Γράφει ο Δημήτριος Γ. Σουλιώτης
Aποφάσισα να γράψω ένα δεύτερο άρθρο για τις τηλεφωνικές υποκλοπές, γιατί θεωρώ ότι είναι ένα θέμα που εκφράζει την ποιότητα της Δημοκρατίας μας και επιπλέον πρόκειται για ένα σκάνδαλο αποκλειστικής ευθύνης της Κυβέρνησης Μητσοτάκη. Αν τα θέματα οικονομίας, πανδημίας, εξωτερικής πολιτικής εξαρτώνται και από εξωτερικούς και εν πολλοίς αστάθμητους παράγοντες, που σε μεγάλο βαθμό δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν, η θεσμοθέτηση και εφαρμογή κανόνων Δημοκρατίας και κράτους δικαίου, ανήκουν στην εθνική σφαίρα και προσδιορίζονται από την κυβερνητική βούληση.
Η Δημοκρατία μας παρά τη μεγάλη μεταπολιτευτική της βελτίωση, εξακολουθεί να παραμένει μια καχεκτική Δημοκρατία. Η καχεξία της οφείλεται στην απουσία θεσμικών αντίβαρων, δηλαδή ανεξάρτητων θεσμών εξοπλισμένων με τα αναγκαία μέσα, ώστε να λειτουργούν υπεύθυνα και με επαγγελματική συνείδηση και να μπορούν να λένε «όχι» στις κραυγαλέες τουλάχιστον παρανομίες, όπως αυτές των τηλεφωνικών υποκλοπών. Τέτοιοι θεσμοί δεν υπάρχουν σήμερα στη χώρα μας. Οι εξουσίες του/της Προέδρου της Δημοκρατίας έχουν αποδυναμωθεί, η θέση της αντιπολίτευσης στη Βουλή είναι πλήρως υποβαθμισμένη, η Δικαιοσύνη είναι άτολμη και ποδηγετούμενη. Επίσης θεσμοί όπως το ΑΣΕΠ και οι άλλες ανεξάρτητες αρχές αντιμετωπίζονται ως «αναγκαίο κακό», που μας επέβαλλαν οι «ξένοι», παρά ως οργανισμοί, υπεράνω κομματικής διαπάλης, οι οποίοι συμβάλλουν στην καλύτερη διακυβέρνηση. Τι είδους Δημοκρατία είναι αυτή με τους μισούς Έλληνες να μην προσέρχονται στην κάλπη και που ο αρχηγός ενός Κόμματος, αν καταφέρει και μαζέψει εκατό πενήντα ένα (151) πειθαρχημένα κουκιά στη Βουλή – ακόμη και με το καλπονοθευτικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής – αναλαμβάνει αυτόματα πρωθυπουργός και κατόπιν διορίζει τον/την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τους υπουργούς της Κυβέρνησης, τους προέδρους των ανώτατων δικαστηρίων, τους αρχηγούς των ενόπλων δυνάμεων, τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, κ.τ.λ. έχοντας έτσι τον έλεγχο – μέσω των δικών του ανθρώπων – όλων των αρμών του κράτους; Αν δε θεωρήσουμε ότι κάποια χαρακτηριστικά, όπως οι ιστορικοί λόγοι σύνδεσης με την προ-νεωτερικότητα οι πολιτικές δυναστείες, ο έλεγχος των θεσμών, οι πελατειακές σχέσεις αλληλεξάρτησης, οι στενοί εμπρόσωποι δεσμοί (βλ. κουμπαριές) κ.τ.λ. είναι δεξιόστροφης κατασκευής και προελεύσεως, μπορούμε να πούμε ότι έχουμε στη χώρα μας μια δεξιόστροφη καχεκτική Δημοκρατία…
Στην περίπτωση του σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών η καχεξία της Δημοκρατίας μας φαίνεται από τις παρακάτω πολιτικές αποφάσεις: α) μεταφορά της ΕΥΠ στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Πρωθυπουργού και μάλιστα με το πρώτο κιόλας διάταγμα της νέας κυβέρνησης, την ημέρα που ορκιζόταν! Τόσο πολύ βιαζόταν! β) τοποθέτηση ως διοικητή της ΕΥΠ ενός ανθρώπου του συστήματος Μητσοτάκη, με αλλαγή μάλιστα του νόμου επειδή δεν πληρούσε τα κριτήρια της θέσης, γ) ορισμός του ανεψιού του Πρωθυπουργού ως άμεσου πολιτικού προϊσταμένου του διοικητή, δ) παροπλισμός νομοθετικά και ευνουχισμός θεσμικά της ελεγκτικής αρμοδιότητας της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ) ε) απαγόρευση στην ΑΔΑΕ για ενημέρωση των πολιτών που είχαν «επισυνδεθεί» από την ΕΥΠ, στ) τέλος κρίσιμη συνιστώσα προς έλεγχο είναι και ο βίος, η πολιτεία και τυχόν σχέσεις αλληλεξάρτησης της αρμόδιας για την ΕΥΠ εισαγγελέως. Σημειωτέο ότι η συγκεκριμένη εγκρίθηκε από το δικαστικό συμβούλιο με ψήφους έξη έναντι πέντε, με αρνητικούς τους ψήφους του προέδρου και εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Στο σημείο αυτό είναι κρίσιμο να αναφερθεί ότι – σύμφωνα με δημοσιεύματα – τόσο η εισαγγελέας της ΕΥΠ, όσο και ο εισαγγελέας που έθεσε στο Αρχείο τους φακέλους των Γεωργιάδη και Αβραμόπουλου για το σκάνδαλο Novartis (αδιευκρίνιστες πιστώσεις), υπήρξαν θύματα παρακολούθησης μέσω του παράνομου λογισμικού Predator. Η ουσία των υποκλοπών έχει να κάνει με την πληροφορία ως αυταρχικό μέσο, δηλαδή με την αυταρχική της απόσπαση και στη συνέχεια με την αυταρχική της χρήση (εκβιασμός). Στην καρδιά της πρακτικής των υποκλοπών βρίσκεται η με όρους εξουσίας εξαίρεση από τους κανόνες της Δημοκρατίας. Και αυτή η εξαίρεση ως περιφρόνηση του συντάγματος και των θεσμών είναι η ουσία της ολιγαρχικής αντίληψης και του άνευ όρων κληρονομικού δικαιώματος, η αριστοκρατική στάση απέναντι στη ζωή και τα πράγματα, που ονομάστηκε κατ΄ευφημισμόν «αριστεία»…
Η Άρτεμις Σίφορντ είναι ειδική επιστήμων στον τομέα της κυβερνο-ασφάλειας, με σπουδές σε ανώτατο επίπεδο σε φημισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού (Στάνφορντ, Χάρβαρντ, Οξφόρδη) στους κλάδους της Πολιτικής Επιστήμης, της Νομικής, της Φιλοσοφίας και των Οικονομικών. Έχει εργαστεί ως μάνατζερ πολιτικής κυβερνο-ασφάλειας για το Facebook, ως δικηγόρος και ως σύμβουλος μεγάλων επιχειρήσεων. Φιλελεύθερων αντιλήψεων η ίδια και φίλα προσκείμενη στην Κυβέρνηση, θεώρησε στην αρχή ότι οι λίστες του «Documento» ήταν πλασματικές… Όταν διαπίστωσε ότι ήταν και αυτή ένα από τα θύματα των υποκλοπών, έγραψε ένα καταπληκτικό άρθρο στην «Καθημερινή» (27/11/2022) με τον τίτλο « Τελικά ήμουν κι εγώ στη λίστα». Προφανώς μια ειδική σε θέματα κυβερνο-ασφάλειας δεν γράφει ένα τέτοιο άρθρο αν δεν έχει διαπιστώσει ότι πράγματι υπήρξε θύμα του κακόβουλου λογισμικού Predator. Αυτό είναι μια ισχυρή απόδειξη ότι οι λίστες που δημοσιεύει το «Documento» είναι αξιόπιστες. Η Σίφορντ στο άρθρο της αναφέρει ότι μετά τη διαπίστωση ένιωσε απορία, φόβο, τρόμο, ανημποριά, μοναξιά, τα ίδια αισθήματα των πολιτών απολυταρχικών καθεστώτων, που βρίσκονται σε παρόμοια θέση. Το άρθρο καταλήγει με την ελπίδα ότι το προοδευτικό κομμάτι της Κυβέρνησης (προφανώς θεωρεί ότι υπάρχει τέτοιο το οποίο διαχωρίζει από το υπόλοιπο) και ο Πρωθυπουργός θα πράξουν τα αυτονόητα σε μια δημοκρατική πολιτεία και οι φιλελεύθεροι διανοούμενοι θα βγουν από τη φοβική σκιά του 2015 και θα πουν τα πράγματα με το όνομά τους – ως μια κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των όρων της ίδιας της δημοκρατίας.
Θεωρώ ότι η Άρτεμις Σίφορντ θα είχε περισσότερες πιθανότητες να φτάσει στη βαθύτερη αλήθεια των πραγμάτων, αν λάμβανε υπόψη της στην ανάλυσή της δύο κρίσιμες παραμέτρους: Το γεγονός ότι είχε εργαστεί και στον τομέα μεταναστευτικής πολιτικής και υποδοχής προσφύγων και ως εκ τούτου είχε βρεθεί στο πλευρό των «χαμένων» αυτού του κόσμου, και με αυτή της την ιδιότητα αποτελούσε κίνδυνο για την εξουσιαστική δυναμική των πολιτικά κυρίαρχων κέντρων… Και δεύτερον ότι οι θηρευτές εξουσίας είναι αδίστακτοι και οι αρχές του φιλελευθερισμού που εμφανίζονται να πρεσβεύουν είναι μια βιτρίνα υποκρισίας…