Πανάκριβα κοστίζει στον μέσο Έλληνα εργαζόμενο η λεγόμενη «δωρεάν Παιδεία», σύμφωνα με την έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, τα οποία αφορούν την τριετία 2004-2007.
Συνολικά και σε ετήσια βάση, τα νοικοκυριά δαπανούν 804 εκατ. ευρώ για την προσχολική και πρωτοβάθμια εκπαίδευση, 1,3 δισ. ευρώ στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και 1,4 δισ. ευρώ στην τριτοβάθμια.
Τα περισσότερα χρήματα δαπανώνται για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τη φροντιστηριακή υποστήριξη υποψηφίων των πανελλαδικών εξετάσεων και για την εγκατάσταση των φοιτητών στην πόλη όπου εδρεύει το ΑΕΙ ή το ΤΕΙ επιτυχούς εισόδου τους.
Πού πληρώνουν περισσότερο
Οι περιοχές που δαπανούν περισσότερα είναι η Αττική, η Κεντρική Μακεδονία (συμπεριλαμβάνεται το πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης), η Θεσσαλία, η Δυτική Ελλάδα και τα νησιά του Ιονίου. Ταυτόχρονα καταγράφεται καθίζηση και στη συνολική κρατική δαπάνη για την Παιδεία, καθώς από το 3,19% του ΑΕΠ το 2005 η κρατική χρηματοδότηση έπεσε στο 3,07% το 2007. Και όλα αυτά, όταν η δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών την πενταετία 2000-2005 συνιστά το 5,19% του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σε σχέση με το 4,79% της περιόδου 1995-2000.
Στην 23η θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. βρίσκεται η Ελλάδα τόσο στην αναλογία υπολογιστών ανά εκατοντάδα μαθητών (5,7) όσο και στις τεχνολογικές προδιαγραφές υποστήριξης των ηλεκτρονικών εφαρμογών. Ταυτόχρονα, αναλογεί μόλις το 1/50 ενός πλήρους, εξοπλισμένου εργαστηρίου (και υπολογιστών) ανά σχολείο, ενώ το ίδιο χαμηλά κινούνται τα ποσοστά γυμναστηρίων, βιβλιοθηκών και εργαστηρίων Χημείας και Φυσικής (το 1/5 ανά σχολείο, το 1/6 ανά σχολείο και το 1/2 ανά σχολείο αντίστοιχα). Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται στα δημόσια σχολεία, καθώς στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, αναλογεί τουλάχιστον ένα εργαστήριο και γυμναστήριο και μία βιβλιοθήκη ανά σχολικό συγκρότημα.
Εγκαταλείπουν…
Το ποσοστό των διαρροών του μαθητικού πληθυσμού αγγίζει το 14,7% (μέσος ευρωπαϊκός όρος, 15%), οριακά αυξημένο κατά 0,4% σε σχέση με την τριετία 2001-2004. Αρνητικοί «πρωταθλητές» στην πρόωρη διακοπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, κυρίως στο Γυμνάσιο και στην Α΄ τάξη του Λυκείου, είναι οι Νομοί Δυτικής Αττικής, Ρεθύμνου, Ξάνθης, Ροδόπης, Ηλείας, Δωδεκανήσου, Ηρακλείου και Λευκάδος (ποσοστά εγκατάλειψης από 23% ως 17,1%). Αντίθετα τα υψηλότερα ποσοστά συνεπούς παρακολούθησης και ολοκλήρωσης του κύκλου εκπαίδευσης στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρατηρούνται στους Νομούς Ευρυτανίας, Γρεβενών, Αρκαδίας, Λαρίσης, Χίου, Λέσβου, Χανίων και Σερρών (ποσοστά εγκατάλειψης από 1,8% ως 5,4%).
Χαώδης εμφανίζεται η διαφορά στις επιδόσεις. Το 14,5% των μαθητών δημόσιων σχολείων, όλων των βαθμίδων, σημειώνει άριστη ή πολύ καλή βαθμολογία ή επίδοση, σε αντίθεση με το 47,3% εκείνων οι οποίοι φοιτούν σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια.
Επιμέρους βελτιώσεις πάντως παρατηρούνται στη στελέχωση των σχολικών μονάδων, καθώς έχει μειωθεί συγκριτικά με την τριετία 2001-2004 το ποσοστό κενών θέσεων στα δημοτικά και στα λύκεια και προσλήψεων εξειδικευμένου προσωπικού (6,2% και 9,7% αντίστοιχα), αν και παραμένει υψηλό το αντίστοιχο ποσοστό υποστελέχωσης στα νηπιαγωγεία και στα γυμνάσια (11,7% και στις δύο περιπτώσεις).