ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΟ
Γιώργος Πάλλης
Αναπληρωτής καθηγητής ΕΚΠΑ
Το πιο σημαντικό και εμβληματικό έργο της νεοελληνικής τέχνης με θέμα το Μαρούσι, ο ομώνυμος πίνακας του Αγήνορα Αστεριάδη από τις «Πολιτείες» του, εκτίθεται από τις 21 Ιουνίου στην έκθεση «Αστυγραφίες» στην Εθνική Πινακοθήκη. Πρόκειται για την πρώτη φορά, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, που το εν λόγω έργο παρουσιάζεται στο κοινό.
Το «Μαρούσι» είναι ένας μεγάλος πίνακας, διαστάσεων 2,80 x 3,40 μ., ζωγραφισμένος με την τεχνική της αυγοτέμπερας επάνω σε ξύλο. Φιλοτεχνήθηκε το 1973, τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατο του καλλιτέχνη και δωρήθηκε από τον ίδιο στην Εθνική Πινακοθήκη. Αποτελεί μια από τις τέσσερις «Πολιτείες» του Αστεριάδη – οι υπόλοιπες είναι η πατρίδα του Λάρισα, ο Πειραιάς και η Αθήνα.
Το έργο συνιστά ένα πανόραμα του κέντρου του Αμαρουσίου, από τον σταθμό του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου έως τη λεωφόρο Κηφισιάς, αποδοσμένο με μια ανορθόδοξη προοπτική που εμπνέεται από εκείνη των βυζαντινών τοιχογραφιών – ο Αστεριάδης ήταν επίσης δόκιμος αγιογράφος. Με καμβά τις γραμμές του τρένου και τους κεντρικούς δρόμους, ο ζωγράφος απεικόνισε τις πλατείες και τα σπουδαιότερα κτήρια του κέντρου -τον σταθμό, το παλαιό δημαρχείο, τους ναούς της Παναγίας, των Αγίων Ασωμάτων και των Αγίων Αναργύρων- αλλά και πολλά καταστήματα και σπίτια. Ανάμεσα στα πρώτα ξεχωρίζουν κανατάδικα, μαρμαράδικα, καφενεία αλλά και ένας κινηματογράφος. Τα σπίτια είναι στο σύνολό τους έργα λαϊκής και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, με επαύλεις αλλά και πιο ταπεινά οικήματα. Μεταξύ τους υπάρχει και το σπίτι του ζωγράφου στην οδό Θέμιδος.
Αυτή η πανοραμική απεικόνιση απαθανατίζει την όψη του Αμαρουσίου ως καταπράσινου προαστίου με χαμηλές οικοδομές, λίγο πριν από τη λαίλαπα της «αντιπαροχής» που το μετέτρεψε σε μια πυκνοδομημένη πόλη, στερημένη εν πολλοίς από την ταυτότητά της. Εκτός όμως από αυτή την ιδιαίτερη αξία που έχει ως στιγμή στην ιστορία του Αμαρουσίου, το έργο του Αστεριάδη αντιπροσωπεύει την ωριμότητα ενός από τους πιο χαρακτηριστικούς ζωγράφους της Γενιάς του ’30, όπου διασταυρώνονται η βυζαντινή ζωγραφική και η λαϊκή παράδοση, με διδάγματα της μοντέρνας τέχνης. Η σύνθεση έχει κάτι από ψηφιδωτό, με τη ζωηρή της πολυχρωμία και με τα δεκάδες επιμέρους θέματα -κτίσματα, αυτοκίνητα, ανθρώπους, δέντρα- που έχουν μια αυτόνομη μεν παρουσία αλλά συγκροτούν ένα αρμονικό σύνολο.
Ο Θεσσαλός στην καταγωγή Αγήνωρ Αστεριάδης έζησε και εργάστηκε στο Μαρούσι από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ως το τέλος της ζωής του, στο πέτρινο σπίτι – ατελιέ που έκτισε στην οδό Θέμιδος, το οποίο δεν υπάρχει πλέον (θυσιάστηκε και τούτο στην «αντιπαροχή»). Στο διάστημα αυτό φιλοτέχνησε μερικές δεκάδες έργα με θέμα αγροτικές καλλιέργειες και τοπία της περιοχής, τα οποία συνθέτουν μια μοναδική εικαστική αποτύπωση της ζωής και της εικόνας του Αμαρουσίου της εποχής εκείνης. Καθώς είναι διασκορπισμένα σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές, τα έργα αυτά θα άξιζε κάποτε να συγκεντρωθούν ως σύνολο σε ένα λεύκωμα.
Η έκθεση «Αστυγραφίες», όπου δεσπόζει το «Μαρούσι» του Αστεριάδη, θα διαρκέσει ως τις 3 Μαρτίου 2024. Το έργο διατίθεται επίσης από το πωλητήριο της Εθνικής Πινακοθήκης σε αναπαραγωγές διαφόρων μεγεθών.