Σήμερα, εορτή της Αγίας Τριάδος, γίνομαι πάλι εκείνο το μικρό παιδί. Σήμερα θα απολαύσω το πρώτο μου παγωτό, ίσως και το μοναδικό. Θυμάμαι, το φέρνει στο πανηγύρι ο παγωτατζής. Σέρνει ένα παράξενο καρότσι γεμάτο πάγο, και κάπου εκεί ανάμεσα, έχει το λαχταριστό παγωτό. Τον παρακολουθώ με προσοχή, αντιγράφοντας τις κινήσεις του. Παίρνει στις παλάμες δύο λευκές, μικρές τραγανιστές πλακίτσες σαν μπισκότα, και ανάμεσά τους τοποθετεί επιδέξια μία κουτάλα δροσερό παγωτό και μου το δίνει. Το τρώω γρήγορα γιατί ήδη άρχισε να λιώνει και να τρέχει από την άκρη του μπισκότου.
Σήμερα θα πω ότι η ευτυχία είναι μόνο μικρές στιγμές, όπως αυτή. Την έζησα και φέτος, και φεύγω για το σπίτι. Καθισμένη όλη την ημέρα στην ταράτσα κάτω από τη δροσερή φρίτζα, έχω να κάνω και αυτό που έκανα κάθε χρόνο. Σε ένα χαρτί, με ένα μολύβι στο χέρι, γράφω μία κάθετη γραμμούλα για κάθε αυτοκίνητο που ανεβαίνει για το πανηγύρι. Το βράδυ θα μετρήσω τις γραμμούλες και θα τις συγκρίνω με τις περσινές. Κάθε χρόνος που περνά είναι και περισσότερες. Πληθαίνουν τα αυτοκίνητα που κινούνται στο δρόμο του χωριού μου.
Τώρα καλό είναι αυτό ή κακό; Τότε δεν ήξερα…
Τώρα βέβαια ξέρω, γιατί έχω επιστρέψει στην πραγματικότητα του «σήμερα». Στην πραγματικότητα της ταλαντευόμενης ισορροπίας και της υπαρξιακής κρίσης.
Κρατώ μόνο σαν πολύτιμο φυλαχτό –πολεμώντας οτιδήποτε το σημαδεύει-, την ανεκτίμητη ποιότητα της παιδικής μου αθωότητας, γιατί γνωρίζω καλά, ότι σε κάθε μου αύριο, θα συναντώ πάντα το δικό μου χθες…
Όπως το πανηγύρι της Αγίας Τριάδος στο χωριό, το πρώτο παγωτό του καλοκαιριού, τα λιόδεντρα, τη φρίτζα με τις ανθισμένες πικροδάφνες στη βεράντα… και τα τρυφερά όνειρα!