«Μερικές εμπειρίες πρέπει να γράφονται και να λέγονται. Χωρίς ιδιαίτερα φιλολογικά στολίδια, ώστε να αγγίζουν την πραγματικότητα και να προβληματίζουν. Η ζωή είναι γεμάτη από ψευδαισθήσεις. Απαραίτητο στοιχείο είναι το χιούμορ, γλυκαίνει τη ζωή. Η πραγματικότητα όταν εκφράζεται με χιούμορ, πολλές φορές αγγίζει πιο δηκτικά συνειδήσεις». Με αυτή τη φιλοσοφία είναι γραμμένη η τριλογία του συμπολίτη μας κ. Κωνσταντίνου Χιώνη, η οποία έχει περιληφθεί σε ένα τόμο με τον γενικό τίτλο «Η χώρα της Μαρμελάδας», με σαφείς υπαινιγμούς ότι αφορά τη χώρα μας.
Και συνεχίζει τις εισαγωγικές σκέψεις του ο συγγραφέας για να μας μπάσει στο πνεύμα του βιβλίου του: «Έλεγε διπλωμάτης φίλος μου. Η Μαρμελάδα είναι στο σύνορο. Από τη μια η Ανατολή με το μπακσίσι (δίνεις για να το κάνω) και από την άλλη το ντόπιο από το μακρόχρονο ζυγό πεσκέσι (Υπόσχεση). Μαντεύεις των συνδυασμό και των δύο. Τότε εγώ σκέφτηκα, ένα φτηνό και εύγευστο μεζέ, την φάβα».
Λίγο δε πριν ανοίξει την εισαγωγή του γράφει: «Πρωταρχικό για μια χώρα είναι να δώσει σωστή Παιδεία στους πολίτες της. Το να σε πείσω ή να με πείσεις είναι μέρος του παιχνιδιού χωρίς αξία. Σκοπός είναι μέσα από το διάλογο, να βγει προς τα έξω η Αλήθεια και ας μην την πιστεύουμε!».
Το βιβλίο αυτό απευθύνεται, από τον συγγραφέα στους «φίλους που για πολλά χρόνια και κατά καιρούς» αλλάζανε ιδέες πάνω σε κάθε είδους προβλήματα, όπως κάνουμε όλοι μας.
Γράφει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του: «Θίξαμε ανθρώπινες νοοτροπίες, υγιείς ή αρρωστημένες, που επηρέασαν ή επηρεάζουν άμεσα την κοινωνική γενικότερα ζωή μας. Όλα αυτά που αναφέρονται και αφηγούμαι στο βιβλίο συνέβησαν στη χώρα της Μαρμελάδας. Είναι γεγονότα γλυκά, πικρά, ξινά, όπως ακριβώς οι γεύσεις των φρούτων, από τα οποία παρασκευάζεται το προϊόν αυτό που συνοδεύει κατά βάση το πρωινό μας. Η χώρα της Μαρμελάδας επελέγη από τη φύση, Θεία Δύναμη, σε ιδανική θέση της γήινης σφαίρας κάπου στον Ισημερινό της Ανισορροπίας. Σε κλίμα που να ευνοεί τη δημιουργία κρίσης και φαντασίας στους κατοίκους της. Σε έδαφος ανάγλυφο, που η ξηρά να διαδέχεται τη θάλασσα και αντίστροφα, που να εμπνέει το ωραίο, τον θηλυκό μύθο και τη φιλοσοφία. Τα διάφορα περιστατικά που θα μπορούσαν να παρομοιασθούν, να παρουσιαστούν ή να αποδοθούν σε υπάρχοντα πρόσωπα, είναι εκτός πραγματικότητας. Όχι γιατί θα ‘ταν άδικο, αλλά θ’ αδικούσε τουλάχιστον τη Χώρα και το ομώνυμό της προϊόν. Καθ’ όσον αυτό είναι γνωστό παγκοσμίως καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες και θεωρείται φθηνό αλλά εύγευστο παρασκεύασμα. Ομόηχες χώρες όπως η Βυσσινάδα, η Αγελάδα, η Βελάδα και η Σαπουνάδα, ανάλογα με τη σοβαρότητα της γειτονιάς, δεν μπορούμε να πούμε ότι της προσέδωσαν ποτέ ιδιαίτερο κύρος».
Ο Κ. Χιώνης είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός της Βασ. Ακαδημίας Καλών Τεχνών Βρυξελλών. Ζακυνθινής καταγωγής, γεννήθηκε στον Πειραιά το 1944. Ασχολήθηκε με την πολιτική σε διάφορες θέσεις, τη Δημόσια Διοίκηση και Τοπική Αυτοδιοίκηση.
(Έκδ. του ιδίου / ISBN 978-960-92628-3-5)