Ο τακτικός συνεργάτης της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ μιλά για τα «Κείμενα στο Κατώφλι», το βιβλίο που περιέχει 53 κείμενα που δημοσίευσε στην εφημερίδα μας την τελευταία διετία.
Η Τέχνη της Γραφής και η μαγεία της Ανάγνωσης μόνιμες συνοδοιπόροι της ζωής του. Η «γόνιμη αμφιβολία» κινητήριος δύναμη της γραφίδας του. Θα το ανακαλύψει κανείς εάν διαβάσει προσεκτικά τα 53 κείμενα που δημοσιεύτηκαν την τελευταία διετία στην Εβδομαδιαία και την Καθημερινή Αμαρυσία (άρθρα, διηγήματα και προσωπογραφίες) και τα οποία συγκέντρωσε σε ένα βιβλίο υπό τον τίτλο «Κείμενα στο κατώφλι» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ντουντούμης».
Ο συγγραφέας Βαγγέλης Βογιατζής μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για την «πυκνή σε γεγονότα» τελευταία διετία και αποκαλύπτει ποιο θέμα της επικαιρότητας τον εξόργισε και ποιο τον συγκίνησε βαθιά.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Στον πρόλογο του βιβλίου κάνεις λόγο για το συναίσθημα «γόνιμης αμφιβολίας» που δεν σε έχει εγκαταλείψει στιγμή από τότε που ξεκίνησες να γράφεις. Θεωρείς ότι πρόκειται για ένα συναίσθημα που λειτουργεί ως «σωσίβια λέμβος» στην πλημμυρίδα της έμπνευσης; Πότε αυτό εγκαταλείπει εν τέλει τον συγγραφέα;
Το γράψιμο είναι κατεξοχήν μοναχική ενασχόληση που εκτυλίσσεται σε ένα πλαίσιο περίπου ασκητικής μόνωσης, δεν γίνεται αλλιώς. Έτσι, πολλές φορές ενδόμυχα όσοι καταγίνονται μ’ αυτό, προκειμένου να «ρεφάρουν» τη μοναχικότητα που βιώνουν γράφοντας, «ποντάρουν» μέσω των κειμένων τους στην προοπτική της επικοινωνίας με τους αναγνώστες, κάτι σαν παυσίλυπο του ασυντρόφευτου μόχθου της συγγραφής θα λέγαμε. Και κάπου εκεί κάνει την εμφάνισή της η γόνιμη αυτή αμφιβολία που κρατάει τον γράφοντα σε εγρήγορση, καθώς πάντα αγωνιά για το αν τα γραπτά του θα ακουμπήσουν στη σκέψη των γύρω του, αν θα «γκελάρουν» σε κάποιες συνειδήσεις ώστε να υπάρξει η απαραίτητη ανατροφοδότηση και συνοδοιπορία για να συνεχιστεί το ταξίδι. Διότι, κακά τα ψέμματα, από τη στιγμή που δημοσιεύεις τα κείμενά σου, κάπου απευθύνεσαι. Δεν είναι μια ημερολογιακή καταγραφή στο τέλος της μέρας που φυλάς για τον εαυτό σου στα προσωπικά σου κιτάπια. Από εκεί και πέρα, η απώλεια αυτής της δημιουργικής αίσθησης ανασφάλειας θεωρώ πως είναι μάλλον κακό μαντάτο και ένας μικρός θάνατος για όποιον γράφει και συνήθως έρχεται όταν κανείς νομίζει ότι κάπου έχει φτάσει.
Πώς προέκυψε ο τίτλος «Κείμενα στο κατώφλι» για την παρούσα έκδοση;
Έδωσα τον συγκεκριμένο τίτλο στο βιβλίο αναλογιζόμενος ακριβώς αυτόν τον μετεωρισμό που προανέφερα, τον οποίο νιώθει κανείς γράφοντας, καθώς αναρωτιέται αν τα κείμενά του θα διαβούν τελικά το κατώφλι των ανθρώπων που θα τα διαβάσουν. Πέρα ωστόσο από αυτή τη διάσταση που έχει να κάνει με το παίδεμα και τη βάσανο της γραπτής έκφρασης, ήθελα παράλληλα να αποδώσω και τη μεταιχμιακή συνθήκη, υπαρξιακά και κοινωνικά, που βιώνει όποιος γράφει. Ακόμη και στις μέρες μας, νομίζω πως εκείνος που φέρει την συγγραφική ιδιότητα δεν γίνεται εύκολα αποδεκτός. Πρέπει να έχει γερό στομάχι για να διαχειριστεί εναντιώσεις, μικρότητες, συγκρούσεις και βέβαια μπόλικη καχυποψία από τους γύρω του. Όλα αυτά περιγράφονται στο διήγημά μου «Το έγκλημα της συγγραφής» που περιλαμβάνεται στη φρεσκοεκδοθείσα συλλογή κειμένων μου για την οποία μιλάμε.
Στις σελίδες του βιβλίου περιλαμβάνονται 53 κείμενα τα οποία έγραψες την τελευταία διετία και τα οποία δημοσιεύτηκαν στην καθημερινή και την εβδομαδιαία έκδοση της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ. Καθώς τα περισσότερα είναι κριτικά άρθρα σχολιασμού, θα ήθελα να σε ρωτήσω, ποιο θέμα της επικαιρότητας σού προξένησε περισσότερο το συναίσθημα της οργής και ποιο σε συγκίνησε βαθιά;
Η διετία 2021-2022 που παρήλθε, στη διάρκεια της οποίας γράφτηκε το σύνολο των άρθρων της παρούσας έκδοσης, ήταν ιδιαίτερα πυκνή σε γεγονότα, με μια επικαιρότητα πλούσια σε ερεθίσματα και αφορμές τόσο για να οργιστείς όσο και για να συγκινηθείς. Ένα τραγικό συμβάν που με είχε εξοργίσει ιδιαίτερα ήταν το μαρτυρικό τέλος της μικρής Όλγας, του οκτάχρονου τσιγγανόπουλου που έχασε τη ζωή του συμπιεσμένο μέχρι θανάτου από μια βαριά μεταλλική συρόμενη πόρτα στην είσοδο εργοστασίου στο Κερατσίνι. Όλοι θυμόμαστε την αδιαφορία των εργαζομένων που την έβλεπαν μπροστά τους να ξεψυχά, όπως και τα ρατσιστικά ανακλαστικά απανθρωπιάς μέρους της κοινής γνώμης που εστίαζε στην τσιγγάνικη καταγωγή του. Λίγες μόλις μέρες πριν, είχε δολοφονηθεί στο Πέραμα από αστυνομικά πυρά ο 18χρονος νεαρός Ρομά Νίκος Σαμπάνης, ενώ πριν λίγο καιρό με παρόμοιο τρόπο εκτελέστηκε στη Θεσσαλονίκη ένα ακόμη τσιγγανόπουλο, ο 16χρονος Κώστας Φραγκούλης. Στον αντίποδα αυτού του ζόφου φέρνω στο νου μου τη μεγαλοψυχία των χαροκαμένων γονιών του άτυχου Άλκη Καμπανού, του 19χρονου φίλαθλου του Άρη, που δολοφονήθηκε άγρια από μαχαιροβγάλτες αντίπαλης ομάδας. Η στάση τους με είχε συγκινήσει βαθύτατα.
Τι περιλαμβάνουν τα επόμενα συγγραφικά σου σχέδια;
Ο κριτικός σχολιασμός της επικαιρότητας και του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι μέσω της τακτικής αρθρογραφίας με ενδιαφέρει πάντα, καθώς είναι ένας τρόπος να μένεις γειωμένος στην καθημερινότητα και στα προβλήματα που αυτή επιτακτικά θέτει. Παράλληλα, με θέλγει τόσο ο ποιητικός λόγος όσο και η βιωματική διηγηματογραφία που μας επιτρέπουν να κάνουμε άλλου είδους εσωτερικές διαδρομές. Με απασχολούν και άλλες μορφές έντεχνης γραπτής έκφρασης με τις οποίες επιθυμώ να καταπιαστώ, οι οποίες ωστόσο δεν έχουν ωριμάσει ακόμα μέσα μου. Όλα άλλωστε προϋποθέτουν την κατάλληλη ατμόσφαιρα για να γεννηθούν και να αναπτυχθούν. Η ίδια η ζωή τελικά, με τις προκλήσεις που βάζει και τις ανατροπές που φέρνει, ορίζει προς τα πού θα κινηθεί κανείς συγγραφικά. Γι’ αυτό χαριτολογώντας θα πω ό,τι βγάλει η… κουζίνα, θα δούμε.
Ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει η μικρή φόρμα (διήγημα, νουβέλα) σε σχέση με την μεγάλη;
Oι δυσκολίες της μικρής φόρμας εντοπίζονται κυρίως σε ένα αίτημα συμπύκνωσης νοήματος που τίθεται πιεστικά στον γράφοντα καθώς και στη λεπτή διαχείριση εκ μέρους του της οικονομίας των εκφραστικών μέσων που διαθέτει. Οι απαιτήσεις από την άλλη που έχει μια μεγαλύτερη αφηγηματική σύνθεση σχετίζονται με ζητήματα δομής, ρυθμού κλπ. Θεωρώ ότι η μικρή φόρμα υπερτερεί στις προτιμήσεις του ελληνικού αναγνωστικού κοινού που εκ των πραγμάτων είναι περισσότερο προσανατολισμένη σ’ αυτήν για διαφόρους λόγους. Οι ρυθμοί της ζωής μας έχουν γίνει πια ιλιγγιώδεις, η ειδησεογραφία τρέχει, τα δεδομένα συνεχώς αλλάζουν, ο διαθέσιμος ελεύθερος, ποιοτικός χρόνος των ανθρώπων λιγοστός, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παίζουν κι αυτά το ρόλο τους με τον δικό τους ελλειπτικό κώδικα επικοινωνίας και πάει λέγοντας. Εξάλλου νομίζω πως ίσως το μυθιστόρημα να προυποθέτει και άλλα κοινωνικά μεγέθη από τα δικά μας, τα στενά ελληνικά, για να ευδοκιμήσει. Είναι μεγάλο το θέμα.
Ποια υπήρξαν τα επιδραστικότερα και καθοριστικότερα αναγνώσματα της ζωής σου;
Έχω αγαπήσει πολλά βιβλία στο παρελθόν που σαφώς με επηρέασαν σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ωστόσο συνεχώς προσελκύουν το ενδιαφέρον μου καινούργια. Το ταξίδι της γνώσης είναι ατελείωτο και οι στατικεύσεις δεν μας βοηθούν να πάμε παρακάτω. Με τα χρόνια θαρρώ πως φυσιολογικά συντελείται στη σκέψη μας κάποια απομάγευση των αναγνωσμάτων που τα είχαμε περίπου σαν «ιερές γραφές» στην εφηβεία μας, κάτι που είναι υγιές και αναμενόμενο. Η ζωή κυλάει, το οπτικό μας πεδίο ανοίγει, οι παραστάσεις και οι εμπειρίες μας πληθαίνουν, καινούργια διαβάσματα μας συνεπαίρνουν, ο κόσμος αλλάζει και εμείς μαζί του. Γενικά, μεγαλώνοντας έχω αρχίσει να αντιμετωπίζω με κάποιο σκεπτικισμό βιβλία – σφραγίδες που υποτίθεται ότι διαμορφώνουν κάποιον άπαξ δια παντός. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η αναγνωστική εμπειρία, όπως και το τάνγκο, είναι για δύο. Τα καλά βιβλία αυτό που κάνουν είναι να διεγείρουν ευαισθησίες και ποιότητες που προϋπάρχουν και τελούν εν υπνώσει στην ψυχοσύνθεση του αναγνώστη. Δεν είναι μόνο εκείνος που γράφει αλλά και η δημιουργική εμπλοκή εκείνου που διαβάζει.
Τι διαβάζεις αυτήν την περίοδο;
Τον τελευταίο καιρό διαβάζω ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του σπουδαίου Ισραηλινού συγγραφέα Άμος Οζ. Ο τίτλος του είναι «Η αρχή της ιστορίας». Πρόκειται για μια συλλογή λογοτεχνικών δοκιμίων του Άμος Οζ στην οποία εξερευνά τα κριτήρια επιλογής από κλασικούς συγγραφείς της πρώτης, εναρκτήριας φράσης που χρησιμοποιούν στο ξεκίνημα σπουδαίων έργων τους. Είναι πραγματικά απολαυστικό!