Συνεχή βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στην Ελλάδα διαπιστώνει η εξαμηνιαία έρευνα συγκυρίας της Εθνικής Τράπεζας για τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις (ΜΜΕ) σε δείγμα 1.100 εταιρειών. Στην έρευνα σημειώνεται ότι «υπάρχουν αυξημένα περιθώρια επιτάχυνσης της ανάκαμψης του επιχειρηματικού τομέα, καθώς η εξωστρέφεια δεν έχει ακόμα καταφέρει να λειτουργήσει ως δυναμικός πυλώνας ανάκαμψης». Σε αυτό το πλαίσιο, αναφέρει η μελέτη, «οι ΜΜΕ εκφράζουν την ανάγκη να πραγματοποιηθούν -θεσμικές κυρίως- μεταρρυθμίσεις ώστε η πραγματοποιηθείσα βελτίωση της ανταγωνιστικότητας από την κάθετη μείωση του κόστους εργασίας να αποτυπωθεί σε αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας».
«Οι προσδοκίες ζήτησης είναι θετικές για πρώτη φορά στη διάρκεια της κρίσης, ωστόσο η ρευστότητα συνεχίζει να λειτουργεί περιοριστικά. Το επιχειρηματικό κλίμα συνέχισε να βελτιώνεται στο πρώτο εξάμηνο του 2014, περνώντας για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της κρίσης σε θετικά επίπεδα (με άνοδο 37 μονάδων από το κατώτατο σημείο του στο πρώτο εξάμηνο του 2012). Η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος είναι εντονότερη στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του δείγματoς, καθώς η πλειοψηφία των μικρότερων ΜΜΕ παραμένει σε φάση επιβίωσης», αναφέρει η μελέτη.
Οι τομείς που «κάνουν τη διαφορά»
Όσον αφορά τους επιμέρους τομείς δραστηριότητας, θετικά ξεχωρίζουν: (i) η βιομηχανία (ειδικά οι κλάδοι τροφίμων και χημικών), (ii) ο τουρισμός, και (iii) οι μεταφορές. Εν τω μεταξύ, οι εμπορικές ΜΜΕ εμφανίζονται χρηματοοικονομικά αδύναμες και οι κατασκευαστικές συνεχίζουν να λειτουργούν σε ένα περιβάλλον αναιμικής ζήτησης.
Όσον αφορά τις διαφοροποιήσεις ανά περιφέρεια, σημειώνεται ότι «οι ΜΜΕ της Θεσσαλονίκης υπερισχύουν, με υψηλότερη αντοχή, καλύτερη κερδοφορία και μικρό πρόβλημα ρευστότητας. Η καλύτερη εικόνα τους εν μέρει οφείλεται στην ευκολότερη πρόσβαση στις αγορές της ΝΑ Ευρώπης (οι οποίες απορροφούν το ½ των εξαγωγών τους). Οι ΜΜΕ της επαρχίας γενικότερα είναι οι περισσότερο χρηματοοικονομικά αδύναμες, καθώς έχουν μεγαλύτερο ποσοστό πολύ μικρών επιχειρήσεων (51% έναντι 39% για τις μεγάλες πόλεις) και είναι συγκεντρωμένες σε λιγότερο δυναμικούς κλάδους (60% των ΜΜΕ της επαρχίας είναι εμπορικές έναντι 51% για τις μεγάλες πόλεις)».
Αγκάθι η στασιμότητα στην εξωστρέφεια, παρά την αναιμική εγχώρια ζήτηση και τη βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα κόστους, η εξωστρέφεια των ΜΜΕ παρουσίασε οριακή μόνο αύξηση, αναφέρει η μελέτη. «Αν και ο βαθμός εξωστρέφειας των ΜΜΕ αυξήθηκε οριακά την τελευταία πενταετία (9% του κύκλου εργασιών, από 8% το 2008), το επίπεδο εξαγωγών της μέσης ΜΜΕ μειώθηκε την τελευταία πενταετία,- καταδεικνύοντας έτσι την παρουσία εμποδίων στο να αναχθούν οι εξαγωγές σε μοχλό ανάκαμψης της οικονομίας. Συγκεκριμένα, μόλις το 1/3 των ΜΜΕ με εξαγωγική δραστηριότητα έχουν προχωρήσει σε αύξηση του ποσοστού εξωστρέφειάς τους, ενώ υπήρξε και ένα 15% που μείωσε το ποσοστό των πωλήσεων που πραγματοποιεί στο εξωτερικό.
Θετικά ξεχωρίζουν οι βιομηχανίες τροφίμων και χημικών, ο τουρισμός και οι μεταφορές, όπου η αύξηση εξωστρέφειας μετρίασε ή και αντιστάθμισε την πτωτική πορεία της εγχώριας ζήτησης.
Στο σημείο αυτό είναι σημαντικό να τονιστεί ότι αν και οι ΜΜΕ με εξαγωγική δραστηριότητα είναι λίγες στην επαρχία (21% έναντι 40% στις μεγάλες πόλεις), κατάφεραν να βελτιώσουν σημαντικά την εξωστρέφειά τους (με τις εξαγωγές να καλύπτουν το 44% των πωλήσεων το 2014, από 24% το 2012), ακολουθώντας στοχευμένες στρατηγικές για να αντιμετωπίσουν την εγχώρια χαμηλή ζήτηση.
Αντίθετα, οι ΜΜΕ στις δύο μεγάλες πόλεις (Αθήνα – Θεσσαλονίκη) μείωσαν την εξωστρέφειά τους στο αντίστοιχο διάστημα, καθώς βασικό κίνητρο εξαγωγών είναι η ευκαιρία επέκτασης και όχι μια συστηματική στρατηγική εξαγωγών» επισημαίνεται. «Η αδύναμη σχετικά εξαγωγική συμπεριφορά των ΜΜΕ καταδεικνύει ότι η σημαντική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όρους κόστους, που επιτεύχθηκε από τη μείωση του κόστους εργασίας 50% την τελευταία πενταετία, δεν αρκεί για να αναδειχθούν οι εξαγωγές σε κινητήρια δύναμη της ανάκαμψης.