Γράφει ο Γεώργιος Γενετζάκης, φιλόλογος στο Xαλάνδρι
Παρατηρείται τελευταία σε διεθνές επίπεδο1, μία διογκούμενη αμφισβήτηση της αξιοπιστίας παραδοσιακών θεσμών της κοινωνίας. Έτσι, η πολιτική, η δικαιοσύνη, η αστυνομία, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης -κυρίως η τηλεόραση-, το σύστημα υγείας στη διάρκεια της πρόσφατης Πανδημίας χαρακτηρίζονται, σύμφωνα με την τάση αυτή, ως αναξιόπιστα όργανα του κράτους, επειδή «εξυπηρετούν» αποκλειστικά τα συμφέροντα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Ο στίχος: «Μην τους πιστεύεις» του νεανικού τραγουδιού «Ό,τι έχουμε είμαστε εμείς» αποτυπώνει ακριβώς τη συγκεκριμένη αντίληψη: απόλυτη δυσπιστία προς την Πολιτεία!
Οι εισηγητές αυτής της άποψης απευθύνονται πρωτίστως στους νέους, -που δεν διαθέτουν ακόμη την ανάλογη πνευματική υποδομή και κινούνται με βάση την επαναστατική τους φύση και το συναίσθημα-, σε άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό προφίλ- που διακρίνονται από δογματική σκέψη-, όπως και σε πολίτες ανενημέρωτους, απογοητευμένους, οργισμένους αλλά και με διαταραγμένη προσωπικότητα, -παρά την όποια εκπαιδευτική τους υποδομή-2 και τους προτρέπουν να αμφισβητούν την εγκυρότητα των δημοκρατικών διαδικασιών.
Όμως, η θέση αυτή ουσιαστικά διαψεύδεται από τη μέχρι τώρα πορεία της ιστορίας και τον αγώνα της ανθρωπότητας για αξιοκρατία. Αναντίλεκτα οι δομές μιας κοινωνίας με την πάροδο των αιώνων εξορθολογίζονται, υπηρετούν πιο αξιόπιστα και αξιοκρατικά το δημόσιο συμφέρον και κυρίως υπόκεινται σε ανηλεή έλεγχο και κριτική3. Όλοι, για παράδειγμα, γνωρίζουμε ότι το προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας από το 1984 και εντεύθεν προέρχεται από Σχολές με σοβαρή εκπαίδευση και δημοκρατική νοοτροπία, ύστερα μάλιστα από τις πολύ σημαντικές αναθεωρητικές αλλαγές του 1995. Οι σύγχρονοι αστυνομικοί από κάθε άποψη -παρά τις όποιες αρνητικές εξαιρέσεις που δεν λείπουν από καμία επαγγελματική ομάδα- είναι πιο νομοταγείς, πιο ευαισθητοποιημένοι στα ανθρώπινα δικαιώματα, πιο πολιτισμένοι και προσεκτικοί στη συμπεριφορά τους απέναντι στους πολίτες, πιο εξυπηρετικοί αλλά και ευγενέστεροι σε σχέση με τις προηγούμενες γενεές των συναδέλφων τους και λειτουργούν στη βάση σύγχρονων ευαίσθητων δημοκρατικών διαδικασιών -γεγονός ασύλληπτο για το παρελθόν- και βέβαια υπόκεινται σε αδυσώπητο έλεγχο. Η κοινωνία προχωράει.
Τίθεται παράλληλα το εξής εύλογο ερώτημα: Εάν αμφισβητήσουμε την εντιμότητα των θεσμικών οργάνων της κοινωνίας και τη συλλογιστική τους, προϊόν μακραίωνης επιστημονικής προσπάθειας, ποιους και με ποια κριτήρια πρέπει να εμπιστευτούμε; Είναι σε θέση για παράδειγμα ένα μεμονωμένο άτομο –όσο και αν αυτό ακούγεται επιστημονικά ελκυστικό- να κάνει μόνο του έρευνα π.χ. αν το κλίμα της Γης θερμαίνεται; Ασφαλώς όχι.4
Κάπου θα πρέπει να στηριχτεί. Και εδώ εμφανίζεται ή ο λαϊκιστής πολιτικός που ισχυρίζεται ότι γνωρίζει απόλυτα την αλήθεια και καθοδηγεί τα πλήθη ενίοτε σε αντιδημοκρατικές συμπεριφορές5 ή η ανεξέλεγκτη πληροφορία στο διαδίκτυο, που, επειδή είναι εντυπωσιακή και συγχρόνως εκρηκτική, «πείθει»…
Ας υπογραμμίσουμε την απλή άποψη ότι το παρόν σιτίζεται σε μεγάλο ποσοστό από τις κατακτήσεις του παρελθόντος. Υπάρχει μiά αλυσίδα διαδικασιών που συνδέει το παρελθόν με το σήμερα. Ακόμη και η διόρθωση της όποιας αστοχίας γίνεται στο πλαίσιο κοινών κατακτημένων κανόνων του παρελθόντος. Η λογική και η αναζήτηση της αλήθειας δεν πραγματοποιούνται με παρθενογένεση. Όλα ακολουθούν τον τρίσημο βηματισμό του Hegel: Θέση – αντίθεση – σύνθεση. Επομένως, η ζητούμενη άρση της αξιοπιστίας του παρελθόντος από τους οπαδούς της εν λόγω άποψης, δεν έχει έμπρακτη λειτουργικότητα στην κοινωνία. Αίρονται παραδεδομένες αξίες, χωρίς αντιπρόταση.
Εξίσου σημαντικό είναι ότι οι πληροφορίες στις ημέρες μας προέρχονται από ένα τεράστιο εξειδικευμένο παγκόσμιο δίκτυο το οποίο όμως δεν είναι ανεξέλεγκτο και δεν μπορεί να επενδύσει αποκλειστικά στο ψέμα αδαπάνητα για δύο λόγους: Πρώτον, διότι είναι εγγυητής ο οικονομικός ανταγωνισμός μεταξύ των φορέων ενημέρωσης, και δεύτερον, διότι είναι αδύνατο σήμερα να ελεγχθούν όλα τα μέσα ενημέρωσης, λόγω της διασποράς της ελευθερίας και της τεχνολογίας. Για παράδειγμα η «γοητευτική» άποψη που κυκλοφορούσε από ορισμένους στη διάρκεια της πρόσφατης Πανδημίας ότι «δεν μας λένε την αλήθεια» ήταν αστήρικτη. Καμία ελίτ και κανένας ηγέτης δεν μπορεί σήμερα να ποδηγετήσει την ελευθερία της έκφρασης με σημαντική επιτυχία. Γίνονται βεβαίως προσπάθειες, αλλά ανεπιτυχείς.
1. Yuval Noah Harari, Nexus, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2024, σελ. xxiii.
2. Στέφανου Τραχανά, Το φάντασμα της όπερας, Πανεπιστ. εκδ. Κρήτης, 2016, σελ. 119.
3. Steven Pinker, Διαφωτισμός τώρα, εκδ. διόπτρα, 2021, σελ. 476 και εξής.
4. Yuval Noah Harari, Nexus, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2024, σελ. xxiv-xxvii.
5. Η εισβολή στο Αμερικάνικο Καπιτώλιο, 6/1/2021.