Η πιο φοβερή περίοδος δοκιμασίας στην ιστορία της Αττικής κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας ήταν εκείνη, που έζησαν οι κάτοικοί της, όταν στην Αθήνα εγκαταστάθηκε ο Χατζή Αλή Χασεκής. Αυτός παρέμεινε διοικητής στην Αθήνα και γενικότερα στην Αττική από το 1775 ίσαμε το 1795.
Του Δημήτρη Μασούρη
Η σκληρότητά του, η πλεονεξία του και η θρασύτητά του έκανε τους κατοίκους να ζήσουν τις πιο αποτρόπαιες στιγμές της σκλαβιάς στα τετρακόσια χρόνια. Ο αδυσώπητος τύραννος είχε γίνει βραχνάς. Οι περιουσίες των κατοίκων, η παραγωγή των αγρών τους και η ζωή τους βρισκόταν στην απόλυτη ληστρική διάθεσή του, που τα ήθελε όλα δικά του. Οι Αττικοί βρέθηκαν ως πρόβατα στη διάθεση του πιο αιμοβόρου λύκου.
Αλλά ποιος ήταν ο Χατζή Αλής Χασεκής; Αυτός πριν έλθει στην Αττική είχε διατελέσει στρατιωτικός διοικητής και πολιτικός αρχηγός στο Ντουράτζο (=Δυρράχιο, την αρχαία Επίδαμνο στη Βόρεια Ήπειρο). Εκεί είχε διαπράξει φοβερά εγκλήματα κι όλοι τον μισούσαν. Είχε επισκεφτεί την Αθήνα, γνώρισε την Αττική μαγεύτηκε από τον πρόσχαρο, εύφορο κάμπο της, τις πηγές της και τους πολλούς κήπους της με τα ελαιόδεντρα. Κάθε σπιθαμή του εδάφους της, του ξυπνούσε ορεκτικές διαθέσεις για βίαιες τάσεις και αρπαγές. Επιθυμούσε εγκατάστασή του στον κάμπο του Μαρουσιού και απαιτούσε μεγάλα φορτώματα εκλεκτών βρώσιμων ελιών, πολλές οκάδες λάδι και αιγοπρόβατα. Οι κάτοικοι υπέφεραν
τα πάνδεινα. Το ίδιο έκανε και στον ελαιώνα της άλλης πλευράς των Αθη-νών κοντά στο Βοτανικό. Εκεί τελικά εγκαταστάθηκε. Για τούτο και η περιοχή εκείνη έλαβε το όνομά της από τον Χασεκή και μέχρι τις μέρες μας έτσι ονομαζόταν όπως και μια αντίστοιχη περιοχή στο Μαρούσι ονομάστηκε Μπαμπάς, από έναν άλλο Τούρκο άρχοντα τον Αλή Μπαμπά.
Στο Μαρούσι παλαιότερα λεγόταν και ένα δίστιχο, που δήλωνε τις βίαιες αρπαγές του Αλή Μπαμπά και του Χασεκή, τον οποίο παρωδούσαν με προσωνύμιο (παρατσούκλι) και Χασικλή, αν και αυτή η ονομασία επεκτάθηκε στο λαό με το να δηλώνει τον οπιομανή (=χασισοπότη). Άκουσα λοιπόν σε παιδική ηλικία το Μαρουσιώτη αγρότη γέρο Δόντη να λέει σε περιπτώσεις ανέχειας.
«Ιβάρθουρι, Ιβάρθουρι (=λέξεις ακατανόητες για μένα μέχρι σήμερα, όπως και οι άλλες μαρουσιώτικες ρέτσερι, παπέτσερι δε μπόρεσα ποτέ να μάθω τι σήμαιναν, ένα είδος αβρακαδάβρας), έλεγε λοιπόν: «Ιβάρθρουρι, ιβάρθουρι είμαστε όλοι άφτουροι, σπυρί στ’ αμπάρι γιοκ, φαΐ με λάδι γιοκ, τα κάνανε της αρπαχτής, Αλή Μπαμπάς και Χασεκής».
Ο Χατζή Αλής Χασεκής, εκμεταλλευόμενος τις παρεκτροπές των πασάδων του Νεγρεπόντε (=Χαλκίδας), που άρπαζαν τα αγροτικά προϊόντα, λεηλατούσαν τους αγρούς, άρπαζαν τα αιγοπρόβατα και έκαιγαν τα χωριά, παρουσιάστηκε ως μεσολαβητής – ειρηνευτής πειθαναγκάζοντας τους προεστούς να έλθουν με το μέρος του και να διώξουν τον Ασάν αγά, το διοικητή –Βοεβόδα– με ενημερωτικά γράμματα, που έστειλαν με εκπροσώπους τους στην υψηλή Πύλη. Έτσι ο Χασεκής (=το όνομά του δηλώνει ότι ανήκε στο σώμα των Μποσταντζήδων, δηλαδή της ανακτορικής φρουράς) στην αρχή έδειξε στους Αττικούς καλές προθέσεις έως ότου έλθουν οι διαβεβαιώσεις από την Υψηλή Πύλη και να κατοχυρωθεί η οριστική του θέση ως επόπτη ασφαλείας, δικαστή και άρχοντα διοικητή. Και μόλις ήλθε η διαβεβαίωση, εξουδετέρωσε αμέσως τους προεστούς προύχοντες της Αθήνας και αυτούς ακόμη τους πρόξενους της Αγγλίας στο Μαρούσι, Χωματιανούς Λογοθέτες.