Γράφει ο Αλέξανδρος Καζαντζίδης – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας, φύλλο Χαλανδρίου – Αγίας Παρασκευής – Παπάγου – Χολαργού – 12/01/2022
Ανέκαθεν, σε πόλεις και χωριά, το σκοτεινό σπίτι ήταν συνώνυμο του πένθους και της μιζέριας, ενώ σε ακόμη δυσκολότερες εποχές, η «μαυρίλα» στη γειτονιά παρέπεμπε στον πόλεμο και η υποχρεωτική συσκότιση στους βομβαρδισμούς. Ο δημόσιος φωτισμός ήταν και εξακολουθεί να είναι σύμβολο ζωής και χαράς κι ο ιδιωτικός, στα μπαλκόνια διαμερισμάτων ή στους κήπους μονοκατοικιών, φανερώνει τη διάθεση, την επιθυμία να φέρουμε το «πνεύμα των γιορτών» στο σπίτι.
Στους σημερινούς καιρούς COVID-19, τις προηγούμενες μέρες, συζήτηση «σήκωσε» το θέμα του χριστουγεννιάτικου στολισμού στην Αγία Παρασκευή κυρίως αλλά και στο Χαλάνδρι. Πρώην δήμαρχοι, αλλά κι απλοί πολίτες εξέφρασαν δημόσια παράπονο για το «λίγο γιορτινό φως» σε πλατείες και δρόμους, σημειώνοντας την ανάγκη των δημοτών για ψυχική τόνωση αλλά και την επίδραση στην τοπική εμπορική κίνηση.
Ανάλογο ζήτημα κριτικής τέθηκε πέρσι, με αφορμή τη συγκυρία συμπλήρωσης 200 χρόνων από την Επανάσταση του ‘21. Τότε αρκετοί αιρετοί και φορείς διαμαρτυρήθηκαν γιατί ο σημαιοστολισμός δεν ήταν πλούσιος ή οργανώθηκαν ελάχιστες εκδηλώσεις. Η ανάγκη για ανύψωση του ηθικού και «απόδραση» από το κακό που μας περιτριγυρίζει -εν μέσω μιας παρατεταμένης πανδημίας που δοκιμάζει τις αντοχές- είναι, σε έναν βαθμό, δικαιολογημένη. Κανείς, προφανώς, δεν θέλει μια πόλη άφτιαχτη, αστόλιστη, σκοτεινή.
Ωστόσο, η πρωτόγνωρη συγκυρία της τελευταίας διετίας ανάγκασε, εκ των πραγμάτων, τις δημοτικές Αρχές να βάλουν προτεραιότητες, μέσα στο ασφυκτικό οικονομικό πλαίσιο. Σε ορισμένους μεγαλύτερους δήμους του Λεκανοπεδίου, για παράδειγμα -την περίοδο εφαρμογής νέων περιορισμών στη διασκέδαση- διοικήσεις επιδόθηκαν σε πανάκριβους στολισμούς και συναυλίες χιλιάδων ευρώ, ενώ παρακολουθούν σχεδόν άπραγοι τα σοβαρά προβλήματα γύρω τους.
Ορισμένοι στάθηκαν στο περιεχόμενο και την αισθητική των εκδηλώσεων, όμως, δεν μπορεί να περνά απαρατήρητο ότι δαπανώνται χρήματα -και φέτος- χωρίς να (επιτρέπεται να) υπάρχει πλήθος κόσμου να παρακολουθεί. Αντ΄αυτού, η επιδημιολογική εξέλιξη και οι οικονομικές δυσκολίες ήδη οδηγούν αυτόματα την πλειοψηφία της κοινωνίας στην απόφαση να κλειστεί σπίτι, ως μια υποχρεωτική λύση για να αντιμετωπίσει καταστάσεις μεταλλάξεων και ακρίβειας.
Απέναντι στις επενδύσεις σε ακριβά και φαντασμαγορικά θεάματα, θέση είχε πάρει με σαφήνεια ο δήμαρχος Παπάγου – Χολαργού Ηλίας Αποστολόπουλος, πριν από λίγους μήνες: «Το να φέρναμε ένα κονδύλι 80.000-90.000 ευρώ για κάτι πιο εντυπωσιακό, όπως ένα λέιζερ στον Υμηττό (κάτι που όντως έπραξε διοίκηση περιοχής στους πρόποδες του βουνού) δεν το συνηθίζουμε και οι περισσότεροι θα μας κατέκριναν αν χαλούσαμε τόσα χρήματα εν μέσω κορωνοϊού».
Για να εμπνεύσει ένας Δήμος αισιοδοξία και να εμψυχώσει τους κατοίκους, δεν χρειάζονται επιβλητικά σκηνικά, κρυστάλλινοι πολυέλαιοι ή εκατοντάδες φώτα. Αυτό μπορεί να γίνει κατορθωτό με πολύ λιγότερα χρήματα και ουσιαστικές δράσεις για τις ανάγκες των κατοίκων. Άλλωστε, ακόμη και ένα ημισκότεινο μπαλκόνι, στο τέλος του μήνα, το περιμένει η μαυρίλα του… λογαριασμού ρεύματος.