Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 04/03/2023
Μια ασύλληπτη τραγωδία που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί σε μερικές αράδες λέξεων. Ίσως να είναι το ίδιο δύσκολο να αποτυπωθεί και στις εικόνες από το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη που συνέβη λίγο πριν από τα μεσάνυχτα της Τρίτης 1 Μαρτίου, αυτό που ζει για 24ωρα ολόκληρη η Ελλάδα. Κυρίως όμως το ζουν με τον χειρότερο τρόπο οι οικογένειες των πολλών ανθρώπων που έχασαν τόσο άδικα τη ζωή τους και όσοι επέζησαν μεν, αλλά βιώνουν τώρα τον δικό τους Γολγοθά για ν’ αναρρώσουν από τα τραύματά τους. Σωματικά και ψυχικά…
Η ιστορία καταγράφει έτσι το χειρότερο, το πλέον θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ελλάδα και ένα από τα χειρότερα στην Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες. Γεγονός που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες ή για αποσιώπηση των ευθυνών. Και όπως σε κάθε τέτοια περίπτωση, οι ευθύνες φαίνεται πως είναι διαχρονικές και διακομματικές. Για την κατάσταση στην οποία βρέθηκαν και βρίσκονται οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι και για το γεγονός ότι για μια ακόμη φορά ακούγονται φράσεις που έχουν ακουστεί σε άλλα πολύνεκρα δυστυχήματα για το «μαχαίρι που θα φτάσει στο κόκαλο», αλλά όλο κάπου σκαλώνει.
Η παραίτηση του αρμόδιου υπουργού Κώστα Αχ. Καραμανλή για λόγους ευθιξίας, ισοδυναμεί, πάντως, με ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για την τραγωδία. Και ο πρωθυπουργός στη δήλωσή του έδωσε τον τόνο: «Να μη μείνει το “ποτέ ξανά” κενός λόγος», είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, υποσχόμενος τη συγκρότηση διακομματικής επιτροπής για τη διερεύνηση των αιτίων του τραγικού δυστυχήματος. Οι πράξεις και οι παραλείψεις στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι άλλωστε οφθαλμοφανείς, όμως στην πραγματικότητα ακόμη και η ομολογία τους από τον σταθμάρχη της Λάρισας που ήταν ο υπεύθυνος για το γεγονός ότι τα δύο τρένα που συγκρούστηκαν κινούνταν στις ίδιες ράγες, δεν είναι βέβαιο ότι αρκεί για να κλείσει η υπόθεση. Τουναντίον, η ανυπαρξία ηλεκτρονικών συστημάτων ελέγχου στο σιδηροδρομικό δίκτυο και τα «τεφτέρια» του σταθμάρχη δεν αποτελούν απλώς ντροπή για τη χώρα, αλλά στην προκειμένη περίπτωση ξεπέρασαν το όριο της εγκληματικής αμέλειας και αγγίζουν αυτό του δόλου για τον χαμό δεκάδων ανθρώπων. Με διακομματική και διαχρονική πάντοτε ευθύνη.
Όπως ήταν λογικό εξάλλου, η τραγωδία που συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα και πλέον θανατηφόρα σιδηροδρομικά δυστυχήματα των τελευταίων ετών στην Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο, προκάλεσε ένα κύμα συμπαράστασης προς την Ελλάδα και τους διασώστες που επιχειρούν για 24ωρα προκειμένου να βρουν ανθρώπινα ίχνη κάτω από τα διαλυμένα βαγόνια των δύο τρένων. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα έγινε πρωτοσέλιδο στον διεθνή Τύπο και πρώτο θέμα στα διεθνή ΜΜΕ, αλλά για τον λάθος λόγο. Τα «γιατί» άλλωστε θα παραμείνουν και σ’ αυτή την περίπτωση αναπάντητα, ενώ όλοι γνωρίζουν πως δεν υπάρχει τρόπος ν’ απαλύνεις τον πόνο αυτών που έχασαν με τέτοιο τραγικό τρόπο τους δικούς τους ανθρώπους. Το κάνει μάλιστα ακόμη τραγικότερο το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους πρόκειται για νέους ανθρώπους, φοιτητές και άλλους, οι οποίοι επέστρεφαν στα σπίτια τους ή στον τόπο όπου σπούδαζαν μετά το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας. Σαν δηλαδή το σύμπαν ολόκληρο να συνωμότησε για να γραφτεί αυτή η μαύρη σελίδα και να συμβεί αυτή η φοβερή τραγωδία, για την οποία, ωστόσο, ουδείς έκανε κάτι για να την αποτρέψει. Αν και είχε προβλεφθεί με την κατάσταση που επικρατεί στους σιδηροδρόμους και η αλυσίδα των λαθών και παραλείψεων ήταν αναμενόμενο, δυστυχώς, να οδηγήσει σ’ αυτό το μοιραίο αποτέλεσμα.