Δεν ήταν ο δαίμων του τυπογραφείου, αλλά ο δαίμων της… διαπραγμάτευσης, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα μάς διέψευσε σχετικά με την έκβαση των συζητήσεων κυβέρνησης-εταίρων. Αυτή η ιστορία, άλλωστε, η οποία χρονολογείται πέντε μήνες τώρα – ή παραπάνω από εννέα, αν προσθέσει κάποιος και το διάστημα με το «mail Χαρδούβελη», πριν τις εκλογές – μας εκπλήσσει διαρκώς με τις οβιδιακές της μεταμορφώσεις: από την κόλαση, στον παράδεισο και τούμπαλιν.
Κάπως έτσι εξακολουθεί να βρίσκεται και η ίδια η χώρα – και οι πολίτες της: από την κόλαση στον παράδεισο και τούμπαλιν. Το ενδεχόμενο της ρήξης αίφνης βγήκε στον αφρό ισχυρότερο από ποτέ, γεννώντας σενάρια καταστροφής για κλειστές τράπεζες, χρεοκοπία και χάος. Εξακολουθεί, όμως, να είναι υπαρκτό ή απλώς επικρέμεται ως απειλή, για να κλείσει η συμφωνία την ύστατη ώρα, με δύσκολες αποφάσεις;
Οι απαντήσεις ίσως και να έχουν δοθεί τις ώρες που εσείς διαβάζετε αυτές τις γραμμές. Ίσως όμως και όχι. Το σίγουρο είναι ότι η κλεψύδρα αδειάζει επικίνδυνα. Το τελευταίο σενάριο ήθελε τον Ζαν Κλωντ Γιουνκέρ να παρουσιάζει νέα, αναθεωρημένη και βελτιωμένη πρόταση των Θεσμών προς την Ελλάδα, προς επίτευξη συμφωνίας και να ακολουθεί έκτακτη Σύνοδος Κορυφής το Σαββατοκύριακο, για τις πολιτικές αποφάσεις.
Εάν επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο και όλα οδηγήσουν σε λύση, δεν σημαίνει ασφαλώς ότι η συμφωνία θα είναι ευχάριστη για την Ελλάδα. Αντιθέτως, αρκετά από τα μέτρα που θα περιλαμβάνει πιθανότατα θα είναι ακόμη πιο σκληρά απ’ ό,τι είχε αναφερθεί αρχικά. Θα είναι, όμως, ακόμη κι έτσι το τελευταίο καταφύγιο πριν την απόλυτη καταστροφή και τη χρεοκοπία; Έτσι υποστηρίζουν κάποιοι. Ενώ άλλοι επιμένουν ότι «δεν έχουμε κάτι να χάσουμε», απορρίπτοντας τη συμφωνία.
Τι ισχύει πραγματικά, ουδείς μπορεί να γνωρίζει. Άλλωστε, και οι εκατέρωθεν πολιτικοί παράγοντες που εμπλέκονται στις διαπραγματεύσεις παραδέχονται ότι μπαίνουμε σε «αχαρτογράφητα νερά».
Το σενάριο παράτασης της υπάρχουσας συμφωνίας – για το οποίο έγραψε η ΑΜΑΡΥΣΙΑ την προηγούμενη εβδομάδα – δεν έχει εγκαταλειφθεί. Μπορεί η κυβέρνηση να δηλώνει ότι δεν το θέλει, διότι δεν έχει κάτι να προσφέρει, ωστόσο μπορεί την ύστατη στιγμή να αποτελέσει «το μη χείρον, βέλτιστον» και να επιλεγεί. Να δώσει, δηλαδή, προσωρινές ανάσες στην κυβέρνηση και την οικονομία και τον απαραίτητο χρόνο για να συνεχιστούν οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών. Με μόνη προϋπόθεση, ως κίνηση καλής θέλησης, να ολοκληρώσει άμεσα η Αθήνα κάποια από τα «προαπαιτούμενα».
Όπως και να έχουν τα πράγματα, βέβαιο είναι ότι το θρίλερ οδεύει προς το τέλος του. Αν θα έχει ή όχι happy end για όλους εμάς, εξαρτάται από τους τίτλους τέλους που θα πέσουν.