1ο: Τζων – Ιωάννης Βορρές. Γι αυτήν την εκπομπή φίλοι της Αντάρας, είχα ετοιμάσει άλλο θέμα. Kάποιες όμως δικές σας «παρεμβάσεις», μου άλλαξαν πλάνο.
Η πρώτη «παρέμβαση» ήταν του Νότη του Λώλη.
ΠεριΓράφει η Θέμις Μαυραντή
Γειτονόπουλό μου ο Νότης. Είχα καιρό να τον δω κι όταν ανταμώσαμε, η πρώτη του κουβέντα ήταν: «Μη σταματήσετε να γράφετε κυρία Θέμις…». Κι όταν ένας νέος σου λέει αυτό, δεν μπορεί να μην το κρατήσεις στο μυαλό και στην ψυχή, αφού και τα δυο πήραν χαρά και κουράγιο από τη γενναιόδωρη προτροπή.
Η δεύτερη, συνέβη το Σάββατο 3 Νοέμβρη, με τηλεφώνημα αυτή τη φορά, από την Κέρκυρα.
«Λέγομαι Αλιμπέρτης – ανιψιός από αδελφό του Γιώργου Αλιμπέρτη που είχε το μαγαζάκι με «ψιλικά» στην Ερμού. Λείπω 40 χρόνια από το Μαρούσι… σας διαβάζω και με συγκινείτε…»
Επομένως…
Το Νότη, τον Γιάννη – τον Βενιαμίν της παρέας ο οποίος σπουδάζει στην Αγγλία, που μας διαβάζει από το διαδίκτυο και του στέλνουμε την αγάπη μας. Τον κύριο Mίμη Αλιμπέρτη από την όμορφη Κέρκυρα. Τον καπετάν Νικόλα Κωστάρα, ο οποίος αφήνει μηνύματα… τονωτικά στον τηλεφωνητή μας. Τον κύριο Ηλία Τσιτσιμπάση που «ακούει» ΡάΔΙΟ ΑΝΤάΡΑ καθισμένος στον καναπέ του με τα χέρια πίσω από το κεφάλι, όπως τα είχε βάλει όταν είχε ξαπλώσει κάποτε ανάσκελα στο δάσος Συγγρού….
(Θυμάμαι τη στάση –και νομίζω πως θυμάμαι σωστά– γιατί είχε κάνει μια συγκλονιστική περιγραφή εδώ στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ, ενός περιπάτου του στου Συγγρού πριν πολλά χρόνια και μου είχε κάνει εντύπωση η ευαίσθητη γραφή, αν και… αντρική).
Αυτούς τους φίλους λοιπόν και όλους τους άλλους του Σταθμού των 2012 ΟνειρόΚυκλων, θέλω να τους ταξιδέψω σ’ έναν κόσμο που σε κάνει να αγαλλιάζεις…
Έναν κόσμο, ο οποίος όλοι θα θέλαμε να κυριαρχεί, για να παραδειγματίζει, να καθοδηγεί, να εμψυχώνει τους ανθρώπους μέσα από τη βιωματική Παιδεία. Αυτήν που ο δάσκαλος που διδάσκει κρατεί τους νόμους!!!
Τζων – Ιωάννης Βορρές. Από το βιβλίο του ΑΝΔΡΕΟΥ ΧΡ. ΖΑΓΚΛΗ: ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΝ (ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΝ ΑΘΜΟΝΟΝ) και τις σελίδες 231-32 αντιγράφω:
(Η φωτογραφία του αείμνηστου Τζων Βορρέ είναι από αυτό το βιβλίο, ενώ οι υπόλοιπες είναι από το οικογενειακό μου άλμπουμ. Οι δε μαρτυρίες που θα χρησιμοποιήσω στη συνέχεια είναι της μητέρας μου).
ΤΖΩΝ ΒΟΡΡΕΣ. Εγεννήθη εις Φιλιατρά Μεσσηνίας και εσπούδασε Γεωπονικήν εις Λονδίνον. Εγκατασταθείς εις Αμαρούσιον, ηγόρασεν εν αυτώ ένα μεγάλο αγρόκτημα, ανέλαβε δε και την διαχείρισιν των γειτονικών προς το ιδικόν του κτημάτων των βιομηχάνων Μητσοτάκη, Καρέλλα και Ιωσηφόγλου.
Ήτο καλοκάγαθος και φιλεύσπλαχνος άνθρωπος, βοηθήσας σημαντικά τους συμπολίτας του κατά την περίοδον της Κατοχής, αποκτήσας ούτω μεγάλην δημοτικότητα. Εξελέγη δι’ εκλογών δύο φοράς Δήμαρχος Αμαρουσίου, αλλά κατ’ αμφοτέρας τας περιπτώσεις, λόγω διαφωνιών προς το Δημοτικόν Συμβούλιον, παρητήθη χωρίς να εξαντλήση το όριον της θητείας του.
Ούτος καθιέρωσε την εν Αμαρουσίω κατ’ έτος διενέργειαν Πανελληνίου Εκθέσεως Αγγειοπλαστικής και Κεραμικής τέχνης. Διαζευχθείς την πρώην σύζυγόν του, ήτις ήτο το γένος Λεβίδου, λόγω ασθενείας της, ενυμφεύθη εκ νέου την Αμαλίαν το γένος Μολά εξ Αρκαδίας. Απεβίωσεν εις ηλικίαν 75 περίπου ετών εν Αμαρουσίω προ εξαετίας. (Σ.Σ. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1976).
Αφηγήσεις της μητέρας μου
– Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Κύριος, Άρχοντας, Ευπατρίδης.
Αλλά και η κυρία Ελένη η σύζυγός του, ήταν Κυρία με όλη τη σημασία της λέξης.
Όταν καλούσαν φίλους από τον κοινωνικό τους περίγυρο στο σπίτι, οι κυρίες έκαναν περιπάτους στο τεράστιο κατάφυτο κτήμα κι όταν έπαιζαν χαρτιά μετά το γεύμα, η κυρία Ελένη, αποσυρόταν διακριτικά στην πολυθρόνα της και έπλεκε πουλόβερ για τον κύριο Τζων και για το προσωπικό του αρχοντικού της.
❍ ❍ ❍
Ο κύριος Τζων, όλο το χρόνο έβαζε σε έναν μεγάλο πήλινο κουμπαρά χρήματα και τον έσπαγε παραμονές Χριστουγέννων.
Μοίραζε τα χρήματα ισόποσα στα «παιδιά του» όπως έλεγε τους εργάτες στο κτήμα και το υπηρετικό προσωπικό.
Τους έβαζε σε μία «καμιονέτα», τους κατέβαζε στην Αθήνα και με τα χρήματα του κουμπαρά, αγόραζαν τα δώρα της αρεσκείας τους. Η φωτογραφία στο σαλόνι της βίλας Βορρέ, είναι από μία τέτοια γιορτή.
– Ελένη παιδί μου, σε παρακαλώ να σκουπίσεις τη σάλα.
Κάτω από το χαλί, σε κάποια γωνιά του, έβαζε κατά καιρούς χρήματα.
– Κύριε Τζων βρήκα αυτά τα χρήματα κάτω από το χαλί.
– Αφού τα βρήκες είναι το τυχερό σου. Κράτησέ τα….
❍ ❍ ❍
Κάποτε, βρέθηκα στο στάβλο για δουλειά και έτυχε ένας τράγος να κυνηγά μια κατσίκα. Εκεί ήρθε κι ένας εργάτης κι άρχισε να με κυνηγάει να μου δείξει γιατί ο τράγος κυνηγάει την κατσίκα.
Βρε κάτσε καλά, βρε σταμάτα, τίποτα εκείνος. Βρίσκω κι εγώ μπροστά μου ένα στειλιάρι και του το κατεβάζω στο κεφάλι. Πάει αυτός στον κύριο Τζων μέσα στα αίματα και του λέει πως τον χτύπησα. Ο κύριος Τζων με φωνάζει να του πω κι εγώ τι συνέβη.
Ο άλλος έλεγε πως έκανε αστεία, εγώ είπα τι ακριβώς έγινε, ο κύριος Τζων κατάλαβε και έδιωξε από το κτήμα τον επίδοξο τράγο.