Ο «Τειρεσίας»
Δεν υπάρχουν αλλαγές σημαντικές σε σχέση με την αρχική ρύθμιση παρά μόνο στο ότι διατηρείται η 15ετία παραμονής τήρησης των αρχείων μη εξοφλημένων οφειλών από τις τράπεζες (το αρχικό σχέδιο προβλέπει μείωση του διαστήματος αυτούς στα 10 χρόνια).
Το τελικό σχέδιο προβλέπει επίσης τη μη εμφάνιση δυσμενών στοιχείων που έχουν εξοφληθεί (μετά την αμνηστία) αν συνολικά δεν υπερβαίνουν το ποσό των 3000 ευρώ από 1000 ευρώ που ισχύει σήμερα και από τα 5000 ευρώ που προέβλεπε το αρχικό σχέδιο.
Κατά τα λοιπά:
– Δίνεται γενικευμένη αμνηστία για όλες τις καταγραφές δυσμενών δεδομένων στα αρχεία του «Τειρεσία» και αφορούν οποιαδήποτε οφειλή που είτε έχει εξοφληθεί ή θα εξοφληθεί μέσα σε τρεις μήνες από την ψήφιση του νόμου. Ως συνέπεια της ρύθμισης αυτής αίρεται και το μέτρο της διοικητικής στέρησης βιβλιαρίου επιταγών.
– Μειώνονται τα χρονικά διαστήματα τήρησης δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς στον «Τειρεσία» κατά ένα χρόνο. Συγκεκριμένα, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εξοφληθεί η οφειλή στο σύνολό της:
α) Για απλήρωτες επιταγές, απλήρωτες κατά τη λήξη τους συναλλαγματικές, γραμμάτια εις διαταγήν και καταγγελίες συμβάσεων δανείων και πιστώσεων από 3 σε 2 έτη.
β) Για διαταγές πληρωμής από 4 σε 3 έτη.
γ) Για κατασχέσεις και επιταγές προς πληρωμή, περιλήψεις εκθέσεων κατάσχεσης, προγράμματα πλειστηριασμών και διοικητικές κυρώσεις του Υπουργείου Οικονομικών, από 4 σε 3 έτη.
– Το ποσό μη εμφάνισης δυσμενών οικονομικών δεδομένων στον «Τειρεσία» για οφειλές που δεν έχουν εξοφληθεί από 500 ευρώ που είναι σήμερα αυξάνεται στα 1.000 ευρώ.
– Αυξάνεται και το ποσό μη εμφάνισης δυσμενών οικονομικών δεδομένων στον «Τειρεσία» για οφειλές που έχουν εξοφληθεί από 1.000 ευρώ που είναι σήμερα σε 3.000 ευρώ.
– Οι τράπεζες υποχρεούνται να ενημερώνουν τον «Τειρεσία» μέσα σε δύο εργάσιμες ημέρες από τότε που περιήλθε σε αυτές η απόδειξη για την εξόφληση της οφειλής. Η ενημέρωση αυτή από τις τράπεζες γίνεται χωρίς την αξίωση αμοιβής ή δαπάνης από τον οφειλέτη.
– Όταν υφίστανται σοβαροί λόγοι αμφισβήτησης της οφειλής δίνεται η δυνατότητα στον οφειλέτη να προσφεύγει με τη διαδικασία των Ασφαλιστικών Μέτρων στο αρμόδιο δικαστήριο και να επιτυγχάνει να μην εμφανίζονται στον «Τειρεσία» το δυσμενές δεδομένο της οφειλής μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης από το δικαστήριο. Αυτό συμβαίνει μόνον όταν υφίστανται σοβαροί λόγοι για την αμφισβήτηση της οφειλής και όταν η οφειλή δεν επηρεάζει την πιστοληπτική ικανότητα του οφειλέτη.
– Κατά τη διάρκεια της στέρησης βιβλιαρίου επιταγών, επιτρέπεται στις τράπεζες να χορηγούν βιβλιάριο επιταγών ορισμένου συνολικού ύψους, εφόσον η πληρωμή των επιταγών που περιέχονται σε αυτό, είναι εγγυημένη από φερέγγυο, κατά την αξιολόγηση της τράπεζας, τρίτο πρόσωπο μέχρι του ύψους αυτού.
Υπερχρεωμένα νοικοκυριά
Σε ό,τι αφορά στο νομοσχέδιο για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων έχουν επέλθει τρεις σημαντικές αλλαγές.
Σύμφωνα με την πρώτη τα στεγαστικά δάνεια θα εξακολουθούν μέχρι τη συζήτηση της αιτήσεως για αναστολή των διωκτικών μέτρων να εκτοκίζονται με το συμβατικό επιτόκιο και να εξυπηρετούνται με δόση ενήμερης οφειλής. Δεν παγώνει δηλαδή από την αρχή, δηλαδή από την κοινοποίηση της αίτησης, η οφειλή.
Η δεύτερη αλλαγή προβλέπει ότι οι υπερχρεωμένοι που έχουν αποδεδειγμένη αδυναμία εξυπηρέτησης των χρεών τους μπορούν να ρυθμίσουν ένα μικρό μέρος αυτών και να απαλλαγούν από το υπόλοιπο με μηνιαίες καταβολές για 4 χρόνια και για τουλάχιστον το 10% των οφειλών τους. Το αρχικό σχέδιο δεν προσδιόρισε επακριβώς το χρονικό διάστημα και έκανε λόγο για 3 με 5 χρόνια.
Η τρίτη αλλαγή αφορά στη δικαστική αρχή που αναλαμβάνει να διευθετεί το συμβιβασμό μεταξύ τράπεζας και οφειλέτη.
Στο αρχικό σχέδιο η πρόβλεψη αφορούσε στα Πρωτοδικεία και τελικά το έργο θα αναλάβουν τα Ειρηνοδικεία και η υπουργούς έχει ζητήσει και την πρόσληψη 80 νέων ειρηνοδικών για να αντιμετωπίσουν τον όγκο εργασίας.
Σε ό,τι αφορά στους εγγυητές έχουν δικαίωμα υπαγωγής τους στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του νομοσχεδίου εάν πληρούν τις προϋπόθεσης.
Όπως είπε η υπουργός, μέσα σε ένα χρόνο, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των νοικοκυριών για καταναλωτικά δάνεια προς τις τράπεζες έχουν αυξηθεί κατά 70%. Συγκεκριμένα, στις 30/09/2008 ήταν 33,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 6,9% (2,3 δισ. ευρώ), ενώ στις 30/09/2009 ήταν 34,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 11,7% (4,1 δισ. ευρώ).
Αντίστοιχα, για τα στεγαστικά δάνεια: οι ληξιπρόθεσμες οφειλές έχουν αυξηθεί κατά 54% μέσα σε ένα χρόνο. Συγκεκριμένα, στις 30/09/2008 ήταν 65,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 4,6% (3 δισ. ευρώ), ενώ στις 30/09/2009 ήταν 72,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σε καθυστέρηση ήταν το 6,9% (5,1 δισ. ευρώ).
Με το νομοσχέδιο, δίνεται η δυνατότητα, μέσα από καθορισμένη δικαστική διαδικασία, σε όσους καταναλωτές έχουν διαπιστωμένη και μόνιμη αδυναμία να αποπληρώσουν τα χρέη τους, να τα ρυθμίσουν και να απαλλαγούν από αυτά, εξοφλώντας με ρεαλιστικούς με βάση το εισόδημά τους όρους ένα μέρος των χρεών που καθορίζεται από το Δικαστήριο και δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 10% των οφειλών.
Περιουσιακά στοιχεία
Απαραίτητη προϋπόθεση για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι να μην υφίστανται περιουσιακά στοιχεία και να μην επαρκούν τα τρέχοντα εισοδήματα του καταναλωτή για την ικανοποίηση των δανειακών υποχρεώσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταθέτει κάθε μήνα για 4 έτη μέρος του εισοδήματός του στους πιστωτές. Αν δεν τηρήσει τις υποχρεώσεις του δεν επέρχεται απαλλαγή από τα χρέη.