Γράφει η Δρ. Μαρία Γιαλλούση
Συγγραφέας του βιβλίου Shopping for Love,
Για τον Έρωτα στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης
(εκδόσεις ΚΨΜ, Απρίλης 2024)
Είναι καιρός που έχω διαπιστώσει ότι οι έφηβοι και οι νέοι που συναναστρέφομαι, ενώ καλλιεργούν φιλίες σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, μετά αναρωτιούνται αν είναι ανάμεσα σε φίλους. Ενώ είναι συνδεδεμένοι όλη μέρα, δεν είναι σίγουροι αν έχουν επικοινωνήσει. Μπερδεύονται όσον αφορά τη συντροφικότητα. Άραγε μπορούν να τη συναντήσουν μέσα από τη ζωή τους στην οθόνη; Άραγε μπορούν να τη βρουν στη σχέση τους με την τεχνητή νοημοσύνη, όπως στα software sexbots και τα hardware sex robots;
Αναρωτιέμαι με προβληματισμό αν οι ψηφιοποιημένες φιλίες τους -εκφρασμένες με emoticon, που συχνά βασίζονται στην ταχεία απόκριση και όχι στον προβληματισμό- μπορεί να τους προετοιμάζουν, μερικές φορές μόνο από επιπολαιότητα, για σχέσεις που θα μπορούσαν να φέρουν την ελαφρότητα της σύνδεσης με το άψυχο. Αν έτσι γίνονται αποδέκτες αφενός χαμηλότερων προσδοκιών για τις σχέσεις τους και αφετέρου μιας συνθήκης που καθιστά «φυσιολογικό» να φλερτάρουν με την ιδέα ότι οι σχέσεις οικειότητας με ένα ρομπότ θα μπορούσαν να τους είναι επαρκείς στο σήμερα.
Στις μέρες μας, όπως εξηγεί η Turkle (2012), ιδρύτρια της πρωτοβουλίας του MIT για την τεχνολογία και τον εαυτό, οι έφηβοι επιβαρύνονται με τη σεξουαλική ενηλικίωση πριν να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν την πολυπλοκότητα των σχέσεων. Ελκύονται από την άνεση της σύνδεσης χωρίς τις απαιτήσεις της οικειότητας, οδηγούμενοι σε σχέση-σεξ χωρίς δέσμευση ή σε ένα διαδικτυακό ειδύλλιο-συντροφιά που μπορεί ανά πάσα στιγμή να διακοπεί. Οι έφηβοι και οι νέοι έλκονται από ιστορίες έρωτα στις οποίες μπορεί να μην υπάρξει οικειότητα. Ακόμα έλκονται από την ιδέα της τεχνολογικής κοινωνίας. Μιλούν εύκολα για ρομπότ που θα ήταν ασφαλείς και προβλέψιμοι παρτενέρ. Μοιάζει σαν να αναζητούν οικειότητα από ένα μηχάνημα που δεν έχει συναισθήματα, δεν μπορεί να έχει συναισθήματα και στην πραγματικότητα είναι απλώς μια έξυπνη συλλογή από παραστάσεις με τίτλο: «λες και με νοιάζεται, λες και με καταλαβαίνει». Φαίνεται σαν να «πανηγυρίζουν» μια συναισθηματική απογοήτευση, μια ηθελημένη απομάκρυνση από την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων συναντήσεων, το μη αυθεντικό ως τη νέα αισθητική.
Διαβάζοντας το Love and Sex with Robots του Levy (2007), σκέφτομαι φωναχτά: Τι κι αν ένα ρομπότ δεν είναι μια «μορφή ζωής» αλλά ένα είδος παράστασης; Τι θα συμβεί αν η «σχέση» με τα ρομπότ μάς κάνει να νιώθουμε «καλά» ή «καλύτερα» απλώς και μόνο επειδή θα νιώθουμε ότι ασκούμε περισσότερο έλεγχο; Κι απαντώ φωναχτά: Το να νιώθεις καλά δεν είναι ο χρυσός κανόνας. Μπορεί κανείς να αισθάνεται καλά και για κακούς λόγους. Τι θα σημαίνει αν ένας σύντροφος ρομπότ μάς κάνει να νιώθουμε καλά, αλλά μας αφήνει να αισθανόμαστε κατά κάποιον τρόπο «λιγότεροι» και άδειοι;
Μια ερωτική σχέση περιλαμβάνει πολλές εμπειρίες, όπως το να γεύεσαι τις εκπλήξεις από τον άλλον, τη δυσκολία να κοιτάς τον κόσμο από τη σκοπιά του άλλου, οι οποίες διαμορφώνονται πριν και από κοινού με την ιστορία, τη βιολογία, το τραύμα και τη χαρά των συντρόφων. Οι υπολογιστές και τα ρομπότ δεν μπορούν να μοιραστούν αυτές τις εμπειρίες.