Άρθρο του Ρώσου Πρεσβευτή κ. Αντρέι Μασλόφ
Την 1η Σεπτεμβρίου συμπληρώνονται 80 χρόνια από την έναρξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, της πλέον αιματηρής καταστροφής στην Ιστορία, που έφερε ανυπόφορα βάσανα σε εκατομμύρια ανθρώπους και συγκλόνισε τον κόσμο. Δυστυχώς, σήμερα η Ευρώπη, η οποία επιβίωσε και διατήρησε την δημοκρατία χάρη στην υπεράνθρωπη προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης και των χωρών της Αντιχιτλερικής συμμαχίας, λησμονεί το παρελθόν της. Για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καταβάλλονται συνειδητές προσπάθειες διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, όχι μόνο από ψευδοϊστορικούς, αλλά και από κυβερνήσεις ορισμένων κρατών. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόπειρα εξίσωσης της φασιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ένωσης ως δυο «συνυπεύθυνων» της έναρξης του πολέμου. Κάποιοι παρουσιάζουν την ΕΣΣΔ – το κύριο θύμα του φασισμού – ως δήθεν συνένοχο της τραγωδίας, με στόχο να κρύψουν τις προδοσίες τους και να υπονομεύσουν τον ρόλο της σύγχρονης Ρωσίας στον κόσμο, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά το 1945.
Για τους σκοπούς αυτούς, οι πλαστογράφοι της Ιστορίας εκμεταλλεύονται κυνικά το γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου 1939 και δήθεν τράβηξε τη σκανδάλη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία. Υπάρχει επιτακτική ανάγκη για ένα νηφάλιο και χωρίς ιδεολογικά στερεότυπα απολογισμό της προπολεμικής περιόδου, ώστε να κατανοήσει κανείς σωστά τους λόγους που οδήγησαν τη Μόσχα στη σύναψη της συμφωνίας με τη Γερμανία. Αρκετά πριν από το 1939 ο πόλεμος ήδη μαινόταν. Οι χώρες του Άξονα με στρατιωτικά μέσα και εκβιασμούς άλλαζαν τα σύνορα στην Ασία, την Αφρική αλλά και στην Ευρώπη. Η Κίνα είχε ήδη χάσει εκατομμύρια ανθρώπους της αναχαιτίζοντας την ιαπωνική εισβολή, και η Ιταλία είχε καταλάβει την Αλβανία.
Να θυμηθούμε και το Άνσλους (προσάρτηση) της Αυστρίας στη Γερμανία στις 12-13 Μαρτίου 1938, χωρίς καμία ουσιαστική αντίδραση των Δυτικών χωρών. Η σιγή ιχθύος από την πλευρά της Γαλλίας, την ώρα της επαναστρατιωτικοποίησης της Ρηνανίας από τον Χίτλερ, άνοιξε την όρεξη του Γερμανού ηγέτη που αγνόησε τους στρατιωτικούς περιορισμούς των Βερσαλλιών. Αλλά ο πιο κρίσιμος σταθμός της – τυπικά – προπολεμικής περιόδου έγινε το Σύμφωνο μεταξύ της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας που υπογράφηκε στην περίφημη συνδιάσκεψη του Μονάχου, στις 29 – 30 Σεπτεμβρίου 1938. Εκεί, το Λονδίνο και το Παρίσι «παρέδωσαν» στο Βερολίνο την Σουδητία της Τσεχοσλοβακίας, ενώ και η Πολωνία αμέσως μετά απέσπασε την περιοχή του Ζαόλζιε! Αυτή η εγκληματική πράξη αποτέλεσε το αποκορύφωμα της «πολιτικής κατευνασμού» του Χίτλερ εκ μέρους της Αγγλίας και της Γαλλίας που όλο το προηγούμενο διάστημα παρακινούσαν την Τσεχοσλοβακία στην συνθηκολόγηση. Ο αληθινός στόχος της πολιτικής αυτής ήταν να κατευθύνουν τις φανερές επιθετικές προθέσεις της Γερμανίας προς την Ανατολή, κατά της Σοβιετικής Ένωσης, και να αποτρέψουν τον κίνδυνο για τους ίδιους. Υπολόγιζαν, προφανώς, ότι η Γερμανία και η ΕΣΣΔ θα εξαντλούσαν τις δυνάμεις τους σε μεταξύ τους πόλεμο! Η ΕΣΣΔ, αντίθετα, ήταν τότε η μοναδική μεγάλη δύναμη στην Ευρώπη που έκρουε συνεχώς τον κώδωνα του κινδύνου και δεν είχε κάνει συμφωνίες με τον Χίτλερ.
Το Σύμφωνο του Μονάχου, όμως, αποτέλεσε το «σημείο μη επιστροφής» και προκαθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις μετέπειτα εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της επίθεσης της Γερμανίας κατά της Πολωνίας. Άλλαξε ριζικά την κατάσταση στην Ευρώπη. Η απομόνωση της Σοβιετικής Ένωσης ενισχύθηκε, και η Μόσχα αντιμετώπιζε το ενδεχόμενο διαμόρφωσης ενός κοινού αντισοβιετικού μετώπου. Παρ’ όλα αυτά, ο Ι. Στάλιν επιδίωκε σθεναρά τη δημιουργία συστήματος συλλογικής ασφάλειας με το Λονδίνο και το Παρίσι, με τη συμμετοχή και της Βαρσοβίας, με το σκεπτικό ότι η διαφύλαξη της ανεξάρτητης Πολωνίας θα απέκλειε το ενδεχόμενο της απευθείας επίθεσης της Γερμανίας εναντίον της ΕΣΣΔ. Στις άγγλο-γάλλο-σοβιετικές συνομιλίες που διαρκούσαν έως τα μέσα Αυγούστου 1939 η Μόσχα επέμενε στη ρήτρα περί άμεσης στρατιωτικής αλληλοβοήθειας σε περίπτωση ναζιστικής επίθεσης, όμως οι άλλες πλευρές σκόπιμα υπονόμευσαν αυτή την προσπάθεια. Και αυτές οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν, με αποκλειστική ευθύνη της αγγλο-γαλλικής πλευράς…
Την 21η Αυγούστου 1939, όταν έγινε πλέον ξεκάθαρο πως οι διαβουλεύσεις με τους εν δυνάμει συμμάχους έφτασαν σε αδιέξοδο, η ηγεσία της ΕΣΣΔ αποδέχθηκε την πρόταση του Βερολίνου για επίσκεψη του υπουργού εξωτερικών Ρίμπεντροπ στη Μόσχα. Στο πλαίσιο αυτής επεξεργάστηκε εσπευσμένα και υπογράφηκε τη νύχτα 23-24 Αυγούστου το γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης και το απόρρητο συμπληρωματικό πρωτόκολλο. Ακολούθως, στις 17 Σεπτέμβριου 1939 τα σοβιετικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Πολωνία, αλλά μόνο σε εκείνα τα παραδοσιακά ρωσικά εδάφη που η Βαρσοβία κατέκτησε βίαια το 1920-1921στη διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου – τη Δυτική Ουκρανία και τη Δυτική Λευκορωσία.
Ουσιαστικά το Σύμφωνο Μόλοτωφ-Ρίμπεντροπ ήταν η απάντηση του Ι. Στάλιν στο Σύμφωνο του Μονάχου! Σ’ εκείνες τις έκτακτες συνθήκες ήταν ένα αναγκαίο, αν και εξαιρετικά δύσκολο βήμα. Μετατόπισε τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης 300 χλμ πιο δυτικά, και η αναπόφευκτη γερμανική επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης αναβλήθηκε σχεδόν κατά δυο χρόνια. Με τα σύνορα στην προ του Συμφώνου γραμμή, δεν θα υπήρχε χρόνος για την απομάκρυνση, μετά τη αρχή της ναζιστικής επίθεσης, των αμάχων και της αμυντικής βιομηχανίας πίσω από τα Ουράλια. Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι τον Αύγουστο 1939 ήταν ακόμα σε εξέλιξη οι μάχες του σοβιετικού στρατού εναντίον της Ιαπωνίας στον ποταμό Χαλκίν-Γκολ και η ΕΣΣΔ έπρεπε να αποκλείσει τον πόλεμο ταυτόχρονα σε δύο μέτωπα.
Ενδεικτική είναι η άποψη του Τσόρτσιλ: «Για την ΕΣΣΔ ήταν άκρως απαραίτητο να μετατοπίσει όσο είναι δυνατόν πιο δυτικά την αρχική γραμμή των γερμανικών στρατευμάτων, ώστε οι Ρώσοι να κερδίσουν χρόνο (… ) η πολιτική τους αν και κερδοσκοπική, ήταν εκείνη τη στιγμή στο υψηλότερο βαθμό ρεαλιστική». Όλοι, και οι Δυτικοί, γνώριζαν ότι το Σύμφωνο συνιστούσε μια προσωρινή εκεχειρία μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και της ναζιστικής Γερμανίας πριν την αποφασιστική μάχη. Σε τελική ανάλυση, η Πολωνία, που σήμερα δηλώνει… «θύμα της σοβιετικής επίθεσης», απελευθερώθηκε από τον φασισμό χάρη στον Κόκκινο Στρατό που έχασε εκεί 600.000 ζωές – τεράστιο φόρο αίματος. Μεταπολεμικά, δε, κέρδισε σημαντικά εδάφη από τη Γερμανία, χάρη στη διπλωματική υποστήριξη της ΕΣΣΔ!
Και βεβαίως αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ήταν η Σοβιετική Ένωση που έσπασε τη ραχοκοκαλιά του Γ’ Ράιχ και απελευθέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης από την εγκληματική ιδεολογία του ναζισμού. Σ’ εκείνους που τελευταία υπαινίσσονται ότι η Ρωσία δήθεν υπερβάλλει τον άθλο και το ρόλο του σοβιετικού λαού στη Νίκη, θα ήθελα να υπενθυμίσω μόνο τα στοιχειώδη πράγματα. Εναντίον του Κόκκινου Στρατού επιχειρούσαν ταυτόχρονα από 190 έως 270 μεραρχίες του Άξονα, δηλαδή τα τρία τέταρτα του συνόλου τους. Η ΕΣΣΔ διέλυσε 607 μεραρχίες του αντιπάλου. Οι απώλειες των Γερμανών ανήλθαν σε 13,4 εκατ. ανθρώπους, από αυτές 10 εκατ. – στο γερμανοσοβιετικό μέτωπο, όπου το Βερολίνο έχασε το 75% των εξοπλισμών του. Η ΕΣΣΔ θυσίασε στο βωμό της Μεγάλης Νίκης 27 εκατ. ζωές. Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζουμε την σημαντική βοήθεια των Δυτικών συμμάχων μας…
Στη Ρωσία δεν ξεχνούν ούτε το Έπος 1940-1941, τις μάχες του Ελληνικού Στρατού μεταξύ 1941-1944 και την μαζική ηρωική ελληνική Εθνική Αντίσταση, την οποία δεν έπνιξαν οι θηριωδίες και τα «αντίποινα» των κατακτητών. Ο ελληνικός λαός δεν έσκυψε το κεφάλι του μπροστά στις υπέρτερες δυνάμεις του εχθρού, όταν πολλοί άλλοι υπέκυπταν, αλλά έδειξε μεγάλο θάρρος και σθένος, αποτελώντας πηγή έμπνευσης για τους αντιφασίστες στην υπόλοιπη Ευρώπη. Τιμούμε μαζί τη μνήμη όσων έπεσαν ή αγωνίστηκαν στην κοινή τιτάνια μάχη ενάντια στον ναζισμό και τον φασισμό. Είναι ακόμα ένας κρίκος που ενώνει αδιάρρηκτα τους λαούς μας. Ευχαριστούμε τους Έλληνες για τη διατήρηση των σοβιετικών τάφων και μνημείων που υπάρχουν εδώ.
Το κοινό καθήκον όλων μας τώρα είναι να μεταλαμπαδεύσουμε την ιστορία και τα διδάγματα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στη νέα γενιά, έτσι ώστε να μην ξανασηκώσει το κεφάλι ο ναζισμός και να μην περάσει η διαστρέβλωση της αλήθειας για τον Πόλεμο. Με ρωσική πρωτοβουλία, κάθε χρόνο η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ εγκρίνει ψήφισμα για το απαράδεκτο του εκθειασμού του ναζισμού και άλλων μισάνθρωπων πρακτικών. Θα ήμασταν ιδιαίτερα ευτυχείς, αν όλες οι χώρες-μέλη του ΟΗΕ προσχωρούσαν σε αυτήν την προσπάθεια…