οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της επισιτιστικής κρίσης είναι, όπως αποδείχτηκε και το 2008, πολύ σοβαρές, αφού θίγουν τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, δηλαδή εκείνα των οποίων οι δαπάνες διατροφής αγγίζουν το ήμισυ του συνολικού τους εισοδήματος. Δεν δραματοποιούμε. Ανησυχούμε σοβαρά. Η κρίση θα διαρκέσει για δύο, τουλάχιστον, χρόνια ακόμα. Μόνο παρήγορο σημάδι είναι η φετινή μεγάλη παραγωγή δημητριακών στην Αυστραλία και στην Ινδία. Η αύξηση της επισιτιστικής ανασφάλειας παγκοσμίως είναι ορατή και η εύρεση λύσης, βραχυπρόθεσμα, πολύ δύσκολη.