«[Ουκ] επί ασπαλάθων…» αλλά εν τη αγορά απέκτειναν τον τύραννον
Περιστατικά γραφής και έκδοσης του ποιήματος «Επί Ασπαλάθων…» και ένα κείμενο από την Ποικίλη Ιστορία του Αιλιανού για τον τύραννο Τρύζο
Χρησιμοποίησα τα εξής κείμενα που αφορούν τη γραφή και τη δημοσίευση του ποιήματος «Επί Ασπαλάθων»:
1) επιστολή του Γιώργη Παυλόπουλου προς τον Γιώργο Σεφέρη, της 7ης Απρίλη 1971,
2) του ίδιου, «Μαρτυρία. Ένα άγνωστο κι ένα γνωστό ποίημα του Γιώργου Σεφέρη», Η Καθημερινή, 20 Ιουνίου 1976,
3) του Δημήτρη Δασκαλόπουλου, Εργογραφία Σεφέρη (1931-1979). Βιβλιογραφική δομική, Αθήνα 1979, βλ. λήμμα 71 και 82,
4) του Ρόντρικ Μπήτον, Γιώργος Σεφέρης. Περιμένοντας τον άγγελο, Αθήνα 2013, σελ. 592-593, όπου αναφορά στον Γ. Παυλόπουλο, «Μνήμες από τον Γιώργο Σεφέρη», Ύλατρον 1 (Νοέμβριος 2001), Λευκωσία, σελ. 29- 30, κ.ά.
Το ποίημα
«Επί Ασπαλάθων…»
Ήταν ωραίο το Σούνιο τη μέρα εκείνη του Ευαγγελισμού
πάλι με την άνοιξη.
Λιγοστά πράσινα φύλλα γύρω στις σκουριασμένες πέτρες
το κόκκινο χώμα κι ασπάλαθοι·
δείχνοντας έτοιμα τα μεγάλα τους βελόνια
και τους κίτρινους ανθούς.
Απόμακρα οι αρχαίες κολόνες,
χορδές μιας άρπας αντηχούν ακόμη…
Γαλήνη.
– Τι μπορεί να μου θύμισε τον Αρδιαίο εκείνον;
Μια λέξη στον Πλάτωνα θαρρώ, χαμένη στου μυαλού
τ’ αυλάκια·
τ’ όνομα του κίτρινου θάμνου
δεν άλλαξε από εκείνους τους καιρούς.
Το βράδυ βρήκα την περικοπή:
«τον έδεσαν χειροπόδαρα» μας λέει
«τον έριξαν χάμω και τον έγδαραν
τον έσυραν παράμερα τον καταξέσκισαν
απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους
και πήγαν και τον πέταξαν στον Τάρταρο, κουρέλι».
Έτσι στον κάτω κόσμο πλέρωνε τα κρίματά του
ο Παμφύλιος Αρδιαίος ο πανάθλιος Τύραννος.
◆ ◆ ◆
Παραθέτουμε την επιστολή της 7ης Απρίλη 1971 του Γιώργη Παυλόπουλου προς τον Γιώργο Σεφέρη (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, Αρχείο Σεφέρη, Φάκ. 40, Υποφ. 8, Αριθ. επιστολής [10]
◆ ◆ ◆
Πύργος 7 Απρίλη 1971
Σεβαστέ μου Κύριε Σεφέρη
Κείνη τη μέρα στο Σούνιο, είχα το κρυφό συναίσθημα πως γύρω μας ανάσαινε κιόλας κάποιο ποίημα. Είταν η μεγάλη χαρά που μας έδινε η δική σας παρουσία εκεί. Κι ακόμη ο αγέρας, το χώμα, οι θάμνοι, αυτό το φως, καθώς τα ένιωθα να πιάνουν μέσα μου μ’ έναν άλλο ρυθμό. Με την πίκρα, θα έλεγα, που μου υποβάλλει πάντα εκείνος ο στίχος: «πάλι με την άνοιξη».
Και ξαφνικά έλαβα το γράμμα σας και τα ποιήματα.
Διάβασα άπειρες φορές το «Επί ασπαλάθων…». Ίσως ποτέ άλλοτε δε βρέθηκα τόσο κοντά στην αλήθεια ή στο θαύμα της ποιητικής δημιουργίας. Μαζί με το «Ολυμπία, Κ’ αι. μ.Χ.» τα κρατώ μ’ ευλάβεια κι ευγνωμοσύνη. Σας ευχαριστώ.
Λέω να γράψω μερικά λίμερικ. Μ’ ερεθίζει ο παιγνιδιάρης τρόπος για γυμνάσματα τέτοιου είδους. Άλλοτε έστελνα στον Καχτίτση, που τον διασκέδαζαν, παρόμοια στιχουργήματα. Δουλεύω τώρα πάνω στα γράμματά του. Είναι τρομερό να ζει κανείς με τα γράμματα ενός πεθαμένου φίλου. Αλλά πρέπει να μάθω κι έτσι.
Ο θάνατος του Ιγκόρ Στραβίνσκι με συγκλόνισε. Ποτέ δεν ήθελα να πιστέψω πως έφτασε σε τόσο βαθιά γεράματα. Ήθελα να τον φαντάζομαι μονάχα νέο. Τώρα που έφυγε, συλλογίζομαι πως ήταν ο πιο νέος ανάμεσα στους τεχνίτες του αιώνα μας. Το γράφω σε Σας που τον αγαπούσατε και ξέρατε τόσο καλά, από πολύ νωρίς, πόσο μεγάλος είταν.
Σας παρακαλώ να δώσετε πολλά χαιρετίσματα στην κυρία Σεφέρη.
Σας φιλώ
Γιώργης Παυλόπουλος
◆ ◆ ◆
Σχολιάζω την επιστολή του Γιώργη Παυλόπουλου
Το ποίημα «Επί Ασπαλάθων…» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά στην εφημερίδα Το Βήμα στις 23 Σεπτεμβρίου του 1971 και σε γαλλική μετάφραση από τον ίδιο τον Γιώργο Σεφέρη στην εφημερίδα Le Monde στις 27 Αυγούστου [1971] (Δασκαλόπουλος, ό.π.). Η σύνθεση του ποιήματος είχε ολοκληρωθεί στις 31 Μαρτίου του 1971· την άλλη ημέρα «μου το έστειλε» ο Σεφέρης (Παυλόπουλος, «Μαρτυρία. Ένα άγνωστο κι ένα γνωστό ποίημα του Γιώργου Σεφέρη», ό.π.). Το έλαβε ο Παυλόπουλος το ποίημα «Επί Ασπαλάθων…» και το «Ολυμπία, Κ’ αι. μ.Χ.» πριν από τις 7 Απριλίου του 1971· βλ. επιστολή Γιώργη Παυλόπουλου προς Γιώργο Σεφέρη (ό.π.).
Για τη γνωριμία του Γιώργου Σεφέρη με τον Ιγκόρ Στραβίνσκι παραπέμπω στη διατριβή της Πολίνας Ταμπακάκη, η «Μουσική Ποιητική» του Γιώργου Σεφέρη, Αθήνα 2011, σποράδην με πλούσια βιβλιογραφία. Βλ. και Γιώργος Σεφέρης, «Προλόγισμα στη “Μουσική Ποιητική”», αφιέρωμα στον Ιγκόρ Στραβίνσκι, στο δελτίο 3, Αθήνα 1970, σελ. 5-8. Από το «Προλόγισμα» (ό.π., σελ. 7) αντιγράφω την εξής παρατήρηση του Στραβίνσκι: «… Γι αυτό μ’ έκανε πολύ να συλλογιστώ το χωρίο που ο Στραβίνσκι αποδίδει στον Αρεοπαγίτη, καθώς τελειώνει τα μαθήματά του: Όσο πιο ψηλά -βεβαιώνει ο Άγιος- στέκονται οι άγγελοι στην επουράνια ιεραρχία, τόσο λιγότερες λέξεις έχουν στη διάθεσή τους· έτσι που ο ανώτατος δεν μπορεί πια ν’ αρθρώσει παρά μια μόνο συλλαβή». (Σ.τ.Ε. Πρόκειται για το έργο του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου «Περί τής Ουρανίας Ιεραρχίας»· όσον αφορά τα μαθήματα, είναι αυτά που έδωσε ο Στραβίνσκι στο Harvard Igor Stravinsky, Poetics of Music, α’ έκδοση στα αγγλικά 1949, στα ελληνικά: Μουσική Ποιητική, στη μορφή έξι μαθημάτων, μτφ. Μιχάλη Γρηγορίου, Αθήνα 1980.
Λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση του εν λόγω ποιήματος, δε θυμάμαι ακριβώς πότε, έστειλα στην εφημερίδα Το Βήμα ένα κείμενο από την Ποικίλη Ιστορία του Αιλιανού· το κείμενο αυτό δε δημοσιεύτηκε τότε. Το παραθέτω τώρα εδώ:
Αιλιανού, Ποικίλης Ιστορίας, Βιβλίον ΙΔ’, κεφ. κβ’, Lipsiae, 1829, σελ. 217- 218 (Οιρ. XXII):
Περί τυράννου κωλύσαντος τους εαυτού υπηκόους διαλέγεσθαι αλλήλοις
Ότι Τρύζος τις τύραννος, βουλόμενος εξελείν τας συνωμοσίας, και τας κατ’ αυτού έπιβουλάς, έταξε τοις επιχωρίοις, μηδένα μηδενί διαλέγεσθαι, μήτε κοινή, μήτε ιδία. Και ην το πράγμα αμήχανον και χαλεπόν. Εσοφίσαντο ουν το του τυράννου πρόσταγμα, και αλλήλοις ένευον, και εχειρονόμουν προς αλλήλους, και ενεώρων δριμύ, και αυ πάλιν γαληναίον και [βλέμμα] φαιδρόν· και επί τοις σκυθρωποίς και ανηκέστοις έκαστος αυτών συνωφρυωμένος ην δήλος, το της ψυχής πάθος εκ του προσώπου τω πλησίον διαδεικνύς. Ελύπει τον τύραννον και ταύτα, και επίστευε τέξεσθαί τι αυτώ πάντως κακόν και την σιωπήν, δια το των σχημάτων ποικίλον. Αλλ’ ουν εκείνος και τούτο κατέπαυσε. Τούτων τις ουν αχθόμενος τη αμηχανία, και δυσφορών, και την μοναρχίαν καταλύσαι διψών, αφίκετο εις την αγοράν, είτα έκλαε στας πολλοίς άμα και θαλεροίς τοις δακρύοις. Περιέστησαν ουν αυτόν, και περιήλθον το πλήθος και οδυρμώ κακείνοι συνείχοντο. Ήκεν αγγελία παρά τον τύραννον, ως ουδείς αυτών χρήται νεύματι ουκ έτι, δάκρυα δε αυτοίς επιχωριάζει. Ο δε, επειγόμενος και τούτο παύσαι, μη μόνον της γλώττης καταγινώσκων δουλείαν, μηδέ μόνον των νευμάτων, αλλ’ ήδη και τοις οφθαλμοίς την εκ φύσεως αποκλείων ελευθερίαν, ή ποδών είχεν, αφίκετο συν τοίς δορυφόροις, ίνα αναστείλη τα δάκρυα. Οι δε ουκ έφθησαν ιδόντες αυτόν, και τα όπλα των δορυφόρων αρπάσαντες, τον τύραννον απέκτειναν.
◆ ◆ ◆
Βρίσκω να έχει μεγάλο ενδιαφέρον το κείμενο του Αιλιανού του 3ου αιώνα μ.Χ. για τη σημειολογία της σωματικής γλώσσας και των συστατικών της στοιχείων: των νευμάτων, των χειρονομιών, των βλεμμάτων και «δια το των σχημάτων ποικίλον», δηλαδή για την ποικιλία των μορφικών σχημάτων με τα οποία εκφράζονται οι καταστάσεις της ψυχής. Σημασία έχει ακόμη να επισημανθεί ο επιμερισμός των καταστάσεων και η κλίμακά τους, όπως η διάκριση του βλέμματος σε δριμύ, σε φαιδρό, σε γαληναίον αλλά και η σύζευξη και εναλλαγή τους ή του κλάματος και η δείνωσή του σε οδυρμό, που δηλώνει το μέγεθος, την ένταση και τον βαθμό της αμηχανίας και της χαλεπής κατάστασης στην οποία βρέθηκαν οι «επιχώριοι» λόγω της απαγόρευσης του τυράννου Τρύζου να διαλέγονται «μήτε κοινή μήτε ιδία».
Ομολογώ την αδυναμία μου να προτείνω εικαστικά έργα του 3ου αιώνα μ.Χ. στα οποία να αισθητοποιούνται οι καταστάσεις αυτές· αντίθετα, τέτοια δυσκολία δεν έχω όταν πρόκειται να συστήσω εικαστικά έργα της νεότερης τέχνης. Στο βιβλίο της Barbara Pasquinelli, Le Geste et l’ Expression, Παρίσι 2006, μπορεί κανείς να δει ένα μεγάλο αριθμό έργων στα οποία αισθητοποιείται μεγάλη κλίμακα (των) συναισθηματικών καταστάσεων. Για επιβεβαίωση προσφέρεται ανάμεσα σε άλλα «Ο Μυστικός Δείπνος» (εικ. 1) του Λεονάρντο ντα Βίντσι, «Η Κραυγή» του Edvard Munch, 1893, Όσλο, Nasjonalgalleriet (εικ. 2), «Το κεφάλι της Μέδουσας» του Καραβάτζο, 1598, Φλωρεντία, Galleria degli Uffici (εικ. 3), «Ο θυμός» του Le Brun, γύρω στο 1663, Μουσείο του Λούβρου (εικ. 4) (Pasquinelli, ό.π., εικόνα στη σελίδα 301), του ίδιου, «Το κλάμα» (εικ. 5) (αυτόθι, σελ. 297 κ.ά.). Δεν κρύβω τις επιφυλάξεις για τους κινδύνους που εγκυμονεί η αναχρονιστική ερμηνεία ενός επικοινωνιακού συστήματος του 3ου αιώνα μ.Χ. με έργα νεότερα της ιστορίας της τέχνης.
Όσον αφορά τη σχέση του κειμένου του Αιλιανού και του ποιητικού συνθέματος του Γιώργου Σεφέρη, αφήνω στον υποψιασμένο αναγνώστη να την εντοπίσει!