Όμορφη και παράξενη πατρίδα
Ωσάν αυτή που μού ’λαχε δεν είδα.
Ρίχνει να πιάσει ψάρια, πιάνει φτερωτά
Στήνει στη γη καράβι, κήπο στα νερά.
Κλαίει φιλεί το χώμα, ξενιτεύεται
Μένει στους πέντε δρόμους, αντρειεύεται
Κάνει να πάρει πέτρα, τηνε παρατά
Κάνει να τη σκαλίσει, βγάνει θάματα
Μπαίνει σ’ ένα βαρκάκι, πιάνει ωκεανούς
Ξεσηκωμούς γυρεύει, θέλει τύραννους
Πέντε μεγάλους βγάνει, πάνω τους βαρεί
Να λείψουν απ’ τη μέση, τους δοξολογεί.
(Ο Ήλιος «Ο ήλιος ο ηλιάτορας» 1971, Οδυσσέας Ελύτης)
Ο Οδυσσέας Ελύτης ένας αμετανόητος θαυμαστής και υποστηρικτής της ελληνικότητας:
Της ικανότητας να βιώνουμε την αληθινή πνευματικότητα, την ατομική και συλλογική αρμονία συνδυάζοντας τρία βασικά στοιχεία της ανθρώπινης σφαίρας και κοινωνίας: την αισθητική ενατένιση, το απύθμενο θυμικό (θάλασσα – νερό) και το λογιστικό στοιχείο (στεριά). Εξήρε σε κάθε του ποιητικό έργο, σε κάθε του δημόσιο λόγο την αξία της ελληνικής αισθαντικότητας.
Για τον Ελύτη αυτό που πρώτιστα μετρούσε ήταν η αισθητική συγκίνηση – το θυμικό, το οποίο έδειχνε το δρόμο στο κατά λόγον στοιχείο, συνθέτοντας έτσι ένα ειδυλλιακό σκηνικό. Οραματίστηκε και συνέγραψε για έναν δυνατό, περήφανο ελληνικό λαό. Έναν λαό που αντλεί την έμπνευσή του από το ατελείωτο γαλάζιο της θάλασσας και το έντονο χρυσαφί χρώμα του ήλιου. Έναν λαό που μάχεται έχοντας ως εφόδιο την ελληνική του παιδεία και καλλιέργεια.
Τι γνώμη θα εξέφραζε άραγε για τη σημερινή ελληνική κοινωνία και ποια θα ήταν η απάντησή του στη κρίση;
Πιθανότατα να χρησιμοποιούσε κάποιες από τις συνήθεις «ελιτίστικες» λέξεις: αγώνας, πάλη, πατρίδα, ελληνικότητα, γλώσσα, χρόνος, ουρανός, σώμα, φεγγάρι, παράλληλα με μπόλικες εικόνες και παρομοιώσεις, δημιουργώντας «το καλλιγράφημα» της Ελλάδας, της χώρας που τόσο αγαπούσε και πίστευε. Μιας «υπερρεαλιστικής» Ελλάδας, που τα χρώματα και οι παραδόσεις της έγιναν η βάση για την εξέλιξη και άλλων πολιτισμών. Μιας «οικουμενικής» Ελλάδας, προτύπου ευγένειας, ομορφιάς και ποιότητας. Έτσι έβλεπε και ονειρευόταν τη πατρίδα του, φωτεινή και δυνατή.
Ειρήνη Περπερίδου