«Υπερβολικούς» μάς χαρακτήριζαν αρκετοί, όταν προβλέπαμε ότι η εισβολή στο Ιράκ θα αποτελέσει την ταφόπλακα των Η.Π.Α. Φυσικά δεν ήταν μόνο το δυσβάστακτο κόστος αυτού του αποτυχημένου πολέμου, που μας έκανε βέβαιους για τις μεγάλες αλλαγές που θα ακολουθούσαν. Ένας απίθανος συνδυασμός από γεγονότα, η έκρηξη σωρευμένων προβλημάτων και η καταπληκτική λειτουργία της καλολαδωμένης μικτής οικονομίας της Κίνας, ήσαν οι παράγοντες που «συνωμοτούσαν» για να μπει τέλος στην αμερικανική υπερφίαλη ηγεμονία. Κάτι αντίστοιχο σαν το «χιλιόχρονο Γ΄ Ράιχ», που τσακίστηκε απ’ τον κόκκινο στρατό σε μόλις τρία χρόνια!
Την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενοι, οι ελάχιστοι σοβαροί δημοσιογράφοι και αναλυτές ανά τον κόσμο αναγνωρίζουν τη νέα πραγματικότητα. Οι ηλικίας 6-7 ετών απόψεις μας δεν είναι πλέον «αιρετικές», αλλά ο κοινός τόπος κάθε σχολιαστή που σέβεται τον εαυτό του. Έτσι, και το δικό μας έργο γίνεται απλούστερο, αφού δεν έχουμε παρά να αντιγράψουμε κάποιες απόψεις, συγκρίνοντάς τες με αυτά που γράφαμε στο παρελθόν…
Βέβαια, πιστοί στον δεύτερό μας εαυτό, το χιούμορ, σας συνηθίσαμε σε αποσπάσματα ανθρώπων κατά κανόνα γελοίων, αυτών που εμμένουν στα παλιά τους δόγματα, περιφρονώντας τις ραγδαίες εξελίξεις. Αυτή τη φορά θα επιλέξουμε τον κορυφαίο (με τεράστια διαφορά απ’ τον «άγνωστο δεύτερο»!) συντάκτη διεθνών ειδήσεων στη χώρα μας, τον Πέτρο Παπακωνσταντίνου της «Καθημερινής». Γράφοντας σε μια συντηρητική εφημερίδα, δίπλα σε χαρακτηριστικούς εκπροσώπους της ομάδας που περιγράψαμε πιο πάνω, ο Πέτρος τολμά να πει τα πράγματα με τ’ όνομά τους και ακολουθεί τη λογική, σε βάρος του όποιου
συναισθήματος.
Το τέλος της «αυτοκρατορίας»
Σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ολοσέλιδη ανάλυσή του, στην «Κ» της 7.6.2009, ο Π. Παπακωνσταντίνου ασπάζεται πλήρως την άποψη της «αντίστροφης μέτρησης» για τις Η.Π.Α. Με τον τίτλο «Άνοδος και πτώση μιας αυτοκρατορίας» και αφορμή την… υποστολή της «αμερικανικής σημαίας», της General Motors, ο εγκυρότατος συντάκτης δεν μασάει τα λόγια του:
«Όπως έγραψε ο υπουργός Εργασίας επί προεδρίας Κλίντον, Ρόμπερτ Ράιχ, στους Financial Times, “η General Motors κρατάει τον καθρέφτη μπροστά στο πρόσωπο της Αμερικής>. Κι ο ραγισμένος καθρέφτης μάλλον δεν της λέει ότι εξακολουθεί να είναι η ομορφότερη του κόσμου.
Επί 77 συναπτά έτη, η General Motors ήταν κάτι περισσότερο από υπ’ αριθμόν ένα αυτοκινητοβιομηχανία του κόσμου, σύμβολο αδιαφιλονίκητης βιομηχανικής υπεροχής της Αμερικής. Πάνω απ’ όλα, η μητέρα των Πόντιακ και των Κάντιλακ, των Μπουίκ και των Χάμερ, αποτελούσε την πιο χαρακτηριστική ενσάρκωση του αμερικανικού ονείρου. Ο μεγαλύτερος εργοδότης της Αμερικής αποκαλούνταν και Generous Motors για τη “γεναιόδωρη> κοινωνική πολιτική του –σταθερή απασχόληση, σχετικά υψηλοί μισθοί και συντάξεις- χάρη στην οποία οι συνδικαλισμένοι εργάτες της αυτοκινητοβιομηχανίας αφομοίωναν ολόκληρη τη μυθολογία της “μεσαίας τάξης>. Επιπλέον, η εταιρεία που εφοδίαζε με τεθωρακισμένα τον αμερικανικό στρατό και με Σεβρολέτ τον Λευκό Οίκο, ήταν στενά συνυφασμένη με το ισχυρότερο κράτος του κόσμου, στον πόλεμο και στην ειρήνη. Μήπως δεν έλεγαν πως “ότι είναι καλό για την General Motors, είναι καλό και για την Αμερική>»;