Για πρώτη φορά παρουσιάστηκε με ιδιαίτερα μεγάλη επιτυχία στον Δήμο Κηφισιάς όπερα, αυτό το δύσκολο είδος θεάματος ικανοποιώντας ακόμα και τους πιο απαιτητικούς θεατές. Οι γνωστές άριες κι η χαρακτηριστική και τόσο αγαπητή και δημοφιλής μουσική της όπερας του G.Bizet «Κάρμενα» πλημμύρησαν το Αίθριο του δημαρχείου Κηφισιάς προσφέροντας στο πολυπληθές κοινό που κατέκλεισε τον χώρο μια μοναδική μουσική βραδιά.
Διασκεδαστική με πολλές πινελιές χιούμορ η διασκευή του λιμπρέττο από την Κασσάνδρα Δημοπούλου που υπέγραψε την σκηνοθεσία αλλά κι ερμήνευσε με ιδιαίτερη επιτυχία τον ομότιτλο ρόλο, ενώ στον ρόλο του Δον Χοσέ ήταν ο Φίλιππος Μοδινός.
Άριστη η επταμελής ορχήστρα υπό την διεύθυνση του μαέστρου Χρήστου Κτιστάκη συνόδευσε τους λυρικούς καλλιτέχνες που ερμήνευσαν υποδειγματικά τους ρόλους τους.
Σταύρος Ζαπάντης – πρόεδρος «Δημήτριος Βικέλας»
«Πρώτη φορά στην πόλη μας όπερα με ζωντανή ορχήστρα»
Στον χαιρετισμό που απηύθυνε στην εκδήλωση ο Πρόεδρος του Οργανισμού Πολιτισμού & Αθλητισμού «Δημήτριος Βικέλας» του Δήμου Κηφισιάς και δημοτικός σύμβουλος Σταύρος Ζαπάντης, μεταξύ άλλων, ανέφερε τα εξής: «Είναι η πρώτη φορά που ο Δήμος μας θα φιλοξενήσει όπερα με ζωντανή ορχήστρα, καθώς μέχρι τώρα είχαν παρουσιαστεί μόνο παραστάσεις μουσικού θεάτρου, όπως οπερέτα, αλλά όπερα ποτέ!».
Παραβρέθηκαν επίσης η πρόεδρος της Δημοτικής επιχείρησης «Μένανδρος» και δημοτική σύμβουλος Πόλυ Αστερίου, ο δημοτικός σύμβουλος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Πολιτισμού & Αθλητισμού «Δημήτριος Βικέλας» του Δήμου Κηφισιάς Γιάννης Καπάτσος, η πρόεδρος της Δημοτικής Κοινότητας Εκάλης Λίλα Δραγώνα, καλλιτέχνες της λυρικής σκηνής και μεγάλο πλήθος κόσμου.
Παγκόσμια πρεμιέρα το 1875 χωρίς επιτυχία
Η Κάρμεν (Carmen) είναι μία όπερα σε 4 πράξεις του Γάλλου συνθέτη Ζωρζ Μπιζέ. Το λιμπρέτο της γράφτηκε από τους Ανρί Μεϊλάκ και Λυντοβίκ Αλεβύ με βάση μία ομώνυμη νουβέλα του Προσπέρ Μεριμέ. Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας έγινε στη σκηνή Opéra-Comique στο Παρίσι, στις 3 Μαρτίου 1875, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Στην πρώτη της περίοδο πραγματοποίησε 36 παραστάσεις, αλλά πριν τελειώσουν ακόμα και αυτές ο Μπιζέ πέθανε ξαφνικά και έτσι δεν γνώρισε τη μεταγενέστερη μεγάλη επιτυχία της όπερας. Η Κάρμεν, που ανήκει στο είδος της όπερα κομίκ, με μουσικά νούμερα που χωρίζονται με διαλόγους, διηγείται την ιστορία της καταστροφής του Δον Χοσέ, ενός απλοϊκού στρατιώτη που σαγηνεύεται από τα παραπλανητικά νάζια της φλογερής τσιγγάνας Κάρμεν. Ο Χοσέ εγκαταλείπει τον παιδικό του έρωτα και τα στρατιωτικά του καθήκοντα, αλλά παρ’ όλα αυτά χάνει τον έρωτα της Κάρμεν από τον φημισμένο ταυρομάχο Εσκαμίγιο, οπότε ο Χοσέ τη σκοτώνει σε μια κρίση ζηλοτυπίας. Η παρουσίαση της ζωής των εξαθλιωμένων, της ανηθικότητας και της ανομίας, καθώς και το τραγικό τέλος, στο οποίο το ομώνυμο πρόσωπο πεθαίνει επί σκηνής, υπήρξαν πρωτοποριακά στοιχεία για τη γαλλική όπερα και προκάλεσαν πολλές συζητήσεις. Μετά την πρεμιέρα οι περισσότερες κριτικές ήταν αρνητικές και το γαλλικό κοινό γενικά μάλλον αδιάφορο. Η Κάρμεν πρώτα κέρδισε τη φήμη της σε παραστάσεις της έξω από τη χώρα, και δεν ξαναπαίχθηκε στο Παρίσι μέχρι το 1883. Στη συνέχεια έγινε γρήγορα διάσημη και συνεχίζει να είναι μία από τις συχνότερα παιζόμενες όπερες. Μεταγενέστεροι σχολιαστές έχουν γράψει ότι η Κάρμεν στέκεται ως γέφυρα ανάμεσα στην παράδοση της όπερα κομίκ και στον ρεαλισμό ή βερισμό που χαρακτηρίζει την ιταλική όπερα του ύστερου 19ου αιώνα.
Η μουσική της Κάρμεν έχει ευρύτατα εξυμνηθεί για την ευφυή μελωδία, την αρμονία, την ατμόσφαιρα και την ενορχήστρωσή της, καθώς και για την επιδεξιότητα με την οποία ο Μπιζέ απέδωσε μουσικά τα συναισθήματα των χαρακτήρων του. Μετά τον θάνατο του συνθέτη η μουσική του έργου τροποποιήθηκε με την εισαγωγή ρετσιτατίβων στη θέση των αρχικών πεζών διαλόγων. Δεν υπάρχει πρότυπη έκδοση της όπερας και υφίστανται διαφορετικές απόψεις ως προς το ποιες εκδοχές της εκφράζουν καλύτερα τις προθέσεις του ίδιου του Μπιζέ. Η όπερα έχει ηχογραφηθεί πολλές φορές μετά την πρώτη της ηχογράφηση, σε δίσκο 78 στροφών το 1908, ενώ και η πλοκή της έχει αποτελέσει το αντικείμενο πολλών μεταφορών σε κινηματογραφική ταινία και θεατρικό έργο.
Ζωρζ Μπιζέ | «Οι μπουρζουάδες δεν κατάλαβαν ούτε μία λέξη από το έργο που έγραψα για λόγου τους;»
Επειδή οι πρόβες άρχισαν τον Οκτώβριο του 1874 και κράτησαν περισσότερο από το αναμενόμενο, η πρεμιέρα καθυστέρησε. Ορίσθηκε τελικά για τις 3 Μαρτίου 1875, την ημέρα που κατά σύμπτωση ανακοινώθηκε η ανάδειξη του Μπιζέ σε ιππότη της Λεγεώνος της Τιμής. Την παράσταση παρακολούθησαν πολλές από τις κυριότερες μορφές της μουσικής στο Παρίσι, όπως οι: Μασενέ, `Οφενμπαχ, Ντελίμπ και Γκουνώ. Κατά τη διάρκεια της πρεμιέρας μάλιστα ο τελευταίος ακούστηκε να παραπονείται ότι ο Μπιζέ είχε κλέψει τη μουσική της άριας της Μικαέλα στην τρίτη πράξη από αυτόν: «Αυτή η μελωδία είναι δική μου!». Ο Αλεβύ έγραψε τις εντυπώσεις του από την πρεμιέρα σε γράμμα του προς φίλο: η πρώτη πράξη έγινε καλώς αποδεκτή από το κοινό, με χειροκρότημα για τις κύριες άριες. Το πρώτο μέρος της Β΄ πράξεως πήγε επίσης καλά, αλλά μετά το «Τραγούδι του ταυρομάχου» υπήρχε, όπως σημείωσε ο Αλεβύ, «μία ψυχρότητα». Στην τρίτη πράξη μόνο η άρια της Μικαέλα χειροκροτήθηκε, καθώς το κοινό απομακρυνόταν συναισθηματικά όλο και περισσότερο από το έργο. Η τελευταία πράξη ήταν «μια παγωμάρα από την αρχή ως το τέλος», και ο Μπιζέ έμεινε μόνο με τις παρηγορίες λιγοστών φίλων. Ο κριτικός Ερνέστος Νιούμαν έγραψε αργότερα πως το ευαίσθητο κοινό της Opéra-Comique «σοκαρίστηκε από τον ριζικό ρεαλισμό στη δράση» και από την ελαττωματική ηθική των περισσότερων χαρακτήρων. Σύμφωνα με τον συνθέτη Μπενζαμίν Γκοντάρ, ο Μπιζέ αποκρίθηκε σε ένα κοπλιμέντο: «Δεν βλέπεις ότι όλοι αυτοί οι μπουρζουάδες δεν κατάλαβαν ούτε μία λέξη από το έργο που έγραψα για λόγου τους;».