Oι πρόσφατες εκλογές στην ΚΕΔΕ ανέδειξαν τη βούληση των τοπικών αρχόντων να επιλύσουν συλλογικά και μακριά από μικροκομματικά συμφέροντα τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει εδώ και δεκαετίες ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης και τα οποία επιδεινώθηκαν από την πρόσφατη οικονομική κρίση, αλλά και τις πρόχειρες νομοθετικές διευθετήσεις. Οι τοπικοί άρχοντες έχουν συνειδητοποιήσει πλέον ότι η ουσιαστική και ριζική μεταρρύθμιση του θεσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης και η ανασυγκρότηση της είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία, ώστε αυτή, όχι μόνο να επιβιώσει μέσα σε ένα δύσκολο οικονομικοπολιτικό περιβάλλον και να ανταπεξέλθει στα νέα δεδομένα που διαμορφώνονται τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα να αποτελέσει και την κινητήριο δύναμη ανάπτυξης για την έξοδο της χώρα από την κρίση. Ωστόσο, μια τέτοια μεταρρύθμιση-ανατροπή είναι δύσκολο να επιτευχθεί δεδομένου ότι πρέπει να συντελεστούν ριζικές αλλαγές σε ένα σύστημα διακυβέρνησης, του οποίου η παθογένεια και τα προβλήματα ανάγονται στις πρώτες δεκαετίες ζωής του ελληνικού κράτους.
Στον ελλαδικό χώρο η τοπική αυτοδιοίκηση έχει μακρά παράδοση. Σύμφωνα με τη μυθολογία αποδίδεται στο Οησέα. Ιστορικά, ανάγεται στην εποχή του Αθηναίου πολιτικού Κλεισθένη, ο οποίος θεωρείται και ο εμπνευστής της. Από τότε διαδραματίζει ανά τους αιώνες καίριο ρόλο στην ιστορία και την ανάπτυξη του τόπου μας. Κατά τα πρώτα χρόνια μετά την ελληνική επανάσταση, η δημιουργία πολλών κέντρων λήψης αποφάσεων ενίσχυσε την ανάπτυξη του τοπικού στοιχείου, συμβάλλοντας καθοριστικά στη συγκρότηση ενός συστήματος ενδογενούς ανάπτυξης, που στηριζόταν στην εδαφολογική διαμόρφωση και γεωγραφική κατανομή του ελλαδικού χώρου αφενός, και στις οικονομικές, κοινωνικές, συγκοινωνιακές και τεχνολογικές συνθήκες της κάθε περιοχής αφετέρου. Στη συνέχεια, όμως, διάφοροι παράγοντες συντείνουν στην αποδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης και συγχρόνως αποτελούν τη γενεσιουργό αιτία πολλών δεινών που κληροδοτήθηκαν έως τις μέρες μας, με αποτέλεσμα αυτή να χάσει τη δυναμική της.
Κύριοι και διαχρονικοί παράγοντες της παθογένειας του ελληνικού συστήματος τοπικής αυτοδιοίκησης, οι οποίοι πολλές φορές ακυρώνουν την αποστολή της, που είναι η αποτελεσματική διαχείριση των τοπικών υποθέσεων, είναι μεταξύ άλλων και οι ακόλουθοι:
α) η απουσία ισχυρής κεντρικής διοίκησης, με αποτέλεσμα την ανάθεση στην τοπική αυτοδιοίκηση -και πέραν των δυνατοτήτων της- ευρύτατες αρμοδιότητες, σε τέτοιο σημείο, μάλιστα, ώστε αυτή να υποκαθιστά το κράτος στις βασικές του λειτουργίες, β) η συγκρότηση των πρωτοβάθμιων οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης με γνώμονα άλλοτε τα εκάστοτε ευρωπαϊκά πρότυπα και άλλοτε την εξυπηρέτηση διαφόρων πολιτικών συμφερόντων (πχ. τη διείσδυση του κεντρικού κράτους στο χώρο ευθύνης των τοπικών κοινοτήτων και έλεγχο αυτών κλπ.), γ) η εκμετάλλευση της τοπικής αυτοδιοίκησης από τα κόμματα προς άγραν ψήφων και ως μέσο ανάδειξης βουλευτών, δ) η διάβρωση της λόγω της εξυπηρέτησης μικροσυμφερόντων, «ρουσφετιών» και της κακοδιαχείρισης, ε) οι αποσπασματικές, βιαστικές και αλλεπάλληλες μεταρρυθμίσεις, «αναμορφώσεις» και συνενώσεις και στ) η απουσία πολιτικής βούλησης για μια ολοκληρωμένη, μακροπρόθεσμη και μελετημένη ανασυγκρότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σ’ όλα τα παραπάνω έρχεται βεβαίως να προστεθεί και μια δημόσια διοίκηση που συγκροτήθηκε, λειτούργησε και αναπτύχθηκε εξαρχής, όχι με γνώμονα το δημόσιο αλλά το ατομικό και μικροπολιτικό συμφέρον και η οποία στερείται μακράς και σταθεράς διοικητικής παράδοσης, με αποτέλεσμα τη δημιουργία δυσεπίλυτων προβλημάτων κρατικής λειτουργίας και οργάνωσης. Την κορυφή δε του παγόβουνου αποτέλεσε και η πρόσφατη προσπάθεια του Έλληνα νομοθέτη να επιχειρήσει με το πρόγραμμα «Καλλικράτης» μια εκ νέου ριζική μεταρρύθμιση του ελληνικού διοικητικού συστήματος διακυβέρνησης της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Το πρόγραμμα «Καλλικράτης» -παρά τη σπουδαιότητα του- καταρτίστηκε με ιδιαίτερη σπουδή ενόψει, μάλιστα, και των επικείμενων δημοτικών εκλογών του Νοεμβρίου 2010 από τη μόλις μερικών μηνών κυβέρνηση. Και φυσικά χωρίς να έχει προηγηθεί η επιστημονική, τυπική και ουσιαστική αξιολόγηση του προηγούμενου προγράμματος «Καποδίστριας», το οποίο αποτέλεσε την πρώτη φάση του εγχειρήματος της ριζικής διοικητικής αυτής μεταρρύθμισης. Δεν εξετάστηκε καν η επιτυχία ή αποτυχία του προγράμματος αυτού, ενώ ακολουθήθηκε παρά την ευρωπαϊκή πρακτική (πχ. Δανία κλπ) για ευνόητους λόγους μια συντομότατη -μόλις μερικών μηνών- διαδικασία διαβούλευσης. Και φυσικά δεν προηγήθηκε ο ακριβής εντοπισμός και η διάγνωση των προβλημάτων της τοπικής αυτοδιοίκησης σε εθνικό επίπεδο, προκειμένου να αξιολογηθεί σοβαρά η νομιμότητα, η μακροβιότητα και η βιωσιμότητα μιας νομοθετικής λύσης, και μάλιστα τόσο ριζοσπαστικής όσο αυτής που προτείνει ο «Καλλικράτης».
Και όπως ήταν αναμενόμενο, από τους πρώτους μήνες εφαρμογής του προγράμματος «Καλλικράτης» διαφάνηκαν οι αδυναμίες αυτού. Οι περισσότεροι δήμοι που προέκυψαν από τις αναγκαστικές και κατά βάση λογιστικές συνενώσεις, δεν ήταν καν σε θέση να ανταπεξέλθουν στην απότομη αυτή διεύρυνση διοικητικών ορίων, αρμοδιοτήτων, δαπανών με την ταυτόχρονη συρρίκνωση σε οικονομικούς πόρους, κρατικές επιχορηγήσεις, προσωπικού, υλικοτεχνικών δομών κλπ., ενώ κλήθηκαν να λειτουργήσουν σαν επιχειρήσεις αυξάνοντας την επιχειρησιακή τους ικανότητα ώστε να δύνανται να αναλαμβάνουν και να διεκπεραιώνουν, μόνοι τους ή με αναθέσεις, στα πλαίσια του νέου ευρωπαϊκού θεσμού των Συμπράξεων Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), μεγάλης κλίμακας έργα. Κάποιοι δε από αυτούς οδηγήθηκαν ακόμα και σε παύση πληρωμών αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά τις ολέθριες συνέπειες των σπασμωδικών και αποσπασματικών ρυθμίσεων αυτών.