Γράφει ο Γιώργος Αράπογλου – Από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής Αμαρυσίας – φύλλο Ηρακλείου – Λυκόβρυσης – Πεύκης – Μεταμόρφωσης 10/11
Μετά τις κυβερνητικές ανακοινώσεις της περασμένης Πέμπτης, ουδείς εξ ημών έγινε κατά ελάχιστο σοφότερος ως προς το τι να περιμένει για την επόμενη μέρα της χώρας. Η επισημοποίηση του γενικού λουκέτου, έστω και – προσωρινά τουλάχιστον – για μικρότερο χρονικό διάστημα σε σχέση με την Άνοιξη που προηγήθηκε ήρθε για πολλούς ως τρόπον τινά… λύτρωση, αφού μπήκε τελεία στο χρονικό ενός προαναγγελθέντος «θανάτου» και έτσι το μαρτύριο της αναμονής έλαβε τέλος.
Πλέον αρχίζει η αγωνία της επόμενης μέρας. Δεν είμαι σίγουρος αν η χρήση των εισαγωγικών στη λέξη είναι δόκιμος. Η αλήθεια είναι ότι η λέξη «θάνατος» στην εποχή του κορωνοϊού έχει περισσότερο κυριολεκτική σημασία, αφού ο πλανήτης θρηνεί ήδη εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, ενώ μόνο στη χώρα μας ο αριθμός των νεκρών έφτασε ήδη στους 784.
Την ίδια ώρα, με μαθηματική ακρίβεια έρχεται ένας άλλος θάνατος, αυτός της οικονομίας, που είναι σχεδόν αδύνατο να μπορέσει να αντέξει και αυτόν τον ισχυρό κλυδωνισμό, που έρχεται να προστεθεί σε μια δεκαετή ασφυκτική πίεση. Ήδη τα μηνύματα δεν είναι θετικά, την ίδια ώρα που στα γονατισμένα νοικοκυριά έρχεται να προστεθεί η «Δαμόκλειος Σπάθη» του νέου Πτωχευτικού Κώδικα, που έρχεται να καταπατήσει κάθε όνειρο ανάκαμψης.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι Δήμοι έρχονται και πάλι να αναλάβουν ένα μεγάλο βάρος των συνεπειών και αυτής της κρίσης στην κοινωνία. Ήδη από την ώρα της ανακοίνωσης των νέων μέτρων, οι Κοινωνικές Υπηρεσίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πήραν «φωτιά», ανακοινώνοντας σειρά δράσεων για τη στήριξη των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού. Στα θετικά που οφείλουμε να πιστώσουμε στις διοικήσεις είναι ότι αυτή τη φορά
δεν κρύφτηκαν πίσω από τις εύλογες δικαιολογίες του άγνωστου πια εχθρού.
Με δεδομένη την εμπειρία που αποκτήθηκε από το πρώτο κύμα της πανδημίας και, χωρίς να αφήσουν τον χρόνο να περάσει ανεκμετάλλευτος, όπως έκανε η κεντρική εξουσία, οι Δήμοι προσπάθησαν στο μέτρο του δυνατού, να ενισχύσουν τις κοινωνικές δομές τους και να βγουν έτοιμοι με τα νέα μέτρα να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες του πληθυσμού. Αυτή τη φορά υπήρχε πλάνο και σχέδιο δράσης και, σε πρώτη φάση, τα πράγματα δείχνουν σχετικά ελεγχόμενα.
Εδώ, όμως, έρχεται να προστεθεί ένα τεράστιο ζήτημα που εδώ και χρόνια οι Δήμοι ζητούν απεγνωσμένα τη βοήθεια της Πολιτείας. Με δεδομένο ότι οι επιπτώσεις και αυτής της κρίσης θα είναι τεράστιες για την κοινωνία και τις εκτιμήσεις για σημαντική αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας και -μακάρι να βγουν λάθοςτης αστεγίας, οι κοινωνικές δομές αναμένεται τουςεπόμενους μήνες, ου μην και χρόνια, με μια δύσκολα διαχειρίσιμη πίεση να εξυπηρετήσουν τους ανθρώπους που χρήζουν βοήθειας.
Είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη ενίσχυσης των Κοινωνικών Υπηρεσιών των Δήμων τόσο με οικονομικούς πόρους, αλλά κυρίως με όλα εκείνα τα «εργαλεία» που να επιτρέπουν την πρόσληψη εξειδικευμένου προσωπικού, προκειμένου να αποτελέσουν για μια ακόμα φορά την «ασπίδα» της κοινωνίας απέναντι στην οικονομικοκοινωνική κρίση. Οι δήμαρχοι το φωνάζουν, τα στοιχεία το απαιτούν, είναι καιρός η Πολιτεία να προχωρήσει σε γενναίες αποφάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, αυτή η δεύτερη καραντίνα, θα πρέπει να μας βρει όλους δυνατούς και αποφασισμένους να στηρίξει ο ένας τον άλλο. Ένα βλέμμα στον διπλανό μας, στον γείτονα, τον συμμαθητή, τον επαγγελματία που δοκιμάζεται. Ο χρόνος που έρχεται θα είναι πολύ δύσκολος. Ως πολίτες έχουμε καθήκον να μην επιτρέψουμε σε κανέναν να αισθανθεί μόνος. Και, με τη βοήθειά του, θα το περάσουμε κι αυτό.