Οι ευρωεκλογές ήλθαν και παρήλθαν. Ο κυρίαρχος λαός έστειλε μηνύματα προς όλους και το κάθε πολιτικό κόμμα έσπευσε να τα ερμηνεύσει κατά το συμφέρον του. Τα μηνύματα της κάλπης είναι βασικά θέμα οπτικής γωνίας αλλά υπάρχουν και κάποιες απόλυτα αντικειμενικές παρατηρήσεις επί του εκλογικού αποτελέσματος.
Πρώτον, ως ανεμένετο, η ΔΗΜ.ΑΡ. εξαϋλώθηκε, αφού σε συνθήκες πόλωσης είναι ασυγχώρητο για τον κύριο Κουβέλη να φλερτάρει ταυτόχρονα και με τον αστυφύλακα και με το χωροφύλακα. Η στάση «ολίγον συγκυβερνώντες και ολίγον αντιπολιτευόμενοι» είναι κατάφωρα τυχοδιωκτική και ορθώς καταδικάστηκε από το εκλογικό σώμα.
Δεύτερον, είναι πλέον ολοφάνερο πως η μπογιά των ΑΝ.ΕΛ. έχει περάσει. Διότι, ναι μεν η γραφικότητα, ο αδιέξοδος καταγγελτικός λόγος και η θολή αντιευρωπαϊκή στάση είναι στη μόδα αλλά ακριβώς αυτά τα στοιχεία είναι που πριμοδοτούν το ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος προσποιείται πως έχει και πρόταση διακυβέρνησης. Όσοι ψηφοφόροι λειτουργούν με χρονοκαθυστέρηση 2-3 ετών και θεωρούν τη συζήτηση περί Μνημονίου επίκαιρη ακόμα και σήμερα, θα προτιμήσουν να αγοράσουν το original αντιμνημονιακό προϊόν (ΣΥΡΙΖΑ) και θα προσπεράσουν το γενόσημο προϊόν (ΑΝ.ΕΛ.). Άλλωστε, ο αριστερόστροφος λαϊκισμός υπερτερεί έναντι του δεξιόστροφου, διότι προσφέρεται σε all-inclusive πακέτο και έχει μεγαλύτερο δυναμισμό.
Από την άλλη μεριά, ικανοποιημένος μπορεί να αισθάνεται ο πρόεδρος του ΛΑ.Ο.Σ., κύριος Καρατζαφέρης, διότι το κόμμα του σημείωσε μια αξιοπρόσεκτη επάνοδο. Μετά από αυτό το αναπάντεχα θετικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, ο κύριος Καρατζαφέρης ενδέχεται να κληθεί να παίξει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία ανασυγκρότησης της Κεντροδεξιάς, όταν αυτή ξεκινήσει.
Φυσικά, ενθουσιασμένος πρέπει να είναι και ο έγκλειστος στις φυλακές Κορυδαλλού κύριος Μιχαλολιάκος, αφού η Χρυσή Αυγή φαίνεται να έχει αποκτήσει γερές ρίζες στο εκλογικό σώμα. Ακόμα μαίνεται η δημόσια συζήτηση για το αν η Χρυσή Αυγή είναι ένα φυσιολογικό πολιτικό κόμμα, ένα μοδάτο ρατσιστικό μαντρί ή μια εγκληματική οργάνωση με πατριωτικό φερετζέ. Ωστόσο, οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν ενδιαφέρονται να προσδιορίσουν τι ακριβώς είναι η Χρυσή Αυγή παρά πηγαίνουν και την ψηφίζουν με κλειστά τα μάτια, αφήνοντας όλους τους εκπροσώπους του «συνταγματικού τόξου» με ανοιχτό το στόμα και ανικανοποίητες τις ψεύτικες δημοκρατικές ευαισθησίες.
Από εκεί κι έπειτα, είναι αμφιλεγόμενο το ποιος είναι ο νικητής και ποιος ο ηττημένος των ευρωεκλογών. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε πρώτο κόμμα και έκλεψε τις εντυπώσεις. Τώρα είναι η πρώτη φορά μετά τις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2012 που ο κύριος Σαμαράς νιώθει στριμωγμένος, διότι επί 2 χρόνια ήταν πολιτικά παντοδύναμος παρ’όλο που είχε λάβει μόλις το 29,66% της λαϊκής ψήφου. Η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές (έστω και αν αυτές πάντοτε έχουν χαρακτήρα χαλαρής αντικυβερνητικής ψήφου) μπορεί να θεωρηθεί ιστορική, αφού θεωρητικά αποτελεί μια νίκη της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Αναμφίβολα, πάντως, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μακράν το πιο επιτυχημένο κόμμα διαμαρτυρίας της νεότερης ελληνικής πολιτικής ιστορίας.
Και κάπου εδώ τελειώνουν οι καλές ειδήσεις για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μαζί τελειώνουν και τα γλέντια στην πλατεία Κουμουνδούρου. Προτάσσοντας έναν ακραίο και εντελώς παλαιομοδίτικο λαϊκισμό, ο κύριος Τσίπρας κατόρθωσε πράγματι να μαζέψει μπόλικες ψήφους αγανάκτησης, όμως τα κουκιά δεν του βγαίνουν και προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ δεν διαφαίνεται προς το παρόν στον ορίζοντα.
Είναι δεδομένο ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας δεν έχει αγγίξει ακόμα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, που εξακολουθεί να ζει στα ίδια επίπεδα με το 2012 ή το 2013 και πάντως πολύ χειρότερα από το 2010. Είναι επίσης δεδομένη η δυσαρέσκεια και η οργή έναντι του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, που ευκολότατα δέχτηκαν να συγκυβερνήσουν, προκειμένου να μη στερηθούν τη γλύκα της εξουσίας. Και ενώ τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας έχουν εξοργίσει τους σταθερούς ψηφοφόρους τους και την πολυπληθή μεσαία τάξη εν συνόλω, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει παρουσιάσει καμία ολοκληρωμένη πρόταση διακυβέρνησης και δεν έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη κανενός συνειδητοποιημένου ψηφοφόρου.
Έτσι, η δικομματική κυβέρνηση μπορεί μεν να έχασε ψήφους, πλην όμως απέσπασε την σιωπηρή ανοχή του λαού. Με άλλα λόγια, ελλείψει σοβαρού αντιπάλου, η σημερινή κυβέρνηση μένει περίπου αλώβητη, διότι εξακολουθεί να γίνεται αντιληπτή ως η μόνη πιθανή κυβερνητική λύση και άρα το μόνο ανάχωμα στο κοινωνικοπολιτικό χάος. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπορεί επάξια να πανηγυρίζει για την επίδοσή του αλλά η επανάσταση που επί μήνες εξήγγειλε μονότονα ο κύριος Τσίπρας ανεβλήθη επ’αόριστον.
Η κυβέρνηση οφείλει άμεσα να προχωρήσει σε αποκατάσταση κάποιων μεγάλων αδικιών, που προέκυψαν κατά τα χρόνια της κρίσης. Επιμέρους αστοχίες της ασκούμενης πολιτικής πρέπει να διορθωθούν και το κυβερνητικό έργο πρέπει να εντατικοποιηθεί προκειμένου να αποδώσει καρπούς. Σε επίπεδο πολιτικής ουσίας, ο χρόνος κυλά υπέρ της παρούσας κυβέρνησης, διότι μόλις αρχίσουν να γίνονται απτά τα πρώτα σημάδια υγιούς ανάπτυξης της οικονομίας, οι μεγαλόφωνες διαμαρτυρίες βαθμιαία θα περιοριστούν και όσοι τυχάρπαστοι αναδείχθηκαν στο προσκήνιο λόγω της κρίσης θα επανέλθουν στο πολιτικό περιθώριο, όπου πάντοτε ανήκαν.
Όμως, ας μην ξεχνάμε πως η γυναίκα του Καίσαρα πρέπει όχι μόνο να είναι τίμια αλλά και να φαίνεται τίμια. Με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός πρέπει να ακολουθήσει μια διαφορετική επικοινωνιακή πολιτική. Βεβαίως, ο κύριος Σαμαράς είναι επικοινωνιακά ατάλαντος και αυτό δημιουργεί πρόβλημα σε ολόκληρη την κυβέρνηση. Εάν όμως επιθυμεί να παραμείνει στο Μέγαρο Μαξίμου, πρέπει να τσαλακώσει το κομψό αστικό προφίλ του και να γίνει πιο προσιτός. Επειδή δεδομένα ο ελληνικός λαός λειτουργεί περισσότερο με το θυμικό και λιγότερο με τη λογική, ο πρωθυπουργός καλείται να συγκινήσει, να εμπνεύσει και ενδεχομένως ακόμα και να λαϊκίσει.
Αλλιώς, καραδοκεί ο κίνδυνος επώδυνων εκλογικών ατυχημάτων…
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ – ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΓΡΙΒΑΣ