Είναι φανερό ότι η Σιμόν Βέιλ ανταποκρίθηκε στην τραγική ανάγκη της εποχής της, να αρθρώνεται ηθικός, εμπνευσμένος λόγος σε συνδυασμό με γενναία πράξη. Έλαβε μέρος στον ισπανικό εμφύλιο, στη Γερμανία συνέπραξε με τους κομμουνιστές, χωρίς να κάμψει αυτή η αριστερή δράση την ανυποχώρητη αντίθεσή της στη σοβιετική γραφειοκρατία. Σ’ αυτό το σημείο είχε συναντηθεί με τη σοσιαλίστρια Ρόζα Λούξεμπουργκ, μολονότι δεν χαρακτήριζε τη Γαλλίδα συγγραφέα οιαδήποτε κομματική ένταξη.
Το τέλος και των δύο αυτών προσωπικοτήτων ήταν δραματικό. Η Γερμανίδα, πολωνικής καταγωγής, Ρ. Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε στη Γερμανία από τους συντηρητικούς (1919) και η Σιμόν Βέιλ δεν απέτρεψε το θάνατό της. Πρόσφυγας πολέμου στο Λονδίνο, ενώ σχεδίαζε να αγωνιστεί στη Γαλλία, επέμενε μέχρι τέλους να τρέφεται ελάχιστα, αποδεικνύοντας ότι συμπαραστεκόταν στους συμπατριώτες της που λιμοκτονούσαν και τελικά πέθανε από φυματίωση, σε ηλικία μόλις τριάντα τριών ετών… Κατά τον Eliot, ο πρόωρος θάνατος αφαίρεσε από εκείνη την πληθωρική, την παράφορη παρουσία, μαζί με τη ζωή και τη δυνατότητα να ωριμάσει πνευματικά, ίσως δε και σε αυτό το γεγονός να οφείλονται οι ενστάσεις για ορισμένες αναλύσεις της.
Η ψυχή, ο βαθύτατος ανθρωπισμός υπερείχε της αναμφισβήτητης ευφυΐας της, ανέφερε στον πρόλογο της αγγλικής έκδοσης «Ανάγκη για Ρίζες» ο T.S. Eliot, και έκλεινε με απαισιοδοξία το κείμενό του: «Το παρόν βιβλίο ανήκει σ’ εκείνη την κατηγορία των προοιμίων στην πολιτική, που οι πολιτικοί σπανίως διαβάζουν και τα οποία οι περισσότεροι εξ’ αυτών θα ήταν απίθανο να κατανοήσουν… είναι ένα από τα βιβλία, η επίδραση των οποίων θα φανεί, όπως μπορούμε απλώς να ελπίζουμε, στη νοοτροπία μιας άλλης γενιάς». Σεπτέμβριος 1951.
Ελπίζουμε;
Η Simone Weil και ο T.S. Eliot δεν πρέπει να περίμεναν ότι οι πρώτες γενιές του 21ου αιώνα θα έβλεπαν την πρωτοφανή εικόνα: χωρίς τα αυτοκρατορικά της ενδύματα τη «βασίλισσα των κοινωνικών επιστημών», την Οικονομική Επιστήμη, μέσα στην αδυναμία της να αποφαίνεται για το παρόν και να προβλέπει το μέλλον. Είχαν φανταστεί την «ύβριν», ως διεθνές καθεστώς, να απεργάζεται την εξαφάνιση του ανθρωπισμού και να φέρει τεράστια ευθύνη για τη γιγάντωση της παγκόσμιας τρομοκρατίας;
Ωστόσο, η απόλυτα ανάλγητη εξουσία των καιρών μας έχει διαγράψει και τη μνήμη: «Πανούργα και χαιρέκακη η Ιστορία», διαχρονικά καραδοκεί να εκδικηθεί όσους περιφρονούν το Δίκαιο. Δεν μας πληροφορεί όμως πότε αυτό θα συμβεί. Άφωνη παραμένει συνεχώς και «η γυμνή βασίλισσα» -εξακολουθεί η αναφορά στο ομότιτλο βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά. Σε αντίθεση με την επιστήμη, ουδέποτε σιωπά η Ποίηση, «φιλοσοφότερη της Ιστορίας» κατά την Αριστοτέλη, που μελετούσε την ατελεύτητη γη και όχι τον ουρανό. Ας ακούσουμε λοιπόν, μαζί με τον συγγραφέα του παραπάνω βιβλίου, την «Ωδή σε μια ελληνική υδρία», του ωραίου Άγγλου ποιητή Τζον Κιτς:
«Γλυκές είναι οι μελωδίες που ακούμε, αλλά εκείνες που δεν έχομε ακόμη ακούσει είναι μελωδικότερες».
Φυσικά, υπάρχουν και σήμερα μελωδίες, μελωδίες ελπίδας. Γιατί η ιστορική ελπίδα, αυτή η βαθύτατη ρίζα μας, ποτέ δεν χάνεται. Θα την θερμαίνουμε με «λογισμό, όνειρο» και πράξη, για να φέρουμε, ίσως από συντομότερο δρόμο, ένα μέλλον με τον δυνατό σεβασμό προς τον Άνθρωπο.
Από τη βιβλιογραφία και τον Τύπο:
Simone Weil, Ανάγκη για Ρίζες. Πρόλογος: T. S. Eliot, Μτφρ.: Μαρία Μαλαφέκα, ΚΕ∆ΡΟΣ 2014.
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Η Γυµνή Βασίλισσα – Έργα και ηµέρες του οικονοµικού λόγου. ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 2014
Βασίλης (Βάσος) ∆ασκαλάκης, Οι Ξεριζωµένοι. 2η έκδοση. ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ 1980.
Θανάσης Γιαλκέτσης, Οι ανάγκες της ψυχής. Η ΕΦΗΜΕΡΙ∆Α ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, 23-24 Αυγούστου 2014.
Γιώργος Μερτίκας, Μια διανοούµενη. Εφηµ. Η ΑΥΓΗ, 21-12-2014
Αδαµαντία Τριάρχη – Μακρυγιάννη
Συνταξιουχος εκπαιδευτικός