Γράφει ο Γιώργος Αράπογλου – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας Λυκόβρυση-Πεύκη, Ηράκλειο, Μεταμόρφωση – 27/7/21
Ο αθλητισμός είναι ένα από τα σπουδαιότερα κοινωνικά εργαλεία, το οποίο, αν αξιοποιηθεί σωστά, μπορεί να αλλάξει την κοινωνία προς το καλύτερο. Τα παραπάνω τα έχω γράψει ήδη άπειρες φορές, αλλά, η ίδια η ζωή αποδεικνύει ότι ποτέ δεν είναι αρκετές.
Και αναφέρω την ίδια τη ζωή, γιατί αυτό ακριβώς καταδεικνύει την τελευταία εβδομάδα με τον πιο περίτρανο τρόπο. Διανύοντας ήδη τις πρώτες ημέρες των Ολυμπιακών Αγώνων, που ξεκίνησαν μουδιασμένα και υπό τη βαριά σκιά της πανδημίας, έχουμε πολλά να συζητάμε και να χρησιμοποιούμε ως παραδείγματα για τα παιδιά μας.
Πριν, όμως, από το Τόκιο, αρκετά χιλιόμετρα μακριά, για την Ελλάδα γεωγραφικά αντίθετα, η αξία του αθλητισμού ως κοινωνικό εργαλείο καταγράφηκε στο πρόσωπο του πιο διάσημου πλέον εκπροσώπου της χώρας μας σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Η ανάδειξη του Γιάννη Αντετοκούνμπο ως πρωταθλητή NBA δεν ήταν απλώς η επιτυχία μερικών εκατομμυριούχων αθλητών να κερδίσουν την εγχώρια λίγκα. Ήταν το επιστέγασμα μιας ζωής που ξεκίνησε από την απόλυτη φτώχεια σε κάποια σκοτεινά στενά των Σεπολίων μέχρι την κορυφή του κόσμου. Και, παράλληλα, η πιο γλυκιά ιστορία που μπορεί να αφηγηθεί ένας γονιός στο παιδί του, ώστε να μην πάψει ποτέ να ονειρεύεται.
Πώς αλλιώς να το δει κάποιος δηλαδή; Μια φτωχή οικογένεια μεταναστών, ήρθε στην Ελλάδα για να στεγάσει τα όνειρα των παιδιών της. Τους έδωσε ελληνικά ονόματα από αγάπη για τη χώρα και προσπάθησε με χίλιες δυο δυσκολίες να τα μεγαλώσει όχι μόνο στα χαρτιά Έλληνες, μια που γεννήθηκαν εδώ, αλλά κυρίως στην ψυχή. Και αυτά, το τίμησαν και με το παραπάνω. Και από τα ξυπόλητα πεζοδρόμια, ο δεύτερος εξ αυτών, που από την πρώτη στιγμή που έπιασε μπάλα δήλωνε ότι θέλει να γίνει πρωταθλητής, τα κατάφερε να πιάσει το όνειρό του. Με σκληρή και ασταμάτητη δουλειά, χωρίς να του χαριστεί το παραμικρό και, παρ’ όλα αυτά, να παραμένει σεμνός και προσγειωμένος. Όσο να’ ναι, πολλοί θα το ζήλευαν.
Και η δυστυχία σε ορισμένους, από τα ξημερώματα της προηγούμενης Τετάρτης, ξεχειλίζει. Αλλά, για να πω την αμαρτία μου, το βρίσκω διασκεδαστικό. Πώς αλλιώς να εκλάβει κανείς τις υπουργικές – και όχι μόνο – κυβιστήσεις σε επίπεδο χρυσού μεταλλίου, για να είμαστε και επίκαιροι, απέναντι στην επιτυχία του Αντετοκούνμπο; Το μισό υπουργικό συμβούλιο εκτόξευε ειρωνείες και μίσος στα κανάλια απέναντι στον νεαρό αθλητή, όταν ήταν στο ξεκίνημά του και το άλλο μισό καταψήφισε το νομοσχέδιο για την ιθαγένεια το 2015, όταν ακόμα ήταν στην αντιπολίτευση. Αλλά, την ίδια ώρα, ο Πρωθυπουργός και άλλα σήμερα κυβερνητικά στελέχη εκθείαζαν τον αθλητή που κάνει υπερήφανη όλη τη χώρα. Όπως και γνωστοί για τις ακραίες θέσεις τους περσόνες του αθλητισμού και της πολιτικής, οι οποίοι είχαν κατά καιρούς καταφερθεί με χυδαίους χαρακτηρισμούς, τώρα και εν μέσω κοινωνικού αποκλεισμού, γυρίζουν την… μπιφτέκα, που λένε και οι νέοι σήμερα και δηλώνουν επίσης υπερήφανοι. Δυστυχία και τρικυμία. Αυτές είναι οι λέξεις που έρχονται πρώτες στο μυαλό. Γιατί, ευτυχώς, τα γραπτά μένουν. Και η λέξη «συγνώμη» είναι βαριά για να την σηκώσουν κάποιοι.
Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, στο μακρινό Τόκιο συμβαίνουν άλλα απίστευτα και τραγελαφικά. Ως εκ θαύματος και εν μέσω αστειοτήτων, ο προκριματικός αγώνας του κορυφαίου Έλληνα Ολυμπιονίκη και ενός από τα πιο καυτά ονόματα των φετινών αγώνων, Λευτέρη Πετρούνια, δεν μεταδόθηκε από την κρατική τηλεόραση. Μετά τη γενική κατακραυγή, η διοίκηση του Οργανισμού τα έκανε ακόμα χειρότερα με δικαιολογίες επιπέδου αντιπροέδρου Εδεσσαϊκού «εμείς δεν… και μετά αυτοί… κι έπειτα δεν είχαμε… και δεν μας έδωσαν… και μετά εμείς ξανά…». Την ίδια ώρα, ο αγώνας της Μαρίας Σάκκαρη για τους «64» του τουρνουά τένις, όπου παραβρέθηκε εκπροσωπώντας την ελληνική κυβέρνηση και ο Υφυπουργός Αθλητισμού, Λευτέρης Αυγενάκης, μεταδόθηκε μετά δόξης και τιμής και, μάλιστα, με πολλά και συχνά κοντινά πλάνα στον ίδιο τον Υφυπουργό. Τώρα, βέβαια, το γεγονός ότι ο Λευτέρης Πετρούνιας πριν από μερικούς μήνες είχε ξεσπάσει απέναντι στην Πολιτεία για το γεγονός ότι τόσο ο ίδιος όσο και οι συναθλητές του ήταν επί επτά μήνες απλήρωτοι, την ώρα που η – αξιότατη και εξαιρετική κατά τα άλλα – Ελληνίδα πρωταθλήτρια τένις, χωρίς, στην πραγματικότητα να ευθύνεται η ίδια, το τελευταίο διάστημα κερδίζει τα φώτα λόγω της σχέσης της με τον γιο του πρωθυπουργού, μπορούν να θεωρηθούν ξεκάθαρες συμπτώσεις. Μα, πού πάει κι εσάς το μυαλό σας;
Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος ο Πετρούνιας, που είναι ένα παιδί που όσο μπόι του λείπει τόσο ξεχειλίζει σε μούσκουλα ήθους και αξιοπρέπειας, όχι μόνο αντέδρασε με χιούμορ, χλευάζοντας την κατάσταση, αλλά ξεκαθάρισε πως, όσο ο ίδιος είναι καλά, κανένας δεν μπορεί να του στερήσει την πρώτη θέση και το χρυσό μετάλλιο. Και αυτό μετά από μια σοβαρή επέμβαση που πολλοί πίστευαν ότι δεν θα του επέτρεπε καν να αγωνιστεί. Όταν με το καλό το καταφέρει, το μετάλλιο αυτό θα ανήκει αποκλειστικά στον ίδιο, την οικογένειά του και τις φοβερές κοράκλες του. Οι γραβατομένοι που θα τρέξουν για τις φωτογραφίες στο αεροδρόμιο, καλό θα είναι να είναι προετοιμασμένοι. Παλαιοκομματικές αηδιούλες σε αθλητές του βεληνεκούς του Γιάννη και του Λευτέρη δεν περνούν ούτε γι’ αστείο.
Το θέμα, ωστόσο, είναι άλλο και απευθύνομαι στους γονείς αναγνώστες. Η κοινωνία έχει αναρίθμητα στραβά που οφείλουμε να παλέψουμε. Ας αναρωτηθούμε, λοιπόν: Προτιμάτε τα παιδιά σας να μπιστάνε όλη μέρα κι όλη νύχτα, όπου βρουν κι όπου σταθούν, μια «σπυριάρα» για να μοιάσουν στο Γιάννη – και ας χαλάει το χρώμα του την αισθητική κάποιων – και να τρέχουν στα γυμναστήρια για να μοιάσουν στον Λευτέρη ή να είναι συνέχεια στα μπλιμπλίκια και με όνειρο να παίξουν στο bachelor και το survivor; Στα σοβαρά τώρα, υπάρχουν άλλοι καλύτεροι να βάλετε αφίσες στα δωμάτια τους;