Γράφει ο Γιώργος Αράπογλου – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας – φύλλο Ηρακλείου – Λυκόβρυσης – Πεύκης – Μεταμόρφωσης 30/03
«Προφανώς υπάρχουν και θάνατοι εκτός ΜΕΘ, πάντα υπήρχαν. Είναι πολύ μικρό το ποσοστό, όμως, των ασθενών που χάνουν τη ζωή τους εκτός ΜΕΘ. Πολύ μικρό, 20% νομίζω». Η παραπάνω φράση ανήκει στην καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας, Βάνα Παπαευαγγέλου, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης από το υπουργείο Υγείας για την πορεία της πανδημίας.
Αντί προλόγου στο παρόν κείμενο, ας μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω αυτή τη φράση. Θυμός. Αυτό ήταν το πρώτο συναίσθημα που μου προκάλεσε και, πιστέψτε με, είμαι από τους ανθρώπους που θυμώνουν πολύ δύσκολα και ελάχιστες φορές χωρίς ουσιαστικό λόγο. Τι μας είπε η επιστήμονας, δηλαδή; Ότι αυτή τη στιγμή, το να πεθαίνουν 1/5 συνάνθρωποί μας σε κάποιο ράντζο ενός νοσοκομείου, δεν είναι μικρό ποσοστό.
Αντιθέτως, το παρουσίασε ως κάτι φυσιολογικό, ενώ το ύφος της κατά την κυνική αυτή ομολογία, είχε μια εικόνα απαξίωσης ακόμα και στην αναφορά του. Μια ημέρα μετά, εν μέσω επίταξης ιδιωτών με όσα τραγελαφικά προηγήθηκαν (ή θα ακολουθήσουν), προφανώς ζώντας σε παράλληλο σύμπαν ή ενδεχομένως μιλώντας για άλλη χώρα, ο υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας, πανηγύριζε δηλώνοντας πως «διαψεύσαμε όσους έλεγαν ότι το ΕΣΥ δεν θα αντέξει».
Κοντολογίς, μετά από έναν χρόνο που οι περισσότερες χώρες του πλανήτη έκαναν βήματα μπροστά, για τους κυβερνώντες και λαμβάνοντες αποφάσεις για τις ζωές μας, το να πεθαίνει 1/5 συμπολιτών μας στους διαδρόμους, είναι απόδειξη ότι το σύστημα λειτούργησε και ότι άντεξε. Και όλο αυτό, προστίθεται στο εξαιρετικής αστειότητας επιχείρημα, στο ότι δεν προχωράμε σε προσλήψεις γιατρών, γιατί δεν θα έχουμε τι να τους κάνουμε μετά την πανδημία! Ότι το ΕΣΥ ήταν υπεράριθμο και δεν έχει ανάγκη περισσότερο προσωπικό, οπότε, ας μην το ενισχύσουμε με γιατρούς και νοσηλευτές. Τι μας λείπει; Α, ναι, αστυνομικοί, παπάκια για αστυνομικούς και ΕΠΟΠ. Ας επενδύσουμε εκεί, λοιπόν!
Στο μεταξύ, η ηγεσία του κράτους ζει το όνειρο της φιέστας για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, ένα ακόμα φιάσκο που δεν είναι της παρούσης να συζητηθεί, τρώγοντας κιμά γαρίδας και φιλέτο χριστόψαρου, δίπλα στο νοσοκομείο που κάνουν ουρά για να μεταφέρουν κόσμο να πεθάνει στα ράντζα.
Είναι αδιανόητος ο κυνισμός, με τον οποίο αντιμετωπίζεται η κατάσταση. Με τον αριθμό των νεκρών να πλησιάζει επικίνδυνα τις 8.000 (σ.σ. τόσους κατοίκους μέτρησε ολόκληρο το νησί της Λέρου στην απογραφή του 2011) και με τον ένα λάθος χειρισμό να διαδέχεται τον άλλο, η κοινωνία – και, δυστυχώς, όχι η επιστήμη που καταπώς φαίνεται υπέκυψε στον πολιτικό καιροσκοπισμόέχει σηκώσει τα χέρια ψηλά από απόγνωση.
«Είναι μικρό το ποσοστό του 20% των ασθενών που χάνουν τη ζωή τους εκτός ΜΕΘ». Εκτός ΜΕΘ που έναν χρόνο τώρα δεν φρόντισαν να φτιάξουν, να ενισχύσουν, να στελεχώσουν. Για να το δούμε σχηματικά,
για μια οικογένεια με τρία παιδιά, το να χάσει το ένα παιδί ή τον ένα γονιό είναι για την κ. Παπαευαγγέλου μικρό ποσοστό. Δεν είναι για να το συζητάμε. Μπορούμε να το πούμε στις οικογένειές τους, κοιτώντας τους
στα μάτια. Να κάνει η αξιότιμη επιστήμονας μια βόλτα στα νοσοκομεία, να μαζεύει πέντε πέντε τους ασθενείς και να τους το πει. «Ένας από εσάς δεν θα γυρίσει σπίτι του, αλλά μην το κάνουμε και θέμα».
Να ξεκαθαρίσω κάτι για πολλοστή φορά. Δεν θέλω να κάνω αντιπολίτευση, δεν με ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος ή το όφελος πάνω στην πανδημία. Μπορεί στα επιτελεία των κομμάτων να έχουν βγάλει τα κομπιουτεράκια και να υπολογίζουν ποσοστά γιατί μόνη τους προτεραιότητα είναι το πότε βολεύει να γίνουν εκλογές, αλλά προσωπικά με αφήνει αδιάφορο. Παραμένω πολίτης που ανησυχεί για την υγεία του, για τη γυναίκα και το παιδί του, για τον άρρωστο πατέρα του, που πριν λίγες μέρες πληροφορήθηκε ότι ο ξάδερφός του ήταν ο ένας από τους πέντε που δεν τα κατάφεραν. Αλλά, γιατί να στενοχωρηθεί η κ. Παπαευαγγέλου, άλλωστε;
Το θέμα είναι ένα. Σε οποιοδήποτε κράτος, όπου οι θεσμοί λειτουργούσαν υπέρ των πολιτών και όχι για να συγκαλύπτουν πολιτικούς «ημέτερους», από όπου κι αν προέρχονται, οι εισαγγελικές Αρχές θα είχαν ήδη ετοιμάσει κατηγορητήρια για τις ξεκάθαρα πια ποινικές ευθύνες που προκύπτουν από τη διαχείριση της πανδημίας. Στη χώρα που η πορεία της καθορίζεται από το πότε εξυπηρετεί τους Γερμανούς τουρίστες να έρθουν να κάνουν τις διακοπές τους, αυτό δεν έχει συμβεί. Αντιθέτως, εκπροσωπώντας την ηγεσία του Υπουργείου που φέρει το μεγαλύτερο μερος της ευθύνης της προστασίας των πολιτών, μια γιατρός που κάποτε ξενυχτούσε πάνω από βιβλία για να υπηρετήσει τον άνθρωπο, ενοχλείται όταν της αναφέρουν ότι ο κόσμος πεθαίνει εξαιτίας των λάθος χειρισμών τους.
Επιτρέψτε μου να μοιραστώ τις σκέψεις μου και, παρακαλώ, όπως με κρίνετε ως πολίτη αυτής της χώρας και μόνο. Οι τελευταίες δηλώσεις των στελεχών της κυβέρνησης έρχονται ως κερασάκι στην τούρτα του κυνισμού, με τον οποίο αντιμετωπίζουν την κατάσταση μέχρι σήμερα. Είμαι βέβαιος ότι
μπορούν να το κάνουν ακόμα χειρότερο, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας. Αυτές οι τοποθετήσεις αγγίζουν τη χυδαιότητα. Αλλά, έπειτα από έναν χρόνο που τα πάντα έχουν διαλυθεί, έχει και η χυδαιότητα τα όρια της. Και αυτά έχουν ξεπεραστεί προ πολλού. Καλό είναι να βρεθεί κάποιος και να τους το εξηγήσει.