Ως «κορόιδο» αυτοχαρακτηρίστηκε ο Τζόνι Ντεπ, αποκαλύπτοντας ότι μπήκε στην πολύκροτη δίκη με την Άμπερ Χερντ γιατί χρωστούσε σε εκείνον και στα παιδιά του «να λάμψει η αλήθεια».
Σε μια από τις σπάνιες αναφορές του στον δικαστικό αγώνα που ακολούθησε τον χωρισμό τους, με την Χερντ να τον κατηγορεί για ενδοοικογενειακή βία και εκείνος να την μηνύει για συκοφαντική δυσφήμιση κερδίζοντας τη δίκη.
Ο 62χρονος ηθοποιός μίλησε στους «Sunday Times». «Λοιπόν, ποιες ήταν οι πρώτες μου εμπειρίες με αυτό που αποκαλούμε “αγάπη”;», αναρωτήθηκε και ο ίδιος απάντησε: «Προφανώς ασαφείς. Και αυτό σημαίνει ότι, αν είσαι κορόιδο όπως εγώ, καμιά φορά κοιτάς κάποιον στα μάτια και βλέπεις λίγη θλίψη, μια μοναξιά και νιώθεις ότι μπορείς να τον βοηθήσεις. Όμως καμία καλή πράξη δεν μένει ατιμώρητη, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που όταν προσπαθείς να τους αγαπήσεις και να τους βοηθήσεις, σου αποκαλύπτουν τι ήταν εκείνη η δυσφορία, εκείνη η ταραχή που είχες διακρίνει στα μάτια τους. Εκδηλώνεται με άλλους τρόπους».
Ο ηθοποιός μίλησε για τις ψυχολογικές επιπτώσεις που είχε η δημόσια έκθεση της υπόθεσης, τονίζοντας ότι δεν μπορούσε να αφήσει μια ψευδή εικόνα να κυριαρχήσει.
«Αν δεν εκπροσωπήσω εγώ την αλήθεια μου, θα είναι σαν να διέπραξα όσα με κατηγορούν. Και τότε τα παιδιά μου θα πρέπει να ζουν με αυτό», σημείωσε αναφερόμενος στη Λίλι – Ρόουζ και τον Τζακ, τα δύο παιδιά του με τη Βανέσα Παραντί.
Ο Ντεπ αναφέρθηκε και στην απογοήτευση που ένιωσε από ανθρώπους του στενού του περιβάλλοντος, μιλώντας για «τρεις συγκεκριμένους» που τον πρόδωσαν, ανάμεσά τους και η επί 30 χρόνια μάνατζέρ του η οποία κατέθεσε εναντίον του στο δικαστήριο. Τέλος, χαρακτήρισε τον εαυτό του ως «δοκιμαστικό crash test για το #MeToo», λέγοντας ότι η περίπτωσή του προηγήθηκε της αποκάλυψης του σκανδάλου Γουάινστιν και του κύματος καταγγελιών που ακολούθησε. Ωστόσο εκτίμησε ότι «η αλήθεια άξιζε τον αγώνα».