Κανείς, φυσικά, δεν μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι τα προβλήματα μιας πόλης και δη μεγάλου μεγέθους, μπορούν να επιλυθούν στο βραχύβιο διάστημα μιας τετραετίας. Από την άλλη, όμως, τα τέσσερα χρόνια είναι υπερ-αρκετός χρόνος για να μετρήσεις τις προθέσεις, τις διαθέσεις και την αποτελεσματικότητα κάποιου ηγέτη. Αν, για παράδειγμα, ο αιρετός που κατεβαίνει και πάλι υποψήφιος έδειξε, στη μέχρι σήμερα θητεία του, ότι κατάφερε ν’ αρχίσει το συμμάζεμα των οικονομικών του Δήμου που ανέλαβε, να θέσει τέρμα στην πολιτική της αδιαφανούς διαχείρισης της προηγούμενης αρχής, την οποία κι αντικατέστησε, να διατηρήσει -αν όχι να επαυξήσει- την ποιότητα των υπηρεσιών προς τους δημότες του, να υλοποιήσει τον βασικό τουλάχιστον πυρήνα των έργων που υποσχέθηκε, να συνεργασθεί με την επιχειρηματική κοινότητα της πόλης του, αποσπώντας γι’ αυτήν συγκεκριμένα -κι εξυπακούεται σοβαρά- ανταποδοτικά οφέλη κ.λπ., τότε έχει κάθε λόγο και δικαίωμα να διεκδικήσει την ψήφο μας.
Στην αντίθετη περίπτωση, όπου όλα τα παραπάνω είτε δεν εφαρμόσθηκαν καθόλου, είτε η εφαρμογή τους υπολείπεται τραγικά των υπεσχημένων, μάλλον καλά θα έκανε να ξανασκεφθεί την υποψηφιότητά του. Ούτε οι επικλήσεις του κακού παρελθόντος, ούτε τα προσκόμματα των όποιων πολιτών, μπορούν να δικαιολογήσουν την ανυπαρξία έργου ή την αποτυχία των όποιων επιλογών, της όποιας διοίκησης. Εξάλλου, πάντα κάποια εξουσία διαδέχεται μια προηγούμενη, την οποία συνήθως κατηγορεί για τη διαχείριση που άσκησε. Επίσης, πάντα θα υπάρχουν πολίτες και φορείς -κι ευτυχώς σε πολλές περιπτώσεις- που θα ασκούν τα νόμιμα δικαιώματά τους, όταν πιστεύουν ότι κάτι που πάει να γίνει αντιβαίνει στα συμφέροντα των ιδίων ή της κοινωνίας στην οποία ζουν.
Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω; Ότι ουδείς ποτέ δεν θα διοικήσει ή ότι θα μπορεί εσαεί να δικαιολογεί την αποτυχία του, φορτώνοντας τα όποια «ανομήματά» του σε επιμέρους «αποδιοπομπαίους τράγους».
Για να επανανέλθουμε, λοιπόν, στον αρχικό συλλογισμό μας. Οι όποιες αλλαγές προωθήσει η κυβέρνηση, ίσως αποτελέσουν αφορμή για τη γένεση ενός νέου, περισσότερο σύγχρονου κι αποτελεσματικού αυτοδιοικητικού θεσμού. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, εμείς, οι πολίτες, δεν μπορούμε να επέμβουμε σε αυτές. Εκεί που μπορούμε και έχει νόημα να κάνουμε την παρέμβασή μας και να δείξουμε ότι πλέον έχουμε εισέλθει σε φάση εκλογικής ωρίμανσης, είναι στο ποιους θα στείλουμε να καθήσουν στις νέες αυτοδιοικητικές καρέκλες. Κι αυτή τη φορά θα πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε ότι τα «ιλουστρασιόν» φυλλάδια, τα κατευθυνόμενα πρωτοσέλιδα και οι λαμπρές φιέστες, μπορεί να κερδίζουν κάποιες προσωρινές εντυπώσεις, αλλά αδυνατούν πλέον να εξασφαλίσουν την τελική επικράτηση. Εκεί, οι συμμετέχοντες θα πρέπει να επιστρατεύσουν αληθινά επιχειρήματα…