Γράφει ο Δημήτρης Μασούρης, επίτιμος σχολικός σύμβουλος φιλόλογων
Είμαστε δε θα’μαστε πέντε χρονών -στο δημοτικό σχολείο γραφόμαστε και πηγαίναμε στην πρώτη τάξη επτά χρονών-, όταν πολλά παιδάκια από τη γειτονιά μου μπαίναμε μέσα στο δάσος του Συγγρού, που ήταν το πιο κοντινό μας, για να μαζέψουμε σπαράγγια, σαλιγκάρια, μαργαρίτες ή ανεμώνες. Μας άφηνε τότε ο δασοφύλακας και χαιρόταν, όταν μας έβλεπε, γιατί ένα ή δύο παιδιά από αυτά ήταν και δικά του παιδιά. Και μπορώ να πω πως το βλέμμα του το είχε άγρυπνο και μας παρακολουθούσε από μακριά καθισμένος στα βράχια που τα λέγαμε Καισάρια. Εκεί έλεγε ο Αιγύπτιος μαύρος γελαδάρης της Ιφιγένειας, της γυναίκας του Συγγρού, πως είχε ακούσει ότι, ήταν το παλάτι της Βουβάστας, της θεάς Άρτεμης -αδελφής του Απόλλωνα, όπως μάθαμε αργότερα-, γιατί μας άρεσε το όνομά της.
Ολόγυρα εκεί παίζαμε και ιδιαίτερα τον Αύγουστο, όταν έσφιγγαν οι ζέστες. Μετά τρέχαμε για να μαζέψουμε κάτι ξεραμένα λουλουδάκια -πολύ σκληρά στην αφή μας- που τα ονομάζαμε «δάκρυα της Παναγίας», τα ρίχναμε σε καλαθάκια της φράουλας και μοιάζαν σαν αστεράκια. Μερικά από αυτά ήταν γκρίζα, άλλα καφετιά, άλλα σταχτιά. Εντυπωσίαζαν με την εμφάνισή τους, όταν τα βάζαμε σε ασημένιο δίσκο. Οι παλιοί Μαρουσιώτες έλεγαν πως από αυτό το μέρος, που βρισκόταν ο τούρκικος δρόμος στο δάσος, είχε περάσει -Μεγάλη Παρασκευή- μια μαυροφόρα γυναίκα, που απ’ τα μάτια της έτρεχαν καυτά δάκρυα και έπεφταν πάνω στη γη.
Προχωρώντας η γυναίκα αυτή -που ήταν η Παναγία και θρηνούσε το Χριστό στο Σταυρό- με τα δάκρυά της ποτάμι – είχε φτάσει μέχρι τα Βρυσάκια. Εκεί είχε ξαποστάσει, ήπιε νερό και σταμάτησε να κλαίει. Το περίεργο είναι πως από τον τούρκικο δρόμο μέχρι τα Βρυσάκια -που έβγαζαν άφθονο νερό- ίσαμε την πλατεία Ηρώων, φύτρωνε το ορεινό δασικό λουλουδάκι -τα δάκρυα της Παναγίας- και ήταν το μοναδικό λουλουδάκι που έβγαινε σ’ αυτή την περιοχή. Αυτά τα λουλουδάκια τα πηγαίναμε στην Εκκλησία ανήμερα της Κοίμησης και τα ευλογούσε ο ιερέας στη χάρη της. Έλεγαν επίσης οι παλιοί πως εκεί στα Βρυσάκια ήταν ένα παλιό βαθύ πηγάδι, που πάνω στις λαμαρίνες του στεγάστρου του παίζανε μερικά μικρά κοριτσάκια και μια γυναίκα με τα μαύρα πάλι τα έδιωξε, γιατί κινδύνευαν να πέσουν μέσα στο πηγάδι. Η γυναίκα αυτή με τα μαύρα λέγανε πως ήταν η Παναγία.
Πάντως τη γυναίκα αυτή μάταια την αναζητούσαν οι Μαρουσιώτες, γιατί δεν υπήρχε τέτοια γυναίκα στην περιοχή. Το απέδωσαν λοιπόν σε θαύμα της Παναγίας. Οι ασχολούμενοι με το Ναό της Παναγίας του Μαρουσιού έχουν διαπιστώσει πως και το μεγάλο εικόνισμα της Παναγίας στο τέμπλο του Ναού κατά καιρούς έχει δακρύσει ιδιαίτερα, όταν επρόκειτο να συμβούν στο Μαρούσι συγκλονιστικά γεγονότα, όπως σε περιπτώσεις πολέμου, δυσκολιών κ.λπ.
Αλλά δεν είναι αυτό μόνο. Υπήρχε, μια προπολεμική περίοδο προ της δεκαετίας του 1940, που το
εικόνισμα της Παναγίας στα σπίτια δάκρυζε. Και οι κάτοικοι είχαν αναστατωθεί. Πολλά δεινά έλεγαν, περιμένουν τη χώρα μας. Ήταν κάτι το ανεξήγητο – όπως ανεξήγητο έμεινε και το ανοιγοκλείσιμο των ματιών του Χριστού πάνω από την έδρα του Δικαστηρίου της οδού Σανταρόζα. Στο Μαρούσι οι κάτοικοι έκαναν συχνά ευχέλαια. Και λιβάνιζαν με τα «αστράκια της Παναγίας». Κάποτε, όταν υπηρετούσα στο Κιλκίς τη στρατιωτική μου θητεία, ένα μεσημέρι μετά τη διανομή συσσιτίου, ήταν αρχές Αυγούστου 1956, ο
λοχίας ήρθε στο γραφείο μου και μου ανέφερε πως κάποιος στρατιώτης μηχανολόγος αυτοκινήτων από τη Δράμα ζητούσε ακρόαση. Του είπα να βγει στην αναφορά το πρωί. Ισχυρίστηκε ότι ήταν προσωπικό θέμα. Παρόλο ότι ήμουν φοβερά απασχολημένος -ετοιμάζαμε μια μεγάλη στρατιωτική άσκηση στη Μακεδονία μας με το όνομα «Γόρδιος δεσμός» και ήμουν αφοσιωμένος στην εργασία αυτή ως υπεύθυνος του προγράμματος της πορείας της άσκησης-, εντούτοις είπα στο λοχία να έρθει ο στρατιώτης.
Ήρθε. Παρουσιάστηκε κανονικά. Ήταν ένα σεμνό παλικάρι από τη Δράμα πολύ πειθαρχημένο. Είχε μάθει πως ήμουν από το Μαρούσι. Μικρός, είπε, είχε μείνει στο Μαρούσι. Θυμόταν το σπίτι. Ήταν μια μικρή αγροικία στην οδό Σαλαμίνος και το εικόνισμα εκεί της Παναγίας δάκρυζε. Παραλλήλιζε το εικόνισμα της Παναγίας με εκείνο της Παναγίας στο Μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας, που δάκρυζε αίμα για του πιστούς των παλιών βυζαντινών χρόνων. Γι’ αυτό και το όνομα του Μοναστηριού «Εικοσιφοίνισσα Παναγία». Το εικόνισμα αυτό ανάμεσα στις άλλες εικόνες φοινίσσει: Η εν εικοσι-φοινίσσουσα (φοινίσσω=κοκκινίζω).

Και με ρωτούσε τι απέγινε η εικόνα του Μαρουσιού. Τέτοιες εικόνες, του είπα, μετά από ολονυχτίες των πιστών με επικεφαλής τους ιερείς ή τους μητροπολίτες, τις πηγαίνουν στο μητροπολιτικό ναό της περιοχής ή στο πλησιέστερο μοναστήρι. Ο στρατιώτης από τη Δράμα μού ευχήθηκε καλή πορεία για όλους μας στην άσκηση και γύρισε στο λόχο του. Και η άσκηση τότε είχε πετύχει. Πήραμε συγχαρητήρια από τα ανώτερα κλιμάκια του Γενικού Επιτελείου.
Δε γνωρίζω, αν αυτό ήταν τότε μια ικανοποιητική απάντηση, που έδωσα. Αλλά έτσι τότε σκέφτηκα. Πάντως προπολεμικά σημειώθηκαν πολλά τέτοια φαινόμενα στο Μαρούσι. Στα τζάμια των σπιτιών σχηματίζονταν μορφές αγίων (Χριστού, Παναγίας κ.λπ.) αργότερα άρχισαν τα δεινά για τη χώρα μας. Η αρχή έγινε με τον πόλεμο του 1940. Οι φαντάροι στον πόλεμο βλέπανε την Παναγία και άλλους Αγίους στα νέφη.
Μερικοί παλαιότεροι Μαρουσιώτες χωρίς να γνωρίζουν παραψυχολογία, απλοί άνθρωποι έβλεπαν τέτοια σημάδια -φαινόμενα- στο βίο τους, όπως ακριβώς παρόμοια περιγράψαμε, και ο αρχαίος Δικαίαρχος (3ος αιώνας π.Χ.) περιγράφει για τους συγχωριανούς του. Τα σημάδια αυτά τους τα έδινε ο αγροτικός και ποιμενικός τους βίος. Από παλιά στόλιζαν και στολίζουν τα εικονίσματα με αγριολούλουδα. Τους ναούς με δάφνες, φοίνικες κ.λπ. και στα εικονίσματά τους και τις αγιογραφίες – τοιχογραφίες των ναών τοποθετούσαν και ζωγράφιζαν φυτά σταριών, λουλούδια, φοίνικες, έλατα κ.λπ. από τη χλωρίδα και από την πανίδα (άλογα,
γαϊδουράκια, ποίμνια, βόδια κ.λπ.), που πρόσφεραν προστασία στους κατοίκους χριστιανούς για την πίστη τους απέναντι στους ειδωλολάτρες παλαιότερα και μέχρι σήμερα παρόμοια πράττουν.
Ζωγράφιζαν και ζωγραφίζουν ζώα που τους έσωσαν από κινδύνους, όπως πρόβατα, άλογα, γαϊδουράκια, αετούς κ.λπ. Διακόσμησαν τους μεγαλοπρεπείς ναούς τους για τη δόξα του Υψίστου με ισχυρά ζώα προστασίας τους από τη χριστιανική παράδοση, που βοήθησαν και τους πρώτους Χριστιανούς στην τέλεση της λατρείας τους προς τον Θεό ή συνέδεσαν τη ζωή τους με την παρουσία τους. Παράδειγμα οι θαυμάσιες τοιχογραφίες του ναού μας, της Παναγίας μας, με βάση τη ναζαρινή τεχνοτροπία, έργο του Σπ. Χατζηγιαννόπουλου, καθηλώνουν, ανυψώνοντας τον προσκυνητή σε βάθρα του μεγαλείου της πίστης μας
και της συμμετοχής τους στη δημιουργία για την εκτέλεση έργου, που επιθυμεί η καρδιά όλων μας
π.χ. εντυπωσιάζουν οι τοιχογραφίες των Ευαγγελιστών στον τρούλο με τη συνοδεία ζώων, που
εμπνέουν.
Η επίσκεψή μας στο ναό της Παναγίας και η ευλαβική προσκυνηματική παρουσία μας στη θέαση των εικονιζόμενων αγίων, μας δυναμώνει και μας γεμίζει μια υπέρτατη χαρά˙ τα ευλαβικά
βήματά μας στον εορτάζοντα ναό της Παναγίας της Μαρουσιώτισσας σ’ αυτούς τους πολυκύμαντους σε δύσκολες εποχές καιρούς, που εμείς καθορίσαμε και είμαστε υπεύθυνοι για τις επιλογές μας, ας είναι βήματα καθαρμού των ψυχών μας στο προσκύνημα αυτό. Τα δάκρυά μας για την Κοίμηση της Μητέρας του Θεού αναζητούν πάντα την προστασία της, τη μεσολάβηση -γνωστοποίηση- προς τον δοκιμασθέντα από το
λαό της εποχής του αλλά και κάθε εποχής σταυρωθέντα Θεάνθρωπο το έλεός του. Με πράξεις ευλαβικής αγάπης, συναδέλφωσης και υπέρτατου σεβασμού ας στεγνώσουμε το παρακλητικό φως -όσο διαθέτουμε- της συμμετοχής μας με ένα κερί λατρείας στην μεγάλη της επέτειο, ας στεγνώσουμε τα δάκρυα της Παναγίας μας, που μας στηρίζει κοντά στο Θεάνθρωπο.