Στη μακρά δημοσιογραφική της πορεία, η Όλγα Μπακομάρου συνήθιζε να βρίσκεται στον ρόλο του συνεντευξιαστή.
Για χάρη της ΑΜΑΡΥΣΙΑΣ μπήκε έστω και για λίγο στον ρόλο του συνεντευξιαζόμενου. Αφορμή το νέο της βιβλίο με τίτλο «Οικογένειες Παπανδρέου – Μητσοτάκη», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αρμός
Στον σχεδόν μισό αιώνα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, δυο είναι οι οικογένειες που κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή της χώρας: Παπανδρέου – Μητσοτάκης. Στο νέο της βιβλίο με τίτλο «Οικογένειες Παπανδρέου – Μητσοτάκη» (εκδόσεις Αρμός) η δημοσιογράφος Όλγα Μπακομάρου συγκεντρώνει κατά χρονολογική σειρά 20 συνεντεύξεις που πραγματοποίησε η ίδια για λογαριασμό της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» και του περιοδικού «Γυναίκα» από το 1977 έως το 2004 με εκπροσώπους των δυο αυτών οικογενειών.
Ανδρέας Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Μαρίκα Μητσοτάκη, Γιώργος Παπανδρέου, Σοφία Παπανδρέου, Ντόρα Μπακογιάννη, ακόμα και η ακριβοθώρητη Μαργαρίτα Παπανδρέου… Όλοι περνούν από τη γραφίδα της.. Δυο πρωθυπουργοί και μέλη της οικογένειάς τους που «στήθηκαν» μπροστά από το μαγνητόφωνό της , συνομίλησαν μαζί της για τα τρέχοντα τότε πολιτικά – κοινωνικά θέματα και δεν δίστασαν να απαντήσουν ακόμα και σε πιο προσωπικές ερωτήσεις.
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ TAΣΟΣ ΜΕΡΓΙΑΝΝΗΣ
Με ποιό τρόπο πείθατε αυτές τις τόσο ισχυρές προσωπικότητες να σας παραχωρήσουν συνέντευξη;
Δεν χρειάστηκε να κάνω κάποιον μεγάλο αγώνα. Εργαζόμουν σε δυο μεγάλα έντυπα της εποχής (εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» και περιοδικό «Γυναίκα») και θεωρώ ότι οι άνθρωποι τους οποίους προσέγγιζα για συνέντευξη ελάμβαναν υπόψη το κύρος τους.
Θυμάμαι ότι προσπαθούσα να πείσω τον Τερζόπουλο οτι πέρα από προσωπικότητες κυρίως του καλλιτεχνικού χώρου, καλό θα ήταν να φιλοξενούνται στο περιοδικό και συνεντεύξεις πολιτικών από όλους τους χώρους. Αξίζει να σας αναφέρω οτι μέχρι τότε δεν είχε δημοσιευτεί ούτε μια συνέντευξη πολιτικού στη «Γυναίκα». Η πρώτη που δημοσιεύτηκε ήταν αυτή την οποία μου παραχώρησε ο Ανδρέας Παπανδρέου τον Μάιο του 1977.
Ποιο είναι το μυστικό μιας καλής συνέντευξης; Μήπως το αίσθημα οικειότητας που δημιουργείται με τον συνεντευξιαζόμενο;
Προσωπικά, σε όλους πήγαινα με καλή διάθεση και με αίσθημα χαράς. Δεν πήγαινα ούτε για να «ανυψώσω» κανέναν, ούτε για να τον «υποβιβάσω». Επίσης, δεν πήγαινα ως ανακριτής. Πήγαινα απλώς για να γνωρίσω τον συνεντευξιαζόμενο και ήθελα μέσα από τη συνομιλία μας να σκιαγραφήσω το πορτρέτο του. Και επειδή αυτό είναι κάτι που εισπράττει αυτός που έχεις απέναντί σου, μπορώ να σας πω οτι αυτό είναι και το κλειδί για να τον κάνεις να σου «ανοιχτεί».
Μετά από τόσες συνεντεύξεις με πολιτικά πρόσωπα, μπαίνω στον πειρασμό να σας ρωτήσω εάν στον ελεύθερο χρόνο σας κάνατε παρέα με πολιτικούς.
Όχι, ποτέ και με κανέναν. Όταν τελείωνε η συνέντευξη δεν τους ξανασυναντούσα ποτέ, παρά μόνο εάν χρειαζόταν να πάρω μια ακόμα συνέντευξη.
Η γνωριμία με σπουδαίους ανθρώπους μέσω των συνεντεύξεων αποτέλεσε ένα ισχυρό κίνητρο για να σχοληθείτε με τη δημοσιογραφία;
Δεν θα ήταν υπερβολή εάν σας έλεγα ότι τα πιο ωραία ταξίδια μου τα έκανα σε σπίτια και σε γραφεία. Στις συνεντεύξεις πήγαινα χαρούμενη – σχεδόν πέταγα που θα γνώριζα τον συνομιλητή μου. Ήμουν όμως καλά προετοιμασμένη. Είχα μελετήσει διεξοδικά τη ζωή και τη σταδιοδρομία του. Όπως, βέβαια, και αρκετά αγχωμένη.
Όταν, όμως, βρισκόμουν απέναντί του, το άγχος είχε φύγει. Ήμουν ένας άνθρωπος που είχε απέναντί του έναν άλλον άνθρωπο, τον οποίο ενδιαφερόμουν να «ανακαλύψω» και να βγάλω μια καλή φωτογραφία.
Ο Αντώνης Σαμαράκης μου είχε πει κάποτε «οι συνεντεύξεις σου είναι μια πιστή φωτογραφία αυτών με τους οποίους μιλάς». Μου είχε κάνει εντύπωση, γιατί αυτό ακριβώς ήθελα να κάνω.
Αφιερώνετε το βιβλίο σας στον Ευάγγελο Τερζόπουλο και τον Σεραφείμ Φυντανίδη. Ήταν τόσο αγαστή η συνεργασία σας;
Αυτοί είναι οι δυο άνθρωποι στους οποίους χρωστάω ότι έχω κάνει στη δημοσιογραφία, καθώς πέρα από το περιοδικό «Γυναίκα» και την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» δεν εργάστηκα σε άλλο έντυπο.
Και το προηγούμενο βιβλίο σας («Ωσεί παρόντες», εκδόσεις Αρμός) περιείχε συνεντεύξεις σας με σημαίνοντα πρόσωπα της εποχής (Μάνος Χατζιδάκος, Μάνος Κατράκης, Ηλίας Ηλιού, Μελίνα Μερκούρη, Αλέξανδρος Ιόλας, Δημήτρης Χορν, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Ιάκωβος Καμπανέλλης). Θα υπάρξει και τρίτο ώστε να κλείσει μια άτυπη τριλογία;
Αυτό δεν το ξέρω καθόλου. Φτάσατε κιόλας στο τρίτο βιβλίο; Θα δούμε…
ΤΟ WHO IS WHO ΤΗΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΣ
Η Όλγα Μπακομάρου γεννήθηκε στα Πούλιθρα Αρκαδίας. Ξεκίνησε τη δημοσιογραφία παράλληλα με τις σπουδές της στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την κέρδισε η δημοσιογραφία, όπου και επικεντρώθηκε στις συνεντεύξεις. Εργάστηκε επαγγελματικά στο περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ και στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ.