Ποιος μπορεί να δώσει το χρώμα που χρειάζεται στο μαγικό αυτό πρόσωπο; Κανείς.
Ποιος μπορεί να δώσει το περιεχόμενο της ψυχής του υπέροχου αυτού όντος; Κανείς.
Γιατί κανείς δεν έχει τη δύναμη να κάνει μορφή την ωραιότητα της μορφής της μητέρας. Κανείς δεν θα μπορέσει να περιγράψει τη γλύκα της ψυχής της μάνας, γιατί είναι ασύλληπτη στον ανθρώπινο νου. Και είναι ασύλληπτη, γιατί η Μάνα έφτασε στο θείο θρόνο. Γιατί έγινε η ενσάρκωση της μορφής του θεού. Μα πέρα από αυτά τίποτε δεν είναι πιο κοντά μας στη ζωή όσο η μητέρα μας θέλομε κοντά μας για να χαρούμε πολύ.
Στη λύπη μας τη μάνα μας φωνάζουμε κοντά μας για παρηγοριά και ανακούφιση.
Τίποτε άλλο δεν είναι πιο δροσιστικό από το αεράκι που αφήνει το πλησίασμα της μάνας κοντά μας.
Του Ανδρέα Φ. Βασιλείου, Επίτιμου Σχολικού Συμβούλου,
Ειδικού Παιδαγωγού, Πολιτικού Επιστήμονα
Μα και πιο ωραίο μαλακό υπέροχο τίποτε άλλο δεν υπάρχει στον κόσμο από το ευλογημένο χέρι.
Καμία δύναμη δεν είναι πιο μεγάλη από της αγκαλιά της μητέρας.
Αχ! πόσο γλυκός, αποδυναμωτικός είναι ο κόρφος της από τον οποίο πήραμε την πρώτη τροφή στη ζωή μας το γάλα της !
Και η ψυχή της. Τι μπορούμε να πούμε για τα ξενύχτια στο προσκέφαλό μας, όταν η αρρώστια μας ρίχνει στο κρεβάτι.
Το δάκρυ της για μας είναι η πιο μυρωμένη δροσοσταλίδα.
Η λαχτάρα της για μας πόση δύναμη δε μας δίνει. Όλη της η δύναμη στην ψυχή και στο στόμα προσδιορίζεται για μας. Κανένας πόνος δεν τη συγκρατεί μπροστά στη χαρά τη δική μας. –Πόνεσες παιδί μου, λέει η μάνα στο παιδί της που σκόνταψε τρέχοντας να πουλήσει την καρδία της.
Στο πλάι μας σαν κάθεται έχουμε την πιο γλυκιά συντροφιά. Νιώθουμε την μεγαλύτερη ασφάλεια και είναι πράγματι ασφάλεια αφού σε κάθε στιγμή αυτή μπορεί να δώσει και τη ζωή της για εμάς.
Δυστυχισμένος είναι αλήθεια ο άνθρωπος, που χάνει την μητέρα του.
Ως τα βαθιά της γηρατειά λαχταράει για τα παιδιά της και δεν ζητάει τίποτε σ’ αντάλλαγμα από ένα βλέμμα σεβαστικό, στοργικό.
Γέροι και νέοι στη μάνα τους ορκίζονται, σαν σε πρόσωπο ιερό. Γιατί δεν υπάρχει πιο ιερό από αυτή στον κόσμο που ζούμε. Τη μάνα του επικαλείται σε κάθε στιγμή δύσκολη ο καθένας « Αχ μάνα « ακούς παντού. Τίποτε λοιπόν δεν υπάρχει πιο γλυκό από τη μητέρα μας. Τίποτε δεν μας αγάπησε πιο δυνατά στην πλάση. Αλλά και τίποτε δεν είναι κοντά μας πιο ωραίο.
Πώς λοιπόν να μην αγαπούμε και εμείς πολύ. Γι’ αυτό και ο γλυκός Ιησούς, πριν εγκαταλείψει την ζωή τούτη, για τίποτε άλλο δεν φρόντισε εκτός από Τη μητέρα Του.
Ο πόνος Του επάνω στο σταυρό Του δεν εστάθη ικανός να λησμονήσει τη Μητέρα Του. Κι εκείνη θρηνεί στη ρίζα του Σταυρού ανακατεύοντας το δάκρυ της με το θείο αίμα του Υιού της, που έσταζε.
Έτσι κάθε μάνα ανακατεύει τα δάκρυα της χαράς και της λύπης με τα δάκρια του παιδιού της.
Το παιδί της είναι για την κάθε μάνα ο κόσμος όλος. Τίποτε άλλο κι αν έχομε στον κόσμο από τη μάνα μας πρέπει να είμαστε ευχαριστημένοι. Είμαστε πλούσιοι, ευτυχισμένοι.
Γιατί αυτή είναι ο μεγαλύτερος μας θησαυρός, θησαυρός που δεν χάνεται ποτέ. Θησαυρός ανεξάντλητος.