Όταν παρακολουθούσα την τελευταία ταινία του Giuseppe Tornatore «Θα σε περιμένω πάντα», θυμήθηκα έναν καλό φίλο που έφυγε από τη ζωή πολύ πρόωρα και όμως στο προφίλ του στο facebook, συνέχιζαν να εμφανίζονται μηνύματα και υπενθυμίσεις θεμάτων που έθιγε με τους φίλους του όταν ζούσε, σε βαθμό που κάποιος όχι τακτικός επισκέπτης του facebook, θα μπορoύσε να παρασυρθεί και να νομίζει ότι ο φίλος μας ζούσε ακόμα.
Μια διαθήκη με απαιτήσεις
Το αναφέρω αυτό, διότι στην ταινία του Giuseppe Tornatore, που ο πραγματικός της τίτλος είναι La Corrispondenza (Η αλληλογραφία), ο βασικός καμβάς της είναι η ηλεκτρονική αλληλογραφία μιας ερωτευμένης φοιτήτριας με τον ήδη νεκρό καθηγητής της. Μάλιστα, μιας μονομερούς αλληλογραφίας, αφού η φοιτήτρια παίρνει απόφαση ότι ο μεγάλος της έρωτας είναι νεκρός, της αρέσει που λαβαίνει μηνύματα, αλλά έχει την περιέργεια να λύσει το μυστήριο από πού προέρχονται, διότι δεν πιστεύει στα υπερφυσικά φαινόμενα. Σπουδάζει αστροφυσική και (ειρωνεία) μαζί με τον καθηγητή, συζητούσαν πάνω στο θέμα ότι τα άστρα που «παρατηρούν σήμερα» είναι ήδη νεκρά πριν από εκατομμύρια χρόνια και απλά βλέπουν το φώς τους. Στη δε έρευνά της, για την προέλευση των mails, των sms, των video και των φακέλων με επιστολές που λαβαίνει, ανακαλύπτει όλο και περισσότερο ποιος πραγματικά ήταν ο νεκρός καθηγητής, πόσο τον εκτιμούσαν στην κοινωνία και εκτελούσαν πρόθυμα την τελευταία του βούληση και πόσα χρήματα διέθετε, για να μπορεί να ικανοποιεί όλες αυτές τις παράλογες απαιτήσεις.
«Μια σύγχρονη ερωτική ιστορία»
Ο Giuseppe Tornatore, αναφερόμενος στην ιδέα της ταινίας, λέει χαρακτηριστικά: «Η ταινία είναι μια σύγχρονη ερωτική ιστορία. Πριν από 20 χρόνια, μπορεί να θεωρούνταν επιστημονική φαντασία και η πλοκή θα έμοιαζε ονειρική. Αλλά όχι σήμερα. Όλα είναι εντελώς ρεαλιστικά. Έχει να κάνει με μια αγάπη που μπορεί να ξεπεράσει κάθε εμπόδιο και με τη δύναμη που δίνει αυτό το σπουδαίο και μυστήριο συναίσθημα. Είχα την ιδέα πολύ καιρό, κάτι που μου συμβαίνει συχνά. Αρχικά, σκέφτηκα έναν αντρικό χαρακτήρα και μετά ορισμένους γυναικείους, αλλά δεν ήμουν εντελώς σίγουρος και το άφησα στην άκρη. Μετά αποφάσισα να βασίσω την ιστορία σε δύο χαρακτήρες, έναν άντρα και μία γυναίκα. Χάρη στην πρόοδο της τεχνολογίας και της επικοινωνίας, η ιδέα έγινε πιο συγκεκριμένη και έτοιμη για τη μεγάλη οθόνη».
Αλλά ας δούμε την υπόθεση του έργου, όπως μας έρχεται από την εταιρία διανομής: Η Έιμι (Olga Kurylenko), μια φοιτήτρια διδακτορικού, ρισκάρει επανειλημμένως τη ζωή της καθώς εργάζεται ως κασκαντέρ. Επηρεασμένη από συντριπτικές ενοχές, για ένα τραγικό περιστατικό του παρελθόντος και χωρίς πραγματική επιθυμία για τον ίδιο τον κίνδυνο, αρχίζει να συμφιλιώνεται με το παρελθόν, το παρόν και τις αντιξοότητες της ζωής, μέσα από τη σχέση της με τον Εντ (Jeremy Irons), έναν μεγαλύτερο σε ηλικία καθηγητή αστροφυσικής. Η σχέση αυτή θα παραμείνει, παράδοξα αλλά και ρομαντικά, αναλλοίωτη και μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Εντ.
«Ασυνήθιστη σχέση»
Από την υπόθεση, γνωρίζουμε, αλλά γίνεται φανερό και από τις πρώτες σκηνές της ταινίας, ότι η απουσία του καθηγητού, οφείλεται στο θάνατό του και άρα τα μηνύματα που λαβαίνει από αυτόν η Έιμι, δεν έρχονται από το υπερπέραν. Άλλωστε, η θαυμάσια και μελαγχολική φωτογραφία του Fabio Zamarion, καθώς και η υπέροχη ρομαντική μουσική του Ennio Morrricone δεν παραπέμπουν σε θρίλερ. Καθιστούν όμως περίεργο το θεατή, για μια επίλυση ενός μυστηρίου, παρόλο που ένας από τους ανακρινόμενους από την Έιμι συναδέλφους του, αφήνει να εννοηθεί ότι ήταν ένα παράλογο παιχνίδι του (η συνέχιση της αποστολής μηνυμάτων και μετά θάνατον) και εκείνος δεν ήθελε να συμμετάσχει.
Ο Giuseppe Tornatore αναφερόμενος σ’ αυτή την παράξενη, δι’ αλληλογραφίας σχέση, του Εντ και της Έιμι παραδέχεται ότι «η σχέση ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες ξεχωρίζει γιατί είναι ασυνήθιστη. Στην ταινία, εκτός από ορισμένες σκηνές, εκείνος είναι παρών στη ζωή της μέσα από μηνύματα, γράμματα, βίντεο και emails».
Για την επιλογή των δυο πρωταγωνιστών σ’ αυτή την παράξενη ερωτική ιστορία, ο Tornatore εξηγεί: «Η επιλογή του Jeremy Irons και της Olga Kurylenko ήταν το αποτέλεσμα μακροχρόνιας έρευνας, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές. Κάνεις πολλές οντισιόν και σε κάποιο σημείο αντιλαμβάνεσαι ότι βρήκες ακριβώς αυτό που έψαχνες. Και όταν συμβαίνει αυτό, όπως με την Olga, είναι υπέροχο! Χρειαζόμουν μια νέα, ομολογουμένως πανέμορφη και κυρίως ταλαντούχα ηθοποιό, καθώς ο ρόλος ήταν δύσκολος. Όλα συμβαίνουν από τη δική της οπτική και είναι πάντα παρούσα. Η Olga υποδύθηκε τον ρόλο με πολύ πάθος σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Η ερμηνεία του Jeremy Irons ήταν καταπληκτική και δημιούργησε μια καλή ατμόσφαιρα στο γύρισμα. Είχε όλα τα χαρακτηριστικά του ρόλου του. Χρειαζόμουν ένα ζευγάρι με μεγάλη διαφορά ηλικίας και την ίδια στιγμή με καλή χημεία. Η χημεία πραγματικά λειτούργησε. Το ίδιο συνέβη και με το μοτίβο της ιστορίας. Ήταν πραγματικά μια μοναδική εμπειρία».
Ο λόγος που πέτυχε η χημεία μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών με την τόσο μεγάλη διαφορά ηλικίας, οφείλεται, λέει ο Giuseppe Tornatore στο γεγονός ότι ο χαρακτήρας του Εντ προϋπήρχε: «Αυτές οι σκηνές γυρίστηκαν και μονταρίστηκαν πριν το γύρισμα της υπόλοιπης ταινίας. Έτσι, κάθε φορά που η Olga είχε αλληλεπίδραση με τον Jeremy Irons, στην πραγματικότητα είχε αλληλεπίδραση με τον χαρακτήρα στις σκηνές που είχαν ήδη γυριστεί. Η Olga δεν βρισκόταν με έναν ηθοποιό, αλλά με έναν χαρακτήρα». Μάλιστα, παραδέχεται ότι από την αρχή, είχε την αίσθηση ότι θα μπορούσαν να προκύψουν πολλές απρόβλεπτες εκπλήξεις, αλλά όπως λέει: «αποφάσισα να μην κάνω πρόβες, καθώς ήθελα να αιχμαλωτίσω την αυθεντική αντίδραση» της πρωταγωνίστριάς του.
«Θα σε περιμένω, πάντα» και «Το τέλειο χτύπημα»
Πολλοί σύγκριναν το «Θα σε περιμένω, πάντα» με την προηγούμενη ταινία του «Το τέλειο χτύπημα», που και εκεί υπήρχε το χαρακτηριστικό του μεγάλου έρωτα, καθώς και το στοιχείο του μυστηρίου. Ο Giuseppe Tornatore σχολιάζει ως εξής: «Η νέα ταινία είναι τελείως διαφορετική από την προηγούμενη, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν κάποια νήματα, παρ’ όλο που δεν ξέρω πόσο ορατά είναι, τα οποία συνδέουν τις δύο ταινίες. Η πλοκή της πρώτης είναι παρόμοια με την αφηγηματική προοπτική της δεύτερης. Είναι και οι δύο ερωτικές ιστορίες και το μυστήριο είναι δυνατό στοιχείο στις δύο ταινίες, αλλά το Θα σε Περιμένω, Πάντα έχει ένα διαφορετικό μυστήριο. Ίσως αυτό που συνδέει τις δύο ταινίες περισσότερο, είναι το γεγονός ότι ο ένας από τους δύο χαρακτήρες είναι σπανίως πραγματικά ορατός. Στο Τέλειο Χτύπημα, επειδή ο γυναικείος χαρακτήρας έχει αγοραφοβία, ενώ σε αυτήν, επειδή ο αντρικός χαρακτήρας είναι ουσιαστικά απών».
«Ο Ennio Morricone αυστηρός και σχολαστικός»
Για την εξαιρετικά ρομαντική μουσική του έργου και για τη σχέση του με τον Ennio Morricone, ο μεγάλος σκηνοθέτης αναφέρει: «Πρωτοσυνάντησα τον Ennio Morricone τον Ιανουάριο του 1988. Από τότε δουλεύουμε συνεχώς μαζί. Ο Ennio ποτέ δεν θεώρησε αυτή τη φιλία ως επαγγελματική παράκαμψη. Αυτό είναι ένα συχνό λάθος που κάνουν οι μακροχρόνιοι συνεργάτες και καταλήγουν καμιά φορά να παρεξηγούν την τρυφερότητα για ανεκτικότητα και ως αποτέλεσμα μειώνουν την ποιότητα του έργου. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί με τον Ennio, καθώς είναι πολύ αυστηρός και σχολαστικός. Είμαστε πολύ καλοί φίλοι. Δεν θα χρησιμοποιήσει γλυκές κουβέντες για να μην με πληγώσει. Αν προτείνει κάτι λάθος, τίποτα, ούτε η τρυφερότητα μου για εκείνον, ή το γεγονός ότι είναι μεγαλύτερος μου σε ηλικία, δε με σταματάει από το να του πω όταν κάτι είναι λάθος. Έχουμε συνεργαστεί για πάνω από 25 χρόνια. Είναι πολύ γενναιόδωρος και μου προσφέρει τις ικανότητες του και την εμπειρία του. Έτσι, ξέρω ότι μπορώ να του ζητήσω τα πάντα. Νιώθω σαν ακροβάτης, που ξέρει ότι δεν θα τραυματιστεί, καθώς υπάρχει ένα δίχτυ από κάτω. Η σχέση μας λειτουργεί καλά και πάντα θα είναι έτσι».
«Νιώθω μέρος του κοινού που παρακολουθεί την ιστορία»
Θα μπορέσει όμως το κοινό να παρακολουθήσει όλη αυτή την ουσιαστικά παράδοξη σχέση; Θα δεχτεί ότι όλα αυτά μπορούν να συμβούν; Πώς βλέπει τη σχέση του με το κοινό ο Giuseppe Tornatore; «Η σχέση μου με το κοινό είναι εύκολη. Αισθάνομαι μέρος του κοινού και πάντα προσπαθώ να το έχω στο μυαλό μου σε όλα τα στάδια της κινηματογραφικής παραγωγής. Όταν δημιουργώ μια ιστορία ποτέ δεν αναρωτιέμαι τι θα πει το κοινό, αν θα εκτιμήσουν το θέμα ή το ύφος. Ποτέ δεν κάνω αυτές τις ερωτήσεις στον εαυτό μου, γιατί νιώθω μέρος του κοινού που παρακολουθεί την ιστορία που γράφω. Δεν είναι απλώς μια σχέση, είναι πραγματική ταύτιση».
(Η ταινία «Θα σε περιμένω, πάντα» προβάλλεται από 14 Ιουλίου στους κινηματογράφους από την Feelgood, την οποία ευχαριστούμε για τη συνέντευξη).
Άγγελος Πολύδωρος