Μετά από μια σύντομη περιπέτεια με την υγεία της η πρώην αντιδήμαρχος Μαρούλα Λύτσικα – Χατζηδημητράκη, η δική μας «Μαρούλα» (η μοναδική προσωπικότητα στο Μαρούσι γνωστή με το μικρό της όνομα) έφυγε από τη ζωή, ήσυχα, έχοντας αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής στην υπηρεσία της Μαρουσιώτικης κοινωνίας και έχοντας εισπράξει το σεβασμό, ακόμα και των πολιτικών της αντιπάλων.
«Τώρα που βρίσκομαι σε μεγάλη ηλικία, διαπιστώνω με ικανοποίηση πως ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν σε μένα. Είναι παρηγορητικό νέοι άνθρωποι να προσφεύγουν στην πείρα, μα και την αξιοπιστία μου. Ο σεβασμός που εισπράττω με ικανοποιεί πλήρως και νομίζω ότι αυτό είναι το κυριότερο στοιχείο για μια ζωή». Αυτό γράφει στον επίλογο της αυτοβιογραφίας της «Μνήμες στο διάβα του χρόνου» που κυκλοφόρησε σε βιβλίο πριν λίγο καιρό. Μιας αυτοβιογραφίας αφιερωμένης σε όλους εκείνους που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και αγάπησαν το Μαρούσι όπως εκείνη, αλλά και σε όσους επέλεξαν το Μαρούσι για να ζήσουν.
Η Μαρούλα, καταγόταν από μικροαστική οικογένεια και ήταν μια ανήσυχη φύση, μια προσωπικότητα αντιδραστική, με πολλά ενδιαφέροντα. Οι γονείς της την μεγάλωσαν «με το πιάνο της και τα Αγγλικά της» και γρήγορα από τον πατέρα της, που ήταν δημοτικός σύμβουλος, κληρονόμησε το ενδιαφέρον για τα κοινά. «Πίστευα ότι η ανάμιξη με τα κοινά, μπορούσε να φέρει αποτελέσματα», έλεγε η ίδια.
Πολύ νωρίς έχασε τη μικρή της αδερφή, την Πούπα, αλλά αυτό την έκανε πιο δυνατή, όταν ξέσπασε ο Πόλεμος του ’40 και ακολούθησε η Κατοχή. Το γεγονός δε ότι το πατρικό της σπίτι επιτάχθηκε από τους Γερμανούς, χαλύβδωσε το νεανικό χαρακτήρα της και της αμυντικές, αλλά και επιθετικές της ικανότητες απέναντι στον κατακτητή. «Θυμάμαι, έσκαγα τα λάστιχα των αυτοκινήτων των Γερμανών με μια μεγάλη καρφίτσα, την οποία είχα βγάλει από ένα καπέλο της μητέρας μου», γράφει η ίδια και αναφέρει ότι η Εθνική Αντίσταση, της ανέπτυξε τα συναισθήματα της συντροφικότητας, της φιλίας και της προσφοράς στο συνάνθρωπο, ενώ οι εμπειρίες της από το σοκ του Εμφύλιου την βασάνιζαν και στοίχειωναν τη ζωή της. Είχε συλληφθεί από τον ΕΛΑΣ και είχε κατορθώσει να επιβιώσει και να επιστρέψει στο Μαρούσι με τη βοήθεια φίλων της οικογένειάς της.
Λίγα χρόνια μετά τον Εμφύλιο, γνώρισε και παντρεύτηκε (το 1959) τον Δημήτρη Χατζηδημητράκη, με τον οποίο έζησε 45 χρόνια ζωής, πλούσιας σε εμπειρίες ευχάριστες, αλλά και δυσάρεστες.
Το 1978, άρχισε την ενασχόλησή της με τα κοινά, όταν αποδέχθηκε πρόταση του Σπύρου Λέκκα και εξελέγη δημοτικός σύμβουλος, δεύτερη σε σταυρούς προτίμησης. Το 1990, δεν έβαλε υποψηφιότητα, λόγω των περιπετειών με την υγεία του συζύγου της, αλλά επανήλθε ύστερα από πρόταση του δημάρχου Τζανίκου και επανεξελέγη με το συνδυασμό του το 1994 και αφού προηγουμένως, με δική της πρωτοβουλία και ενέργειες δικές της και φίλων της, ιδρύθηκε το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Αμαρουσίου, ενώ πρωτοστάτησε και στην επανίδρυση του Συλλόγου Αθμονέων από τον Αντώνη Διάμεση.
Μετά από πολλές περιπέτειες, έχασε το σύζυγό της το 2004 και παρά τη μεγάλη της θλίψη, συνέχισε να ασχολείται με τα κοινά μέχρι το 2006.
Δεν ήσαν και λίγοι οι σύλλογοι και οι φορείς στους οποίους δραστηριοποιήθηκε η Μαρούλα: η Χριστιανική Σταυροφορία (1965), το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων (1966), στο οποίο υπήρξε και επίτιμος πρόεδρος από το 2008, το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών (1966), ο Εκδρομικός Όμιλος Αμαρουσίου (1970), η Επιτροπή για την Πρόληψη της Εγκληματικότητας με πρόεδρο τον Ειρηνοδίκη Ν. Σολόπουλο, η Μέριμνα του Γήρατος (1968), ο Μουσικός Σύλλογος Αμαρουσίου, η Ερανική Επιτροπή Κοίμησης Θεοτόκου, οι LIONS (4 χρόνια), το Λύρειο Ορφανοτροφείο (3 χρόνια), ο Εξωραϊστικός και Εκπολιτιστικός Σύλλογος Αμαρουσίου, ο Σύλλογος Αθμονέων και τέλος, ο Φιλοζωϊκός Σύλλογος «Άγιος Μόδεστος».
Παράλληλα, η Μαρούλα είχε διατελέσει και αντιδήμαρχος του Δήμου Αμαρουσίου (2 χρόνια), πρόεδρος Παιδικών Σταθμών Δήμου Αμαρουσίου, πρόεδρος ΚΑΠΗ, πρόεδρος Ιστορικού και Λαογραφικού Μουσείου, μέλος Δ.Σ. Σπαθάρειου Μουσείου Θεάτρου Σκιών, μέλος Δ.Σ. Μουσείου Φυσικής Ιστορίας και μέλος Δ.Σ. Τοπικής Οργάνωσης Νέας Δημοκρατίας.
Η Μαρούλα υπήρξε ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Ήταν μια γυναίκα που αγαπούσε και αφιερώθηκε στο Μαρούσι και το υπηρέτησε χωρίς υστεροβουλία από όποια θέση κατείχε, ενώ η διαδρομή της συνοψίζεται στη φράση που έλεγε συχνά: «Στη ζωή είναι καλύτερα να δίνεις παρά να παίρνεις».
Ας είναι ελαφρύ το Μαρουσιώτικο χώμα που τη σκεπάζει.
Άγγελος Πολύδωρος