Γράφει ο Αιμίλιος Περδικάρης
H Ελλάδα απουσίασε από τη διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη – χωρίς αυτό να είναι δική της απόφαση, αλλά των διοργανωτών – και η Τουρκία ήταν εκεί. Αυτό και μόνο αρκεί για να καταλάβει κάποιος ότι τα συμφέροντα που διακυβεύονται στην περιοχή είναι πολλά και πως τα ερείσματα που διαθέτουν οι γείτονες είναι ισχυρά. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο και περισσεύουν οι λεονταρισμοί από την πλευρά της Άγκυρας, με έμφαση να δίνεται στο περίφημο μνημόνιο με τη Λιβύη για τις θαλάσσιες ζώνες.
Η Αθήνα, ωστόσο, δίνει τις δικές της απαντήσεις μέσα από τη διπλωματία και την πολιτική της κυβέρνησης. Η αιφνιδιαστική επίσκεψη του Λίβυου στρατάρχη Χάφταρ στην Αθήνα ήταν μια εντυπωσιακή, αν μη τι άλλο, κίνηση και λειτούργησε ως απάντηση στον αποκλεισμό της Ελλάδας από τη διάσκεψη του Βερολίνου. Την ίδια στιγμή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις επαφές του με αξιωματούχους της Κομισιόν – αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας – δεν ζήτησε τίποτε άλλο από το αυτονόητο. Την υπεράσπιση, δηλαδή, των αποφάσεων των Ευρωπαίων εταίρων και μάλιστα σε επίπεδο Συνόδου Κορυφής κατά της τουρκικής παραβατικής συμπεριφοράς και προκλητικότητας.
Η υπεράσπιση των ελληνικών δικαίων, ωστόσο, ήρθε από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Με μια ιδιαίτερα θερμή επιστολή, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο ξεκαθάρισε ότι οι ΗΠΑ βρίσκονται στο πλευρό της Ελλάδας και κάλεσε εμμέσως την Τουρκία ν’ απέχει από οποιαδήποτε παράνομη και προκλητική ενέργεια. Την ίδια στιγμή, ο εκπρόσωπος του State Department καταδίκασε τις τουρκικές απόπειρες για γεώτρηση στο «οικόπεδο 8» της κυπριακής ΑΟΖ.
Κατόπιν τούτων, η κυβέρνηση μιλά για απτή απόδειξη της επιτυχίας της επίσκεψης Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, «καρφώνοντας» την αντιπολίτευση, ενώ η Βουλή κυρώνει την αμυντική συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ με το εξής παράδοξο: ο ΣΥΡΙΖΑ που αντιδρά ήταν αυτός που έβαλε τις βάσεις γι’ αυτήν, με την επίσκεψη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο τον Οκτώβριο του 2017.