Όλοι οι ευαίσθητοι άνθρωποι σε όλα τα σημεία του πλανήτη, που ενδιαφέρονται και παρακολουθούν την πορεία εξέλιξης του ανθρώπου και το παγκόσμιο γίγνεσθαι, συγκλονίστηκαν από τη σφαγή του Παρισιού. Όπως συγκλονίστηκαν και από τον άδικο θάνατο εκατοντάδων αθώων θυμάτων στις βομβιστικές επιθέσεις φανατικών μουσουλμάνων στη Ν. Υόρκη, στη Μαδρίτη, στο Λονδίνο, στη Ρωσία, στη Νιγηρία, στο Λίβανο και τελευταία στο Μάλι. Για πρώτη φορά συγκλονιστήκαμε από τέτοιου είδους επιθέσεις την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, όταν τα αεροπλάνα των φανατικών μουσουλμάνων φονταμεταλιστών έπεσαν πάνω στους δίδυμους πύργους του Εμπορικού Κέντρου της Ν. Υόρκης, παρασύροντας στο θάνατο χιλιάδες αθώους. Ταυτόχρονα νιώσαμε μεγάλη έκπληξη και απορία, όταν μάθαμε ότι ο αρχηγός που οργάνωσε την αποστολή του θανάτου, Μπιλ Λάντεν, ήταν γόνος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της Σαουδικής Αραβίας. Και μετά ήρθαν οι μουσουλμάνες «μαύρες χήρες» των Τσετσένων, αλλά και η …μαύρη Μπόκο Χαράμ και τελευταίοι οι τζιχαντιστές και το τρομοκρατικό κρατικό μόρφωμα του ISIS. Μετά απ’ όλα αυτά πλήθος ερωτημάτων τριβελίζει το μυαλό μου: Ποια είναι τα κίνητρα, που οδηγούν στη συγκεκριμένη δολοφονική συμπεριφορά αυτών των ανθρώπων; Και είναι αυτά τα κίνητρα συνειδητά ή ασυνείδητα; Είναι κίνητρα θρησκευτικής προέλευσης ή άλλης φύσεως; Από πού τελικά πηγάζει αυτή η απόγνωση και αυτό το μίσος προς τους αλλοφύλους; Υπάρχει ομοιότητα κινήτρων και συμπεριφορών των φανατικών μουσουλμάνων με τους ευρωπαίους χριστιανούς αποικιοκράτες, που εξόντωσαν κατακτημένους …κατώτερους λαούς; Υπάρχει ομοιότητα κινήτρων και συμπεριφοράς με τον ακροδεξιό Άντερς Μπρέιβικ που δολοφόνησε δεκάδες αθώους νέους του σοσιαλιστικού Κόμματος στο Όσλο; Την απάντηση σ’ αυτά τα βασανιστικά ερωτήματα αναζήτησα στη σκέψη του Φρόιντ, του Έρικ Χόφφερ (Ο φανατικός), του Αλμπέρ Καμύ (Ο επαναστατημένος άνθρωπος) και του Στέλιου Ράμφου.
Η Αριστερά ή ένα τμήμα της πιστεύει ότι «εν αρχή ην ο λόγος», ή μάλλον ο ταξικός λόγος και προσπαθεί να εξηγήσει το φαινόμενο του μουσουλμανικού φονταμεταλισμού με τη λογική, όπως αυτή εκφράζεται ειδικότερα με τη μαρξιστική διαλεκτική της ταξικής πάλης. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ότι η συμπεριφορά των συγκεκριμένων ατόμων είναι μια απεγνωσμένη αντίδραση στη σκληρή και εκμεταλλευτική πολιτική των κυρίαρχων καπιταλιστικών χωρών. Η συγκεκριμένη ερμηνευτική εκδοχή του φαινομένου, αφενός δεν εξηγεί τις τρομοκρατικές ενέργειες φανατικών μουσουλμάνων εναντίον μη ευρωπαϊκών λαών και αφετέρου μπορεί εύκολα να οδηγήσει στη σκέψη ότι ο Μπιλ Λάντεν, όπως ο Λένιν και ο Τσε Γκεβάρα, είναι ο φωτισμένος «αποστάτης» της τάξης του, που ετέθη επικεφαλής ενός επαναστατικού εσχατολογικού κινήματος… Άλλοι αποδίδουν τη συγκεκριμένη παρανοϊκή συμπεριφορά σε εξαρτημένα από θρησκευτικές φανατικές μουσουλμανικές μειονότητες άτομα, που ενεργούν υπό την επήρεια του θρησκευτικού φανατισμούς τους, υποβοηθούμενου από ναρκωτικές ουσίες. Και βέβαια δεν μπορεί να αποκλειστεί η χρησιμοποίηση της μεγάλης δυναμικής του θρησκευτικού φανατισμού και της …ανυπομονησίας για άμεση πρόσβαση στον παράδεισο, από τους ισχυρούς της γης και τα κράτη της περιοχής, για την εξυπηρέτηση των ιδιοτελών εθνικών συμφερόντων τους.
Μετά τον Μαρξ όμως ήρθε ο Φρόιντ με τη θεωρία του για το ασυνείδητο και μας έδωσε ένα πιο σύγχρονο εργαλείο από την ταξική πάλη, για να κατανοήσουμε …ακατανόητες συμπεριφορές. Από μια ψυχαναλυτική σκοπιά τα συγκεκριμένα άτομα ζουν ένα ψυχικό αδιέξοδο, ένα αδιανόητο τίποτα, που μετατρέπεται σε μίσος και οδηγεί ορισμένους ευαίσθητους ψυχισμούς να διαπράττουν αυτές τις αποτρόπαιες πράξεις. Ειδικότερα η πρώτη και δεύτερη γενιά μουσουλμάνων μεταναστών στις δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες δεν αντιμετώπισε πρόβλημα προσωπικής ταυτότητας, λόγω της συμβίωσης σε κλειστές ομάδες μειονοτήτων και της ασφυκτικής πίεσης της προσπάθειας επιβίωσης. Αντίθετα η τρίτη γενιά και οι μεταγενέστερες αυτής στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, της θεωρίας της πολυπολιτισμικότητας και της σχετικής βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου, αναζητούν απεγνωσμένα ταυτότητα, χωρίς να μπορούν να τη βρουν. Οι νέοι μουσουλμάνοι των δυτικο-ευρωπαϊκών χωρών ενώ εμφανίζονται να ζουν σύμφωνα με τα κριτήρια και τις αξίες του ανθρώπου της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, εν τούτοις έχουν εγκιβωτισμένα μέσα τους βαθύτατα ψυχικά ριζώματα, που τους συνδέουν και τους τραβούν προς το μεσαιωνικό παρελθόν. Αυτή η σχιζοειδής κατάσταση οδηγεί σε μια συνεχή, ασυνείδητη, εσωτερική ψυχική σύγκρουση, που λόγω αδυναμίας σύνθεσης και διεξόδου καταλήγει για ορισμένους πιστούς στο αδιανόητο τίποτα, στο μηδενισμό και στο μίσος. Αν μπορούσε ο μουσουλμάνος νέος να εντάξει τον Αλλάχ, τον Μωάμεθ και το Κοράνι στο πλαίσιο του σύγχρονου κόσμου, όπως έχουν κάνει οι χριστιανοί με τον δικό τους θεό, τον Χριστό και το Ευαγγέλιο, τότε θα είχε φτάσει και στη λύση του βιωματικού του αδιεξόδου. Μήπως όμως αυτό χρειάζεται πολύ χρόνο, πολύ αγώνα, πολύ πόνο, πολύ αίμα, τα ίδια ακριβώς στοιχεία της ιστορικής εξέλιξης και ωριμότητας των χριστιανών;
Πιο αναλυτικά αναφέρονται παρακάτω κάποιες συμπεριφορές και ψυχικά χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων ατόμων: Μοναδική επιθυμία τους είναι να απαλλαγούν από το καταραμένο σχιζοειδές Εγώ τους και έτσι αναζητούν ένα μαζικό κίνημα που να ικανοποιεί το στοιχείο της αυταπάρνησης (άρνησης εαυτού). Αξίζει να σημειωθεί ότι μαζικά κινήματα μπορούν να γεννηθούν και να αναπτυχθούν χωρίς την πίστη σ’ ένα θεό, ποτέ όμως χωρίς την πίστη σ’ ένα θανάσιμα μισούμενο διάβολο. Εντασσόμενοι στο κίνημα αποκτούν ένα κάποιο αίσθημα εκπλήρωσης της αξίας τους, μέσω της ταυτοποίησης με μια ιερή υπόθεση, μολονότι η πίστη σε μια ιερή υπόθεση είναι σε μεγάλο βαθμό υποκατάστατο της χαμένης αυτοπεποίθησης. Η εμπιστοσύνη τους στην ιερή τους υπόθεση είναι μεγάλη και χωρίς συμβιβασμούς, γιατί ένα υποκατάστατο ζωής, που γίνεται δεκτό με χαλαρά αισθήματα, δεν μπορεί να εκτοπίσει ένα μισητό Εγώ. Δεν υπάρχει με άλλα λόγια καμιά σιγουριά ότι μια υπόθεση αξίζει μια ζωή, όταν δεν είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι’ αυτή. Έτσι η ετοιμότητά τους να πεθάνουν για την ιερή τους υπόθεση είναι το ενδεικτικό στοιχείο για την ποιότητα του υποκατάστατου της προσωπικότητάς τους. Παράλληλα για να γίνει ένας άνθρωπος πρόθυμος για αυτοθυσία, πρέπει να απογυμνωθεί από την ταυτότητά του και να εξαλειφθούν οι διαφορές προς τους συνανθρώπους του. Ο καλύτερος τρόπος για την επιτυχία αυτού του σκοπού είναι η αφομοίωση του ατόμου μέσα σ’ ένα συλλογικό σώμα. Κατά τον Σαντ η εξουσία υποκαθιστά για χιλιάδες μοναχικούς την ανάγκη του άλλου, γιατί σε τελευταία ανάλυση σημαίνει τον πόνο του άλλου. Επίσης η τρομοκρατία είναι ο τρόπος με τον οποίο οι πλημμυρισμένοι από μίσος μοναχικοί «τιμούν» την αδελφότητα των ανθρώπων, δηλαδή επικοινωνούν με τους άλλους…
Το αδιανόητο τίποτα των μοναχικών φανατικών γεμίζει σταδιακά με μίσος, αρχικά μίσος προς τον εαυτό τους, το οποίο τελικά προβάλλεται στους εξωτερικούς δαίμονες, στους άλλους. Και είναι αυτό το μίσος που αποτελεί την κινητήρια δύναμη της δράσης τους. Ο Πασκάλ θεωρεί ότι πιο κατάλληλος για την κατανόηση των ιερών κειμένων είναι εκείνος που μισεί τον εαυτό του. Κατά τα φαινόμενα υπάρχει σχέση ανάμεσα στη δυσαρέσκεια του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό και στην ευκολοπιστία του. Ο εξαναγκασμός σε φυγή από το Εγώ είναι εξίσου εξαναγκασμός σε φυγή από το ορθολογικό. Η άρνηση να δούμε τον εαυτό μας όπως είναι καταλήγει σε μια αποστροφή απέναντι στην αλήθεια και τη λογική. Όταν ο άνθρωπος αγαπά δεν ψάχνει να βρει συμμάχους, όταν όμως μισεί, ψάχνει πάντα για συμμάχους. Η επιθυμία για συμμάχους είναι μεγαλύτερη όταν το μίσος δεν προέρχεται από κάτι ολοφάνερα κακό και φαίνεται αδικαιολόγητο. Στην πραγματικότητα αυτό είναι το παράλογο μίσος, το οποίο σπρώχνει τους φανατικούς να συμμαχήσουν μ’ εκείνους που έχουν το ίδιο μίσος μ’ αυτούς και ακριβώς αυτό το είδος του μίσους ενεργεί σαν ένας από τους αποτελεσματικότερους ενωτικούς παράγοντες. Από πού όμως προέρχεται αυτό το μίσος και γιατί έχει ενοποιητική δύναμη; Είναι η έκφραση της απελπισμένης προσπάθειας για την καταπίεση του αισθήματος της ανεπάρκειας, της ασημαντότητας, της ενοχής και άλλων ελλείψεων του Εγώ. Αυτή η αυτοπεριφρόνηση μετατρέπεται τελικά σε μίσος ενάντια στους άλλους και η μετατροπή αυτή καλύπτεται με την ένταξη σ’ ένα κίνημα, όπου υπάρχουν και άλλοι που μισούν κατά το ίδιο τρόπο. Όταν το μίσος προέρχεται περισσότερο από την αυτοπεριφρόνηση, παρά από μια δικαιολογημένη αιτία, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στο μίσος και στην ένοχη συνείδηση. Η αποτελεσματικότερη μέθοδος για την καθησύχαση της ένοχης συνείδησης είναι να πειστεί το άτομο ότι οι αδικημένοι είναι άθλια υποκείμενα, που αξίζουν κάθε τιμωρία, ακόμη και το θάνατο, διότι διαφορετικά θα εξαναγκαστεί να περιφρονήσει τον εαυτό του. Και όταν αυτό το μίσος φτάνει στο φόνο, τότε η σχιζοειδής ψυχή με το να έχει τη δύναμη να ταπεινώνει και να σκοτώνει, γλυτώνει από το τίποτα… από τίποτα, γίνεται αυτός που σκοτώνει…
Τελικά στην παρούσα ζωή ο καπιταλισμός δεν φαίνεται να καταρρέει, ούτε από τις αντιφάσεις του, ούτε από το επαναστατικό υποκείμενο, όπως πιστεύαμε στα νιάτα μας. Επίσης όπως λέει και το τραγούδι «δεύτερη ζωή δεν έχει», άρα δεν έχει ούτε χριστιανικό παράδεισο με πράσινα λιβάδια και αγγελάκια, ούτε μουσουλμανικό με παρθένες και ατζέμ πιλάφι. Οι τζιχαντιστές που εξεγείρονται και τα έχουν βάλει με την ιστορία, ας αναλογιστούν ότι αντί να σκοτώνουν και να πεθαίνουν για να δημιουργήσουν το είναι που δεν είναι, μπορούν να ζήσουν και να δίνουν ζωή, για να δημιουργήσουν αυτό που είναι. Και ίσως τότε καταλάβουν ότι το μόνο που μπορεί να πετύχει ο άνθρωπος με τη μεγαλύτερη ειρηνική προσπάθειά του, είναι να μειώσει τη δυστυχία του κόσμου…
Δημήτρης Σουλιώτης
Συγγραφέας