– Και γυρνάω και του λέω μάγκα μου: «Γιατί πετάγεσαι και δε δείχνεις το στοιχειώδη σεβασμό, ρε φίλε;» και τι μου απαντά το τσόφλι; «Καλά, μη μας δείρετε». Το φαντάζεσαι; Να το λέει αυτό σε μένανε;
– Και συ τι έκανες;
– Τι ήθελες να κάνω; Γυρνάω και του λέω ευγενικά: «Δεν δέρνω κανένα. Και μη το γυρίσουμε εκεί, γιατί από την αρχή ήρθες με ένα στυλ. Λες και φταίμε εμείς, δηλαδή». Και τι μου λέει το θρασίμι; «Πάντως δεν φταίμε εμείς», «Όχι εμείς πάντως» του λέω κι εγώ και τον κοιτάω λοξά να καταλάβει ότι τελειώσαμε.
– Και τι έγινε; Τα μάζεψε;
– Όχι μόνο σταμάτησε, αλλά γυρνάει και λέει στον κολλητό μου δίπλα «Ζητώ συγγνώμη. Πραγματικά θεωρώ ότι μπορούμε να μιλήσουμε, αρκεί να πάρετε το σκυλί που φωνάζει από δίπλα σας» και να δεις που εννοούσε εμένα. Τα παίρνω στο κρανίο και μου έρχεται να σηκωθώ και να τον φυτέψω τρία μέτρα κάτω από τη γη. Αλλά είμαι ευγενής παιδί και κρατιέμαι και του λέει σαν κότα ο κολλητός μου: «Τώρα έτσι δεν συζητάμε. Σας παρακαλώ πάρα πολύ» και άλλες μαλαγανιές.
– Και μετά;
– «Τι και μετά»; Πετάγομαι και του λέω κλείνοντάς του το αριστερό μου μάτι «ποιον λες μαντρόσκυλο ρε, που εσύ ούτε για πεκινουά του σαλονιού δεν κάνεις».
– Τσαντίστηκες άγρια, δηλαδή…
– Και ποιος σου είπε ότι τσαντίζομαι; Έτσι είναι το στυλ μου. Του το λέω και τι μου απαντά ο τύπος; «Το στυλ σας στην Κρήτη, όχι εδώ».
– Έτσι; Στον πληθυντικό στο είπε; «Το στυλ σας»;
– Ναι ρε, αφού ξέρεις, αυτοί οι φλώροι έτσι μιλάνε. Δεν έχουν τσαγανό. Δεν έχουν πολιτική κουλτούρα.
– Μπράβο ρε, έχεις πολιτικό λόγο.
– Πως το πες το τελευταίο;
– «Μπράβο ρε, έχεις πολιτικό λόγο»…
– Α, γιατί μου φάνηκε πως είπες «Μπράβο Ρούλα».
Γράφει ο Άγγελος Πολύδωρος