Γράφει ο Δημήτρης Μασούρης: Επίτιμος σχολικός σύμβουλος φιλολόγων
Όταν ο περσικός στρατός και στόλος είχε φτάσει στην Αττική και ετοιμαζόταν ο Ξέρξης να δώσει τη μεγάλη ναυμαχία στην Σαλαμίνα (28-29 Σεπτεμβρίου 480 π.Χ.), μετά την κατάληψη και την καταστροφή της Ακροπόλεως, ζήτησε από την Αρτεμισία, την Ελληνίδα βασίλισσα της Αλικαρνασσού, που τον ακολουθούσε με τα πέντε πλοία της, τη γνώμη της.
Αυτό το έκανε ο γιός του Δαρείου συχνά. Καλούσε τους στρατηγούς του -ναυάρχους- σε συμβούλιο, όταν επρόκειτο να επιχειρήσει μεγάλο στρατιωτικό πολεμικό σχέδιο. Αυτή αμέσως διχογνώμησε.
– Δε μας βολεύει, του είπε, το στενό της Σαλαμίνας κι έπειτα τι θέλεις να μπλέξεις μέσα στο χώρο αυτό. Δε σου φτάνει πως με την κατάληψη των Αθηνών έχεις υποδουλώσει την Ελλάδα; Φτάνει, του είπε, τι άλλο θέλεις;
Εδώ διαφαίνεται μια σταγόνα αγάπης της Αρτεμισίας προς την Μητέρα Πατρίδα, άδηλη.
Ο Ξέρξης όμως, με τις πολλές μέχρι τη στιγμή εκείνη επιτυχίες του στην τεράστια στρατιωτική εκστρατεία του, δεν την άκουσε, αν και την εκτιμούσε, γιατί αυτή η τολμηρή ηγέτιδα είχε το θράσος να εναντιωθεί στην απόφαση του μεγάλου βασιλιά και των έμπειρων συμβούλων του.
Ο Πέρσης βασιλιάς είχε στρατολογήσει νέους από την αχανή αυτοκρατορία του, που άρχιζε από την έρημο της Γεδρωσίας μέχρι τα σύνορα της Ινδίας και τη λίμνη Αράλη, τον Εύξεινο Πόντο, την Αίγυπτο, την Τύνιδα και το Μαρόκο. Αλλά δεν ήταν μόνο οι μυριάδες νέων, που είχαν στρατολογηθεί αλλά μαζί τους έφεραν αυτοί και τους δούλους τους και ακόμη τους σιτιστές και πολλά ποίμνια. Αλλά και αρκετά μέλη της οικογένειάς του, ακόμη και τα πολλά νόθα παιδιά του. Αφού ο Ηρόδοτος, ο πατέρας της Ιστορίας, μαρτυρεί πως όπου περνούσε αυτό το εκστρατευτικό σώμα, που ήταν στρατιωτικό μεταναστευτικό ποτάμι, αφανίζονταν τα πάντα, στέρευσαν ακόμη και τα ποτάμια, στέγνωσαν οι λίμνες. Ο περσικός στρατός ήταν τότε καταστροφή για τον ελλαδικό χώρο, που έδωσε όλο το άνθος της γενναίας ψυχής των Ελλήνων υπερασπιστών του πατρίου εδάφους.
Σ’ αυτήν την στρατιωτική εκστρατεία η Αρτεμισία ήταν η τελευταία γνωμοδότρια του Ξέρξη˙ ήξερε πολύ καλά την ελληνική πραγματικότητα.
Οι Αθηναίοι ιδιαίτερα, που είχαν καταφύγει τότε στα νησιά και την Πελοπόννησο, την είχαν επικηρύξει. Αυτός δηλαδή, που θα την έπιανε ζωντανή θα αμειβόταν με εντολή δημόσια επικήρυξης δέκα χιλιάδων δραχμών «ἄεθλον ἔκειτο μύριαι δραχμαί ὅς ἄν μιν ζωήν ἕλῃ» ( Ἡροδ. Ουρανία παρ. 93)˙ γιατί ήταν φοβερό μια γυναίκα να εκστρατεύει εναντίον της πόλεως των Αθηνών και να μάχεται προσωπικά.
Αλλά είχε αποδειχθεί όμως πως η γυναικεία ευαισθησία πάνω σε ουσιώδη προβλήματα έχει αλάνθαστη πορεία σημαντικής ορθογνωσίας˙ και η κρίση των γυναικών έχει τεράστιο επηρεασμό στις αποφάσεις. Παράδειγμα: εάν δοθεί σε κάποιον προϊστάμενον υπηρεσίας η εντολή να παρευρεθεί σε συμβούλιο γνωμοδοτικό, θα διαπιστώσει ότι η γνώμη των γυναικών που συμμετέχουν είναι σε πολλά θέματα περισσότερο αποτελεσματική και η άποψή τους σε ζητήματα αρχών επιλογής ή επίλυσης προβλημάτων διαφόρων εκφράσεων είναι περισσότερο εποικοδομητική.
Ο Ξέρξης προτίμησε να υιοθετήσει και αυτόν τον τρόπο γνωμοδότησης για την έκβαση του εγχειρήματός του. Και λίγο αργότερα, η Αρτεμισία υποχρέωνε τον Ξέρξη, που παρακολουθούσε την εξέλιξη της ναυμαχίας από το Αιγάλεω, να εκφράσει την άποψη και να διατυπώσει τη γνώμη, πως και οι άντρες έγιναν γυναίκες και οι γυναίκες άντρες. Γιατί εκείνη, αδίστακτη ούσα, αψηφώντας τον κίνδυνο, έπεσε στη θάλασσα για να ανασύρει το νεκρό Αριαμένη, ομοπάτριο αδελφό του Ξέρξη από άλλη μάνα, και να τον αποδώσει σ’ αυτόν, ενώ τα βέλη, που έπεφταν, σκίαζαν τα πάντα.
Έπειτα από το ανδραγάθημα αυτό, η Αρτεμισία ανέβηκε στα μάτια του Ξέρξη. Και όλο και μεγάλωνε η εκτίμησή του προς αυτήν για τις ενέργειές της και τους στόχους της ανάμεσα στους επιτελείς του χωρίς όμως αυτή και να εγκαταλείψει τη γυναικεία φύση της. Ήταν γυναίκα με διαισθήσεις, αναγκασμένη να γνωρίζει κάθε φορά το ρόλο αντιμετώπισης των απόψεων των συζητούντων, μελετώντας και σταθμίζοντας διάφορες παραμέτρους.
Η Ελληνίδα γυναίκα, κόρη του Λύγδαμη, είχε προκαλέσει για τους ρόλους της κοντά στο βασιλιά και τους επιτελείς του την απέχθεια των Αθηναίων, που κυκλοφορούσαν την άποψη ότι είναι αδιανόητο μια γυναίκα ν’ αντιμετωπίζει τους άνδρες. Η άποψη αυτή πολλά χρόνια αδρανούσε και τη βλέπουμε μέχρι πολύ αργότερα να κυριαρχεί ως ηρωίδα και στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία, παράδειγμα η Ιφιγένεια εν Ταύροις στον Ευριπίδη.
Η Αρτεμισία εάν συγκρινόταν με τη σημερινή πραγματικότητα θα έμοιαζε περισσότερο από κάθε άλλη εποχή με μια γυναίκα, στέλεχος πολυεθνικής εταιρείας˙ εκεί η παρουσία της γίνεται όλο και πιο αναγκαία με μια έντονη συμβολή στην αναζήτηση λύσης στα παρουσιαζόμενα προβλήματα. Η ύπαρξη αυτής της συμβάλλουσας συμμετοχής -ύπαρξη ποιοτική- στην προσφορά της γίνεται έκδηλη στη διεκπεραίωση των εργασιών και είναι αποτελεσματική στη διαχείριση κρίσεων.
Αν ανατρέξουμε στη μυθολογία, η θεά Αθηνά πετάχτηκε από την εγκυμονούσα κεφαλή του Δία. Έτσι η γυναίκα απέκτησε αυτό το προνόμιο το οποίο στη σημερινή κοινωνία βρίσκει την έκφρασή του με τη συμβολή της στην πρόοδο μιας επιχείρησης, ενός οργανισμού δημόσιου ή ιδιωτικού ή ακόμη και ενός κράτους. Για να επιτευχθεί όμως αυτό, θα εξαρτηθεί από την ικανότητα και σωστή κρίση του επικεφαλής στην επιλογή των κατάλληλων στελεχών με τα ανάλογα προσόντα. Γιατί Αρτεμισίες υπάρχουν πολλές. Και για να αποφευχθούν ανάλογες αποτυχίες ή ήττες, πρέπει να είναι σωστά επιλεγμένες στην κατάλληλη θέση για να έχει αποτελεσματικότητα ο δημιουργικός και παραγωγικός τους νους.
Η Αρτεμισία ήταν η ηρωίδα της μεγάλης ήττας. Αυτό όμως δε σημαίνει πως εκείνη χάρισε στον Ξέρξη τη μεγάλη του ήττα. Αυτή κυοφόρησε την εποικοδομητική της ιδέα αλλά δεν εισακούστηκε. Γιατί ο Ξέρξης επέλεξε τις συμβουλές των ανεπαρκών επιτελών του τις οποίες πιστά ακολούθησε. Όμως αγνοούσε τη γνώση των Ελλήνων στη θάλασσα και αυτήν ήθελε να κατακτήσει, γιατί μυριάδες λαών του αχανούς κράτους του που κουβαλούσε μαζί του επιθυμούντες την κατοχή της Ευρώπης, έβλεπαν την Ελλάδα -Αθήνα- ως πανάκεια στο όνειρό τους.