Η επόμενη στο ντους
Θυμάστε την τελευταία φορά που τα λέγαμε, φίλοι αναγνώστες, που σας είχα πει ότι θα λείψω για μερικές μέρες να ηρεμήσω και θα επιστρέψω το Σάββατο πριν τις εκλογές; Να ‘μαι λοιπόν εδώ, για να σας πω ότι είχε δίκιο ένα παλιό γκράφιτι, που το είχα δει κάπου στην οδό Στουρνάρα στην Αθήνα που έλεγε: «Όταν κλείνει η TV αρχίζει η ζωή».
Ήταν πολύ όμορφα, τις μέρες εκείνες που ήμουν στην Άνδρο και ζούσα ανέμελα διαβάζοντας δικαστικά θρίλερ του γνωστού και από τον κινηματογράφο συγγραφέα Τζον Γκρίσαμ.
Ήταν πολύ όμορφα μέχρι ένα πρωί, που περιμένοντας τη γυναίκα μου να ετοιμαστεί για την κάθοδό μας στην παραλία, είπα να ανάψω την TV και να κάνω ένα ζάπινγκ. Έτσι, έπεσα σε αποκαλυπτική συνέντευξη του Άδωνι Γεωργιάδη, που την έδινε σε δημοσιογράφο καναλιού μέσα σε μπαρμπέρικο. Επειδή μπορεί να είστε δύσπιστοι, πρόλαβα και τους φωτογράφισα.
Σούπα
Ύστερα από αυτό, με συνεπήραν ανάμικτα συναισθήματα. Μήπως όταν κλείνει η TV, χάνουμε την πλάκα; Μήπως είχε άδικο ο Γκράουτσο Μαρξ, ο κωμικός των αρχών του 20ού αιώνα, που είχε πει ότι «η τηλεόραση είναι ένα καλό εκπαιδευτικό μέσο. Κάθε φορά που την ανοίγει κάποιος, εγώ πάω στο διπλανό δωμάτιο και διαβάζω ένα βιβλίο»;
Κατόπιν, έχοντας υποστεί τη ψυχρολουσία του μπαρμπέρικου, αποφάσισα να δω και το περίφημο debate των επτά αρχηγών, παρόλο που ήξερα εκ των προτέρων ότι εάν γινόταν με αυστηρά χρονοδιαγράμματα και τυπικότητες, θα ήταν «σούπα». Όπως και ήταν τελικά.
Λίγο πιπεράτη, αλλά σούπα
Εκτός ίσως από κάποια στιγμή, που παρά τις προσπάθειες τού αφύσικα αυστηρού συντονιστή της εκπομπής κ. Χαρίτου, οι κ.κ. Μεϊμαράκης και Καμμένος αντάλλαξαν «φιλοφρονήσεις», καθώς και η στιγμή της γκάφας του κ. Καμμένου που ανέδειξε (τρολάροντας από τα κοινωνικά δίκτυα), μια ανύπαρκτη επιστολή ενός ανύπαρκτου μαθητή. Αυτό μάλιστα. Αυτή είναι η ψυχή του σωστού debate. Όχι εκείνα τα 45 ή 15 δευτερόλεπτα μέσα στα οποία πρέπει να δοθούν απαντήσεις επί πραγματικά σοβαρών θεμάτων, που τίθενται από ερωτήσεις περιορισμένου επίσης χρόνου. Ο δημοσιογράφος κ. Γιομπαζολιάς είχε μεγάλο γούστο, που δεν είχε καν χρονομετρήσει τις ερωτήσεις του, ήταν και αυτός τελικά, που έδινε μια πιπεράτη γεύση στη «σούπα».
Οι επτά…
Για άλλη μια φορά, λοιπόν, μετά από πολλά χρόνια, κανείς δεν έγινε σοφότερος βλέποντας το debate. Τι θα μπορούσε να αποκομίσει δηλαδή από επτά μονόλογους; Το «λαϊκό αυθορμητισμό» του κ. Μεϊμαράκη; Την αμηχανία και το χαμένο βλέμμα του κ. Τσίπρα; Την πλήρη άγνοια της πραγματικότητας από τον κ. Λαφαζάνη; Τη ξύλινη γλώσσα της κ. Γεννηματά; Τις κομματικές σταθερές του κ. Κουτσούμπα; Την κουτοπονηριά του κ. Καμμένου; Ή τον ευρωπαϊσμό του κ. Θεοδωράκη; Αυτά ήταν γνωστά και πριν το debate. Άρα; Ο αριθμός επτά, δεν μας βοήθησε καθόλου, παρά το μυστηριακό του χαρακτήρα και επειδή και οι επτά ενδιαφέρονται για την εξουσία, μόνο τη Χιονάτη μου θύμισαν.
Η χημεία και το ύψος
Και ύστερα ήρθε ο έρωτας, όπως ήταν και το σλόγκαν παλιού ραδιοφωνικού ρομάντσου. Υπήρξε, λέει, καλή χημεία μεταξύ των δύο αρχηγών στο δεύτερο debate των Τσίπρα – Μεϊμαράκη (ή Μεϊμαράκη – Τσίπρα για να μη μου στεναχωρηθούν μερικοί). Χημεία για ποιο πράγμα; Για να διοικηθεί η χώρα; Μη τρελαθώ. Ή μήπως πρέπει να λάβω υπόψη μου το ότι στο φακό φαίνονταν και οι δυο να έχουν το ίδιο ύψος, ενώ ο κ. Μεϊμαράκης είναι πιο ψηλός; Τον αδίκησε, λέει η ΕΡΤ που τον έκανε να φαίνεται κοντότερος μπροστά στον κ. Τσίπρα. Κάποιος πρέπει να γράψει μια διατριβή με θέμα “Η καλή χημεία και το ύψος των πολιτικών και η συμβολή τους στην ανάπτυξη μιας χώρας”. Λίγο μεγάλος ο τίτλος αλλά στην Ελλάδα είμαστε large.
Και τώρα τι;
Και τώρα τι κάνουμε; Θα με ρωτήσετε φίλοι αναγνώστες. Τι ψηφίζουμε, αφού από όλους «τα έχουμε δει όλα»; Πάντως όχι λευκό ή άκυρο. Ούτε απέχοντας από την κάλπη. Ψηφίζουμε με τη σκέψη, ότι χρειάζεται μια κυβέρνηση ευρείας συνεργασίας, η οποία θα εξασφαλίσει μια σταθερότητα τετραετίας (όπως προβλέπει και το Σύνταγμα, άλλωστε). Μια κυβέρνηση που θα μιλήσει στο λαό και θα του εξηγήσει ότι τελείωσε η εποχή που καταναλώναμε (με δανεικά) περισσότερα από όσα παρήγαμε και θα εκμεταλλευτεί το νέο δάνειο που πήραμε, προτρέποντας τους νέους σε άλλες –παραγωγικές- κατευθύνσεις (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία, τουρισμό), προκαλώντας έτσι και τους ξένους να έρθουν για επενδύσεις, που θα δημιουργούν θέσεις δουλειάς για τους νέους. Επίσης, μια κυβέρνηση που θα χτυπήσει το πελατειακό κράτος.
Αρκετά πια με τους βολεμένους
Όπως γράφει σε πρόσφατο άρθρο του ο φίλτατος Δημήτρης Σουλιώτης: «Δεν μπορούμε να προσβλέπουμε σ’ ένα καλύτερο μέλλον για τη χώρα μας αν δεν λύσουμε (…) το πρώτο τη τάξει πρόβλημα του πελατειακού κράτους, δηλαδή τη στελέχωση, λειτουργία και αναπαραγωγή του κρατικού μηχανισμού μέσω πελατειακών σχέσεων αλληλεξάρτησης, που είναι η άλλη όψη του νομίσματος της μεθοδικής θεσμικής εξάλειψης κάθε κριτικής αποτίμησης και αξιολόγησης και με πιο απλά λόγια: της κατάργησης κάθε δυνατότητας να ξεχωρίσει ο ικανός από τον ανίκανο, ο εργατικός από το φυγόπονο, ο συνεπής από τον μπαγαμπόντη, ο αξιοπρεπής από τον πουλημένο, ο ευφυής από τον εξυπνάκια».
Αλλάζουμε νοοτροπία
Όπως άλλωστε γράφω χρόνια τώρα σ’ αυτή τη στήλη και το έχουν διαπιστώσει οι τακτικοί μου αναγνώστες: Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία, αυτή η χώρα δεν σώζεται με τίποτα και η αλλαγή νοοτροπίας περιέχει και την τόλμη για αλλαγή. Ειδικά τώρα, που τους έχουμε δοκιμάσει όλους. Είχα γράψει, ότι από την επομένη του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015, κανείς δεν θα μπορούσε πλέον να πει «φταίνε οι άλλοι». Τώρα που όλοι είδαν πως ερμηνεύτηκε και πως αποκαλύφθηκαν όλοι, μπορώ να επαναλάβω ότι μετά από τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου, κανείς δεν θα μπορεί να πει «δεν τα έβλεπα, δεν τα ήξερα».