Έχετε κρατήσει στη ζωή σας φίλους από εκείνη την εποχή;
Η διάσπαση της ζωής μου σε δυο διαφορετικούς τόπους (Παγκράτι και Πεύκη) δεν με βοήθησε να κρατήσω φίλους με την έννοια της καθημερινής επαφής, κάτι που διορθώθηκε σε κάποιο βαθμό στις τελευταίες τάξεις του Γυμνασίου μετά το 1970.
Οι ώρες που πέρναγα στην Πεύκη ήταν ξεχωριστές, με τα ξαδέλφια μου, αλλά ιδιαίτερα με τους Προσκόπους, όπου η σταθερή μου συμμετοχή, η προσήλωση στην ομαδική ζωή, ένα αίσθημα ευθύνης, δημιουργούσαν νέες υποχρεώσεις με ιεραρχική αναβάθμιση της παρουσίας μου καθώς πέρναγα από τα εφηβικά χρόνια σε αυτά της πρώτης νιότης.
Όταν το 1972 άρχισα να φοιτώ στο Πανεπιστήμιο, στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιά, το σημερινό Πανεπιστήμιο Πειραιά, η ζωή μου τριχοτομήθηκε μεταξύ Πεύκης, Πειραιά και Παγκρατίου. Κάτι που συνεχίσθηκε ακόμα και όταν το 1974 η οικογένεια μου ξαναγύρισε στην Πεύκη.
Περιγράψτε μας τη μετέπειτα πορεία της ζωής σας, σπουδές, φιλίες, επαγγελματική πορεία, ενδιαφέροντα, ενασχολήσεις.
Βρισκόμαστε πλέον στην περίοδο, που διαμορφώνονται οι απόψεις μου, τα «πιστεύω» μου και σμιλεύονταιοι αρχές μου.
Εδώ πρέπει να θέσω την κοινωνικοπολιτική παρουσία του ευρύτερου οικογενειακού μου περιβάλλοντος. Τα σόι μου,και ο ευρύτερος κύκλος του, ήταν οι Έλληνες, που είχαν ή νόμιζαν ότι είχαν το «πάνω χέρι» στην Κωνσταντινούπολη, σε σχέση με τους Τούρκους. Ήταν αυτοί που μέσα από το περιβάλλον της Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου πίστευαν «χωρίς να ερευνούν». Αυτή η δογματική διάσταση ήλθε σε άμεση αναντιστοιχία με τη διακίνηση των ιδεών που συνάντησα στα χρόνια της εφηβείας μου στην Ελλάδα.
Είμαστε στην περίοδο, που παγκόσμια επικρατεί το κίνημα της Ειρήνης, της επιστροφής στη Φύση, των Χίπηδων, των ροκ συναυλιών. Αντίθετα στην Ελλάδα επικρατεί μια στρατιωτική Χούντα, με συνθήματα «Θρησκεία, Οικογένεια και πάνω από όλα Ελλάδα», με κιτς παραστάσεις στο Παναθηναϊκό Στάδιο, με τους μαθητές υποχρεωτικά να είναι κουρεμένοι και να παρακολουθούν τις άθλιες συγκεντρώσεις των Παπαδόπουλων – Παττακών και το μεγαλύτερο τμήμα του λαού, η «σιωπηλή πλειοψηφία» να μη μιλά, να μην αντιδρά, να προσπαθεί να παραμείνει «βολεμένο».
Το φθινόπωρο του 1972 πέτυχα στις εισαγωγικές στο Πανεπιστήμιο και μέσα από πολλές συζητήσεις με συμφοιτητές και φίλους εντάχθηκα στην Πανσπουδαστκή, σε μια περίοδο όπου η Χούντα έπνεε τα λοίσθια, ελέω των φοιτητικών κινητοποιήσεων.
Σε αυτές τις συνθήκες το μυαλό μου μεθούσε για την άλλη διάσταση της Ιστορίας, αυτήν που τα σχολικά μας βιβλία την είχαν λογοκριμένη. Και φυσικά ό,τι η στρατιωτικο-πολιτική Χούντα είχε απαγορευμένο «έπρεπε» να το συναντήσω. Σταδιακά τα ιστορικά βιβλία του Κορδάτου, τα πολιτικοκοινωνικά βιβλία του Μαρκούζε, η απαγορευμένη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, η ιστορία του εμφύλιου, τα αντάρτικα τραγούδια, όλα αυτά άνοιγαν τον ορίζοντα της σκέψης μου, που με την πτώση της χούντας και την ελεύθερη κυκλοφορία μαρξιστικών βιβλίων έφθασε σε περισσότερο συγκροτημένη διατύπωση απόψεων.
Το 1975 έγινα μέλος του Κ.Κ.Ε., και μαζί με άλλους συντρόφους δημιουργήσαμε την Κ.Ο.Β. του Κ.Κ.Ε. στην Πεύκη. Είναι η περίοδος που οι μεγαλύτερης ηλικίας σύντροφοι, που μετείχαν του εμφυλίου, που γνώρισαν όλες τις μετεμφυλιακές διώξεις, δειλά – δειλά στην αρχή, με πιότερο σίγουρα βήματα στη συνέχεια, επανέρχονταν στο κόμμα και στην ιδεολογία, που είχε κρατήσει ψηλά τη σημαία της αντίστασης.
Το 1977 υπηρέτησα στην Πολεμική Αεροπορία (Τρίπολη, Ελευσίνα και Βόλος), όπου συνάντησα πολλούς νέους με παρόμοιες πολιτικές αντιλήψεις, και συνδεθήκαμε με ιδιαίτερα δυνατές φιλίες.
Απολύθηκα από την Αεροπορία τον Φεβρουάριο του 1980 και μετά από λίγες μέρες άρχισα την επαγγελματική μου σταδιοδρομία σε Τεχνική Εταιρεία, μέσω της οποίας βρέθηκα για λίγους μήνες στη Λιβύη.
Η εργασιακή μου εμπειρία δομήθηκε εξολοκλήρου στον ιδιωτικό τομέα.Εργάσθηκα αρχικά ως Βοηθός Λογιστή και εξελίχθηκα από Λογιστής σε Διευθυντή Λογιστηρίου και από Οικονομικός Διευθυντής μέχρι Γενικός Διευθυντής μεγάλης ελληνικής παραγωγικής εταιρείας (Φυσικά Προϊόντα Κορρέ). Ως ελεύθερος επαγγελματίας κάλυψα ανάγκες ελληνικών και πολυεθνικών επιχειρήσεων ως Οργανωτικός και Οικονομικός Σύμβουλος και Εκπαιδευτής στελεχών οικονομικών υπηρεσιών.
Η ζωή μου τουλάχιστον για 30 χρόνια κινήθηκε σε ιδιαίτερα έντονους ρυθμούς, με μοίρασμα του χρόνου στην επαγγελματική δραστηριότητα, στην οικογένεια μου και στην κοινωνία.
Η παρουσία μου στους κοινωνικοπολιτικούς αγώνες είχε ως προς την κοινωνική τους διάσταση, ως σταθερά, την «απομάκρυνσή» μου από τη θρησκεία και από την έννοια του «Θεού» και ως προς την πολιτική διάσταση, την απομάκρυνσή μου από τις δογματικές θέσεις του Κ.Κ.Ε., το πέρασμά μου από τον Ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου, των αρχών της δεκαετίας του ‘90, την παραμονή μου στους ανένταχτους της Αριστεράς και εν συνεχεία τη συμμετοχή μου στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ.
Τι αγαπάτε και τι απεχθάνεστε περισσότερο και γιατί;
Είναι δύσκολο να κατατάξω ιεραρχικά απαντήσεις στο ερώτημά σας, όμως θα έλεγα ότι αγαπώ την ειλικρίνεια και την προσπάθεια και απεχθάνομαι τα «πρέπει», τους «δήθεν», τους κόλακες, το ναρκισσισμό και τους «ξερόλες».
Το «γιατί» μάλλον είναι αυτονόητο… Η ειλικρίνεια ανοίγει ορίζοντες και βάζει όλα τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση… Η προσπάθεια δείχνει δυναμισμό, διάθεση, γνώση, παραδοχή και όχι μιζέρια, αρνητισμό, εφησυχασμό… Απεχθάνομαι τα «πρέπει» γιατί θεωρώ ότι οι συμβατότητες των «πρέπει» καταστρέφουν τη ζωή. Ποια είναι τα «πρέπει»; Απλά παραδείγματα είναι «ροζ χρώμα για τα κοριτσάκια – μπλε για τα αγόρια», η διάκριση των παιχνιδιών σε αγορίστικα και κοριτσίστικα, το μεγάλωμα των παιδιών με συμβατότητες, ο καταναγκασμός να ακολουθήσει ένα παιδί το θρησκευτικό δόγμα της επικρατούσας κοινωνίας, ο «υποχρεωτικός» εορτασμός του ονόματος και άλλα πολλά… Μάλλον δεν χρειάζεται να επεκταθώ στα υπόλοιπα που απεχθάνομαι, γιατί πραγματικά είναι αυτονόητα…