Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Obstetrics and Gynaecology», οι γυναίκες που θηλάζουν μπορεί ενδεχομένως να μειώνουν τον κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιακή προσβολή, καρδιοπάθεια ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Μάλιστα βάσει της έρευνας υποστηρίζεται ότι γυναίκες που θήλασαν περισσότερο από ένα έτος, είχαν 10% λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν τις παραπάνω νόσους σε σχέση με γυναίκες που δεν θήλασαν ποτέ. Ακόμα και ο θηλασμός για διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός μπορεί ενδεχομένως να μειώσει τον κίνδυνο διαβήτη, υψηλής αρτηριακής πίεσης και υψηλής χοληστερόλης.
35 χρόνια μετά…
Η νέα έρευνα του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ εστίασε σε περίπου 140.000 γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Κατά μέσον όρο πέρασαν 35 χρόνια από την τελευταία φορά που θήλασαν οι γυναίκες, υποδεικνύοντας ότι τα οφέλη διαρκούν δεκαετίες.
Εκτός από τη μείωση του κινδύνου καρδιοπαθειών, ο θηλασμός για περίοδο μεγαλύτερη του έτους φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο υψηλής αρτηριακής πίεσης κατά 12% και του διαβήτη και της υψηλής χοληστερόλης κατά 20% περίπου.
Έχει επισημανθεί ότι ο θηλασμός μπορεί ενδεχομένως να περιορίσει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών προβλημάτων, μειώνοντας τα αποθέματα λίπους στον οργανισμό.
Η έρευνα έρχεται να προστεθεί στις αυξημένες ενδείξεις για τα οφέλη του θηλασμού στη μητέρα και στο νεογνό.
Παλιότερες έρευνες έχουν αποκαλύψει ότι ο θηλασμός μειώνει τον κίνδυνο μιας γυναίκας να εμφανίσει καρκίνο στις ωοθήκες, το μαστό καθώς και να παρουσιάσει οστεοπόρωση.
Πολλά όμως είναι και τα οφέλη για το μωρό. Το προστατεύει από παχυσαρκία, διαβήτη, άσθμα και μολύνσεις στο αυτί, το στομάχι και το στήθος, ακόμη και κατά τη διάρεκεια της ανάπτυξής του, αλλά και της ενήλικης ζωής του!