Πρόσφατα κυκλοφόρησε το όγδοο μυθιστόρημα της Φωτεινής Ναούμ με τίτλο «Η Ζέλντα έφυγε». Μια ιστορία, για την αναζήτηση, το πάθος, την εμμονή, τον έρωτα και τη χαρά της ζωής. Μια ιστορία για ένα κορίτσι που ξεκίνησε από ένα μικρό χωριό στον Έβρο και κατάφερε να γίνει… μούσα. Η Φωτεινή Ναούμ γεννήθηκε στην Κομοτηνή τον Απρίλιο του 1978, όπου ζει και εργάζεται τα τελευταία χρόνια. Συντονίζει ομάδες δημιουργικής γραφής και είναι ραδιοφωνική παραγωγός στο Ράδιο Χρόνος 87,6 FM στην Κομοτηνή, όπου έχει εκπομπή με θέμα το βιβλίο. Κατά καιρούς αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Με αφορμή, το μυθιστόρημα «Η Ζέλντα έφυγε» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις BELL μιλήσαμε με τη συγγραφέα.
Συνέντευξη: Άγγελος Πολύδωρος
Πέντε πρόσωπα και ένας συγγραφέας, ο Ανδρέας Μεντάς, πρωταγωνιστούν σ’ αυτό -το όγδοο- μυθιστόρημά σας. Ο συγγραφέας, έχει κάτι από το χαρακτήρα σας;
Ο Ανδρέας Μεντάς είναι ένας κάπως ιδιότροπος τύπος, με όχι ιδιαίτερα καλές σχέσεις με τους ανθρώπους. Ελπίζω λοιπόν, πως σε αυτό το κομμάτι δεν του μοιάζω. Από την άλλη, είναι εντελώς παραδομένος στο συγγραφικό του έργο, στη μανία του να τιθασεύσει τη γραφή. Ταλαιπωρείται από αυτήν. Τον εξυψώνει και την ίδια στιγμή τον εκμηδενίζει. Χάνεται από τον πραγματικό κόσμο και βουτάει στον φανταστικό. Κοινώς, διαφεύγει. Κι εγώ με έναν τρόπο, μονίμως μέσα από τη γραφή, διαφεύγω από τη ζωή. Άρα, αυτό είναι σίγουρα κάτι που έχουμε κοινό. Η απόδραση.
Διάβασα ότι «συντονίζετε ομάδες δημιουργικής γραφής». Ποια είναι η διαφορά από το να «διδάσκετε δημιουργική γραφή»;
Στην ουσία είναι το ίδιο πράγμα. Μόνο που δεν μου αρέσει καθόλου η λέξη διδάσκω, σε ότι αφορά κάτι τόσο ρευστό, τόσο ονειρικό, τόσο προσωπικό.
Φτάνει η «δημιουργική γραφή»; Τι θα συμβουλεύατε τους νέους και επίδοξους συγγραφείς;
Αν δεν έχεις το ταλέντο, ή για να το πω αλλιώς αυτή την άσβηστη φλόγα μέσα σου, αυτή την επιτακτική ανάγκη να επικοινωνήσεις, το να εκφραστείς, να γεννήσεις, να δημιουργήσεις, δύσκολα μπλέκεις με κάτι τέτοιο, που χρειάζεται πλήρη αφοσίωση, αμέτρητες ώρες δουλειάς και πειθαρχίας και που στο κάτω-κάτω δεν καλοπληρώνεται. Από την άλλη, ακόμη κι αν σου λείπει το ταλέντο, με σκληρή δουλειά, αυτοί που έχουν υπομονή κι επιμονή πάντα καταλήγουν κάπου. Έχω δει ανθρώπους με λιγότερο ταλέντο να καταφέρνουν σπουδαία πράγματα. Τους έσωσε το πάθος και η δουλειά. Η άσβεστη επιθυμία να κάνουν το όνειρο πραγματικότητα.
Αρθρογραφείτε σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά. Με τι περιεχόμενο κυρίως;
Όποτε γράφω, κυρίαρχο θέμα είναι τα βιβλία. Σχόλια και σκέψεις πάνω σε αυτά, καθώς και θέματα που ταλανίζουν τον άνθρωπο, την κοινωνία. Με ενδιαφέρει ο κόσμος που με περιβάλλει. Δεν χορταίνω να εξερευνώ τα αθέατα των άλλων δίπλα μου. Μας συμπονώ, μας λυπάμαι, μας αισθάνομαι. Μ’ αρέσει να γράφω για μας λοιπόν, μικρά χρονογραφήματα ή γήινες καθημερινές ιστορίες.
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε και ποιο ήταν το βιβλίο, ή τα βιβλία, που ως νέα σάς ώθησαν στην ανάγνωση και έπειτα στη συγγραφή;
Από τη στιγμή που μπόρεσα να γράψω τις πρώτες μου προτάσεις, ξεκίνησε και η σχέση μου με τη γραφή. Μικρά ποιήματα, κείμενα, σκέψεις, ημερολόγια. Μαθητικές εφημερίδες και πάει λέγοντας. Ήμουν μέρα νύχτα με ένα βιβλίο στο χέρι. Σχεδίαζα κάτι ανθρωπάκια στα τετράδια και τον υπόλοιπο καιρό έγραφα. Ακόμη και όταν δεν έπιανα μολύβι, έγραφα στο κεφάλι μου. Ήμουν πάντα ένα και το αυτό με τις σκέψεις μου. Με τις
ολοκληρωμένες εικόνες, που μια μέρα θα γίνονταν ίσως βιβλία.
Πέρασα από διάφορα είδη βιβλίων ως αναγνώστρια. Αγάπησα τις ιστορίες ενηλικίωσης, τα κλασικά Ελλήνων συγγραφέων, τον βρώμικο ρεαλισμό των Αμερικάνων, την μελαγχολική γοητεία των Ευρωπαίων, τις ιστορίες αγάπης των Άρλεκιν. Διάβαζα με πάθος και χωρίς φίλτρα. Διάβαζα κυριολεκτικά ότι έπεφτε στο χέρι μου. Ήμουν μανιακή και ακόρεστη. Όλα αυτά μαζί, έγιναν ένας πολτός από τον οποίο κάθε τόσο ξεπηδάει μια νέα τάση, μια νέα ιστορία.
Ποιοι ήταν οι πιο αγαπημένοι σας συγγραφείς;
Ήταν και είναι ακόμη τόσο πολλοί, που όποτε με ρωτάνε φοβάμαι πως κάποιον ξεχνώ, κάποιον αδικώ. Ζωρζ Σαρρή, Μενέλαος Λουντέμης, Γιώργος Θεοτοκάς και Μιχάλης Καραγάτσης, ήταν λίγοι μόνο από τους Έλληνες. Μου άρεσε ο Πόε και ο Μπουκόφσκι. ΟΜακάνιν και ο Ντάρελ. Ο Γκουτιέρεζ, ο Μίλερ, ο Μπατάιγ και αναμέτρητοι άλλοι. Κυρίως όμως αγαπώ τα βιβλία. Το έργο των συγγραφέων και όχι τους ίδιους. Είναι μεγάλη κουβέντα, αλλά έχει τύχει να θεωρήσω το βιβλίο κάποιου αριστούργημα, αλλά να μη μου αρέσει κανένα άλλο του. Όπως το να μην συμπαθήσω ποτέ τον ίδιο, αλλά μικρή σημασία έχει και αυτό. Αγαπώ την ποίηση, έχω αρκετά μεγάλη συλλογή από άσημους ποιητές. Τα βιβλία τους τα αγόραζα από παλαιοβιβλιοπωλεία, παραμελημένα, ξεχασμένα και το ένιωθα χρέος μου να τα περισώσω. Να τα βάλω μέσα μου, να τα αφομοιώσω.
Βλέπετε ταινίες ή σήριαλ; Ποιες ταινίες ή σειρές θα συστήνατε στους αναγνώστες μας, για τις στιγμές που δεν θα ήθελαν να διαβάσουν κάτι;
Βλέπω ελάχιστες ταινίες και ακόμη λιγότερο σειρές. Χρειάζονται πολύ χρόνο και προσοχή, που δυστυχώς δεν διαθέτω τίποτα από τα δύο το τελευταίο διάστημα. Κατά καιρούς παρακολουθώ κάτι ταινίες σε κάποια τοπικά κανάλια ή στην κρατική τηλεόραση, που με συναρπάζουν· όχι τόσο με αυτό που δείχνουν αλλά με αυτό που κυοφορούν.
Διαχρονικά αγαπημένες μου ταινίες είναι ο Καιρός των Τσιγγάνων με την αξεπέραστη εικόνακαι μουσική του, το Arizona Dream, τα Φτηνά Τσιγάρα και η Ψυχή Βαθιά του Βούλγαρη. Σίγουρα είναι και πολλές άλλες που μου διαφεύγουν τώρα. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τις ταινίες με τον τρόπο που χαράζονται μέσα μου τα βιβλία. Ευτυχώς ή δυστυχώς.