Εντός, εκτός, & επί τα αυτά!… Είτε εντός Αμαρουσίου βρίσκομαι, είτε εκτός, επί των δίων θεμάτων, οι αναφορές. Μ’ άλλα λόγια, όπου κι αν πάω, θα «τραγουδάω» τα όμορφα των ανθρώπων όταν συναντιέμαι μαζί τους, και θα… «ψέλνω» για τις ασχήμιες που προσβάλλουν τα ιερά και τα όσια της Ζωής. Δηλαδή τις Αξίες της. Τις Ηθικές, τις Πνευματικές, τις Νοητικές. Αυτές που μας «παραδόθηκαν» για να ξεχωρίζουν οι άνθρωποι, από τα άλλα είδη του Ζωικού Βασιλείου.
Εχτές, είχα την τύχη να συναντηθώ μ’ ένα παλληκαράκι γύρω στα 20. Πάνω στο μηχανάκι του αυτός, έστριβε τη γωνία Αγίων Αναργύρων και Γούναρη. Μέχρι τότε, κατά τα φαινόμενα, είχε κρατήσει ένα χαρτί –που ο κάθε ωχαδερφιστής, θα είχε πετάξει κατάχαμα– και στρίβοντας τη γωνία, σημάδεψε τον ανοιχτό κάδο των απορριμμάτων, το πέταξε, αλλά αστόχησε. «Φτου γαμώτο» ήταν η αντίδραση, και η δυσαρέσκεια που έγραψε στο πρόσωπό του μαζί με την όλη προσπάθεια, απετέλεσε ένα «πακέτο» από εκείνα τα οποία «μου προσφέρονται» ως δώρα και τα χαίρομαι όπως τα παιδιά το παγωτό τους.
Γύρισα σπίτι ευτυχής. Μεγάλη κουβέντα, που μοιάζει υπερβολική τουλάχιστον, but, για μερικούς ανθρώπους, ευτυχία είναι η χαρά, της κάθε όμορφης στιγμής, την οποία απολαμβάνουν, με την ψυχή, με το πνεύμα, με το σώμα. Και τούτο το ευοίωνο συμβάν, το οποίο μετάλαβα μεσ’ στη μέση του δρόμου του πολύφερνου άστεώς μας, με παρέπεμψε σε ένα άλλο γεγονός, το οποίο μάλιστα και φωτογράφισα για να μείνει στο χρόνο, εκεί στον ίδιο χώρο που συνέβη. Και αυτό το οποίο συνέβη, ήταν ένα υπέροχο συν, στην εκδηλωμένη μεγαλοσύνη της φύσης.
Καθώς λοιπόν ανεβαίναμε το βουνό για να κατηφορίσουμε στη θάλασσα, σε μια στροφή, βλέπω τη σκηνή της φωτογραφίας. Σταματάμε, πάω προς τα παιδιά, τα καλημερίζω, τους συστήνομαι και ζητώ την άδεια να φωτογραφίσω. Εκείνα δέχτηκαν με ευγένεια. Φωτογραφίζοντας, δεν έκρυψα τη λαχτάρα μου για τούτην την εικόνα, όπου στην αρμονική συμβίωση βουνού και θάλασσας, προστέθηκαν αυτοί και το τάβλι τους, κι ήρθε και γλύκανε ο κόσμος, η ψυχή, οι χυμοί στο στόμα. Η παρουσία τους μέσα στη φύση, κάτω από τον χειμωνιάτικο ήλιο, πάνω στο «αγνάντι», στην άκρη του γκρεμού, αποτελούσε πανέμορφο «συμπλήρωμα», έτσι όπως θα έπρεπε να είναι ο άνθρωπος, ο οποίος μέσα στους ρύπους της ματαιοδοξίας του, έχει μεταλλαχθεί σε παράσιτο ασελγιογόνο, γαιοκτόνο, επικίνδυνο για το ευ της ζωής.
Δεν μπορώ να ξέρω τι ένοιωθαν αυτοί οι δύο φίλοι που έπαιζαν τάβλι στα κατωπόδαρα του Θεού, μα είμαι σίγουρη, πως Εκείνος χαμογελούσε, όπως κάνουν όλοι οι πατεράδες όταν βλέπουν τα παιδιά τους να παίζουν αγαπημένα, ήσυχα, όμορφα, διότι η γλύκα του συμβάντος διαχέεται στα γύρω. Τα «ποτίζει», τα επηρεάζει θετικά. Κι αυτά τα «γύρω», θα πρέπει επί τέλους να καταλάβουμε πως είναι μέρος και της δικής μας ζωής. Της ζωής μας, που έτσι κι αλλιώς, είναι υποχρεωμένη να περάσει μέσα από το «Περιβάλλον» Ενός Δημιουργού, ο Οποίος τα πάντα εν Σοφία εποίησε. Μια Σοφία, με την οποία μπορούν να παίζουν τάβλι τα παιδιά του ανθρώπου εκεί πάνω, μεταξύ ουρανού, γης και θάλασσας, και να την «κερδίζουν» κι όλας…
ΤοποΓράφει η Θέμις