ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΙΜΕΝΟ
Χρήστος Νικολόπουλος
Δρ. Θεολογίας – Βυζαντινολόγος
ΜΕΡΟΣ Δ’ (τελευταίο)
Η σιδηροδρομική γραμμή Κηφισιάς – Διονύσου
Το 1897 η αγγλική εταιρία GRECIAN MARBLES «Μάρμορ» LTD αγόρασε από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη Ιάκωβο Στάινερ τα λατομεία της βόρειας πλευράς της Πεντέλης (περιοχή Διονύσου). Επειδή η μεταφορά των μαρμάρων γινόταν αποκλειστικά με σούστες (τρόπος κοστοβόρος και χρονοβόρος), λόγω μη ύπαρξης φορτηγών, η «Μάρμορ» αποφάσισε τη χρηματοδότηση κατασκευής μιας σιδηροδρομικής γραμμής με τη συνεργασία της Εταιρίας Σιδηροδρόμων Αθηνών, που ανέλαβε λόγω τεχνογνωσίας την κατασκευή της. Έτσι φτιάχτηκε ένας σιδηροδρομικός σταθμός, στην περιοχή του Διονύσου, ο οποίος συνδεόταν με ράγες με τον σταθμό της Κηφισιάς.
Το τραίνο του Διονύσου ήταν σε συνεχή λειτουργία από τις 17/10/1899, μέχρι τα τέλη του 1914, που σταμάτησε τη λειτουργία του, λόγω του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το τραίνο επαναλειτούργησε το 1922 και έπαψε να λειτουργεί το 1931. Η μηχανή ήταν ατμοκίνητη τύπου Ντεκοβίλ (Decauville) μικρής ταχύτητας, αλλά μεγάλης ελκτικής ισχύος. Είχε 7 βαγόνια κατασκευασμένα με τη μέθοδο λε γκραντ (Le grand), τα οποία αποτελούσαν πλατφόρμες προσαρμοσμένες πάνω σε παραλληλόγραμμα αμαξώματα (σασί 4 τροχών) με δυνατότητα περιστροφής τους, ώστε η διακίνηση των μαρμάρων (φόρτωση – εκφόρτωση) να εκτελείται από τις πλάγιες πλευρές της αμαξοστοιχίας. Τον σταθμό του Διονύσου αποτελούσαν δύο μεγάλα συνεχόμενα πέτρινα κτήρια και με αρκετά μαρμάρινα μέρη, για την υποδοχή του τραίνου και τη συγκέντρωση των υπό μεταφορά μαρμάρων επί της λεωφόρου Διονύσου. Οι υποδομές διατηρούνται σήμερα σε καλή κατάσταση, χωρίς στέγη, οι βόρειοι και οι δυτικοί τοίχοι των κτηρίων, όπου ύστερα από σχετική διαμόρφωση, ο Δήμος Διονύσου πραγματοποιεί πολιτιστικές εκδηλώσεις, ενώ στον περιβάλλοντα χώρο του σταθμού υπάρχει ανοικτή έκθεση γλυπτών από μάρμαρα του Διονύσου. Η σιδηροδρομική γραμμή δεν υφίσταται πια.



Ανακάλυψη απολιθωμάτων
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στους νοτιοανατολικούς πρόποδες και συγκεκριμένα στην περιοχή του Πικερμίου, στο Μεγάλο Ρέμα και μέσα σε ιζήματα αργίλλου, πηλού και ψαμμιτών της Μειοκαίνου περιόδου, ηλικίας περίπου τουλάχιστον 5 εκατομμυρίων ετών, ανακαλύφθηκαν απολιθώματα ζώων.
Η πρώτη ανακάλυψη έγινε από τον Άγγλο αρχαιολόγο G. Finlay, που το 1835 αναζητούσε στην περιοχή του Πικερμίου αρχαιότητες και βρήκε στο Μεγάλο Ρέμα μερικά απολιθωμένα οστά χωρίς να δώσει σημασία. Στη συνέχεια το ίδιο έτος, το 1835, κάποιος Βαυαρός στρατιώτης, ο οποίος κυνηγούσε στην περιοχή, βρήκε στην ίδια περιοχή οστά ζώων, στις κοιλότητες των οποίων υπήρχαν κρύσταλλοι από ανθρακικό ασβέστιο που έλαμπαν. Πιστεύοντας ότι είχε ανακαλύψει κάποιο μεγάλο θησαυρό από διαμάντια (επειδή αυτοί οι κρύσταλλοι έμοιαζαν σαν διαμάντια), επέστρεψε το 1838 στο Μόναχο και έδωσε τα οστά αυτά να τα εξετάσει ο τότε διαπρεπής καθηγητής Α. Wagner. Ο καθηγητής διαπίστωσε ότι ένα από αυτά τα οστά ήταν μία απολιθωμένη γνάθος ενός πιθήκου που έζησε πριν πολλά εκατομμύρια χρόνια. Τα οστά του πιθήκου ήταν τα πρώτα αναμφισβήτητα απολιθώματα που είχαν βρεθεί μέχρι τότε και όπως ήταν φυσικό, ιδιαίτερα για την εποχή εκείνη, η ανακάλυψη αυτή προκάλεσε ζωηρό ενδιαφέρον. Τα αποτελέσματα της μελέτης του πρώτου υλικού από το Πικέρμι παρουσιάστηκαν από τον Wagner στη Βαυαρική Ακαδημία.
Στο Πικέρμι ζούσαν τότε ένα είδος μικρού πιθήκου, γιγάντιες χελώνες, ύαινες, γαζέλες και αντιλόπες, διάφορα είδη ρινόκερων, λιοντάρια, μαχαιρόδοντες κι άλλα αιλουροειδή, κοντόλαιμες και ψηλόλαιμες καμηλοπαρδάλεις, βοοειδή, αρκούδες, ελάφια, μικροκαμωμένοι πρόγονοι των αλόγων με τρία δάχτυλα σε κάθε πόδι, αγριογούρουνα, ζώα συγγενικά των ελεφάντων καθώς και φυτοφάγα ζώα, όλα πάρα πολύ μεγάλα και διαφορετικής μορφής από τα αντίστοιχα σημερινά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και τα απολιθώματα των φυτών που βρέθηκαν στην περιοχή, και που κι αυτά είναι ξεχωριστά. Τα πολύτιμα ευρήματα σήμερα κοσμούν τις βιτρίνες του Παλαιοντολογικού και Γεωλογικού Μουσείου του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά και πολλές βιτρίνες ξένων Μουσείων όπως του Βερολίνου, της Βιέννης, του Λονδίνου, του Μονάχου και των Παρισίων.
Είναι χαρακτηριστικό της επιστημονικής σημασίας του Πικερμίου ότι έχει καθιερωθεί διεθνώς ο όρος «Πικερμική βαθμίδα» ως ειδική περίοδος χρονοστρωματογραφικής υποδιαίρεσης του παρελθόντος της γης και με τον τρόπο αυτόν αναφέρεται σε όλα τα διδακτικά εγχειρίδια σε παγκόσμια κλίμακα.
Κλίμα – Πανίδα – Χλωρίδα
Το κλίμα του Πεντελικού όρους, που είναι ιδιαίτερα ξηρό με μέσο ετήσιο ύψος βροχής 60 cm και μέση ετήσια χιονόπτωση 10 ημέρες, θεωρείται εξαιρετικά υγιεινό και κατάλληλο για τη θεραπεία των νοσημάτων θώρακος. Για τον λόγο αυτόν από πολύ νωρίς, από τον 19ο αι. δημιουργήθηκαν στην περιοχή αρκετά σανατόρια, νοσοκομεία και παιδικές κατασκηνώσεις.
Η πανίδα του βουνού σήμερα είναι πολύ περιορισμένη, λόγω της επέκτασης των οικισμών και των λατομείων. Παλαιότερα υπήρχαν λύκοι, τσακάλια και αρκούδες. Σήμερα υπάρχουν μόνο αλεπούδες, λαγοί, πέρδικες, γεράκια, μπεκάτσες, κουκουβάγιες, χελώνες και ορτύκια. Τα τελευταία χρόνια πέρασαν από την Πάρνηθα μερικοί αγριόχοιροι.
Η βλάστησή της αποτελείται κυρίως από πεύκα αλλά και από πλατάνια, λεύκες, βελανιδιές, κουμαριές, κυπαρίσσια, μυρτιές, πικροδάφνες, κέδρους, σχίνα κ.τ.λ. Έχει έξι ενδημικά είδη.
Αυτός ήταν ο Βριλησσός, το βουνό των απολιθωμάτων και των παγκοσμίως γνωστών κατάλευκων μαρμάρων και το όρος των Αμώμων των εναρέτων μοναχών. Σε κάθε εποχή έδωσε και από κάτι ιδιαίτερο. Πριν τη δημιουργία του ανθρώπου μάς άφησε τα σπάνια απολιθώματα των ζώων. Στην αρχαιότητα στόλισε τον Παρθενώνα, ενώ στα επόμενα χριστιανικά χρόνια πρόβαλε και συνέχισε την ησυχαστική παράδοση, μέχρι και τις τελευταίες δεκαετίες με τις πρόσφατες άγιες μορφές του π. Σίμωνα και του οσίου Πορφυρίου.
Ενδεικτική βιβλιογραφία.
- Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις, έκδ. W. H. S. Jones, Pausanias Description of Greece, τ. 1, Λονδίνο – Ν. Υόρκη 1918.
- Δ. Καμπούρογλου, Αι Παλαιαί Αθήναι, Αθήνα 1922.
- Δ. Καμπούρογλου, Μελέται & Έρευναι, Αθήνα 1923.
- Δ. Καμπούρογλου, Ιστορία των Αθηναίων, Τουρκοκρατία 1458-1687, τ. 1-3, Αθήνα 1890.
- Μ. Κορρές, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, Αθήνα 1994.
- Χ. Νικολόπουλος, Σύντομη ιστορία του μονυδρίου του αγίου Νικολάου Καλησίων Πεντελικού όρους, Αθήνα 2017.
- Αν. Ορλάνδος, Μεσαιωνικά μνημεία της πεδιάδος των Αθηνών και των κλιτύων Υμηττού – Πεντελικού – Πάρνηθος και Αιγαλέω, τ. 1, Αθήνα 1933.
- Σ. Ρουσιάκης, Παλαιοντολογία θηλαστικών, Αθήνα 2013.