Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας – 16/03/2024
Oι πρόωρες βουλευτικές εκλογές στην Πορτογαλία την προηγούμενη εβδομάδα ήταν οι τελευταίες κάλπες που στήθηκαν σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου. Και το αποτέλεσμά τους επιβεβαίωσε τη γενικότερη τάση που υπάρχει και φαίνεται ότι θα προκύψει και από τις ευρω-κάλπες του Ιουνίου: μια δεξιά στροφή και κυρίως ενίσχυση της ακροδεξιάς. Βέβαια, ο ηγέτης της κεντροδεξιάς Δημοκρατικής Συμμαχίας Λουίς Μοντενέγκρο, λόγω των συσχετισμών έχει ελάχιστες πιθανότητες να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά ο ουσιαστικός νικητής των εκλογών είναι το ακροδεξιό κόμμα του πρώην ποδοσφαιριστή, Αντρέ Βεντούρα, το οποίο κατάφερε μέσα σε μόλις πέντε χρόνια ύπαρξης και με ακραία συνθήματα ν’ αναδειχθεί τρίτη δύναμη με ποσοστό 18% έναντι 29% της Δημοκρατικής Συμμαχίας και 28% των Σοσιαλιστών.
Το βλέμμα στους σοσιαλιστές
Για την ώρα, ο Μοντενέγκρο αποκλείει μια συνεργασία με τον Βεντούρα, θέλοντας ν’ απομονώσει τις δυνάμεις της ακροδεξιάς, ενώ το μόνο ρεαλιστικό σενάριο είναι η συνεργασία της Δημοκρατικής Συμμαχίας με τους Σοσιαλιστές – οι οποίοι έχασαν την εξουσία μετά από οκτώ χρόνια, ύστερα από την παραίτηση του Αντόνιο Κόστα, υπό το βάρος υποθέσεων διαφθοράς. Μια τέτοια κυβέρνηση ωστόσο εκτιμάται ότι θα ήταν βραχύβια και θα προχωρούσε μόνο στην ψήφιση συγκεκριμένων νομοσχεδίων κρίσιμης σημασίας, όπως ο προϋπολογισμός. Αυτό που αποκλείεται επίσης βάσει των αριθμών είναι ένα «ισπανικό σενάριο», δηλαδή η συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνεργασίας υπό τους Σοσιαλιστές, παρότι ήταν δεύτερο κόμμα, καθώς οι δυνάμεις της Αριστεράς εμφανίστηκαν κατακερματισμένες και δεν κατάφεραν να καταγράψουν αξιόλογη κοινοβουλευτική δύναμη.
Τροχιοδεικτικό αποτέλεσμα;
Η εικόνα ωστόσο του πολιτικού σκηνικού της Πορτογαλίας είναι απόλυτα ενδεικτική των τάσεων που υπάρχουν σε όλη την Ευρώπη εν όψει των ευρωεκλογών. Κυρίως δε σε ό,τι αφορά την ενίσχυση των ακραίων δυνάμεων, των εθνικιστών ή ακόμη και των ευρωσκεπτικιστών, συνθέτοντας ένα εκρηκτικό μείγμα εάν στην εξίσωση τεθεί και ο παράγοντας Τραμπ και η πιθανή νίκη του στις ομοσπονδιακές εκλογές των ΗΠΑ το Νοέμβριο. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν για παράδειγμα ότι η Μαρίν Λεπέν ενδέχεται να κυβερνήσει στη Γαλλία στις επόμενες εκλογές ή ότι το ακροδεξιό AfD στη Γερμανία μπορεί να είναι δεύτερο κόμμα ήδη στις ευρωεκλογές.
Προφανώς εκείνης που θα πρέπει ν’ αναρωτηθεί τι συμβαίνει και τι πρέπει ν’ αλλάξει είναι η ίδια η Ευρώπη, η οποία έχει επιτρέψει με τις πράξεις και τις παραλείψεις της ν’ αμφισβητούνται αξίες και αρχές που βρίσκονται στον πυρήνα της και στην καρδιά της δημοκρατίας, όπως είναι π.χ. τα δικαιώματα των μεταναστών και των μειονοτήτων. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια αποτυχία του συνόλου του πολιτικού συστήματος και όχι μόνο της κεντροαριστεράς που φθίνει στις περισσότερες χώρες – άλλωστε, τη μεγάλη άνοδο δεν την καταγράφει η κεντροδεξιά, αλλά η ακροδεξιά και τα εθνικιστικά κινήματα.