Ο υπουργός Εσωτερικών μιλά στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας σε σχέση με τον δημόσιο τομέα και την Τοπική Αυτοδιοίκηση, θέτοντας ως προτεραιότητα την αναβάθμιση των λειτουργιών τους προς όφελος των πολιτών.
Τι σημαίνει για τη λειτουργία του δημόσιου τομέα της χώρας μας το σύστημα αξιολόγησης που προτείνει η κυβέρνηση; Πώς θα συμβάλει στην αναβάθμιση της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη ο ψηφιακός μετασχηματισμός; Τι συμβαίνει με την τηλεργασία στις δημόσιες υπηρεσίες στον καιρό της πανδημίας;
Στην πρώτη του συνέντευξη στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ, ο υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης απαντά σε ερωτήσεις που αφορούν την τρέχουσα επικαιρότητα του χαρτοφυλακίου του, ωστόσο δεν θα μπορούσαν να λείψουν από το τραπέζι σημαντικά θέματα όπως ο νέος εκλογικός νόμος, τα δεδομένα που δημιούργησε στην Αυτοδιοίκηση η απλή αναλογική που εφάρμοσε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ο «νόμος Θεοδωρικάκου» που έφερε ως αντίβαρο η ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και φυσικά τα χρηματοδοτικά εργαλεία σε σχέση με την περίφημη μεταφορά αρμοδιοτήτων προς τους Δήμους.
Συνέντευξη: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΕΘΑΝΗΣ, ΕΛΕΝΑ ΦΥΝΤΑΝΙΔΟΥ
Κύριε Υπουργέ, πρόσφατα παρουσιάσατε στο Υπουργικό Συμβούλιο το νομοσχέδιο για το σύστημα αξιολόγησης στο Δημόσιο, μια πολυσυζητημένη ιστορία. Τι φιλοδοξείτε να αλλάξετε και με ποιον στόχο;
Η αναμόρφωση του συστήματος αξιολόγησης, πάνω στην οποία εργαζόμαστε εντατικά αυτή την περίοδο, συνιστά μια εμβληματική μεταρρύθμιση, η οποία θα θέσει τις βάσεις για τη συνολική αναβάθμιση της λειτουργίας της Δημόσιας Διοίκησης προς όφελος των Ελλήνων πολιτών. Στόχος μας είναι η δημιουργία ενός αποτελεσματικού, αντικειμενικού και, κυρίως, ρεαλιστικού και απολύτως εφαρμόσιμου συστήματος αξιολόγησης, το οποίο θα αξιοποιεί τα ετήσια σχέδια δράσης και παράλληλα θα επιτύχει τη διασύνδεσή τους με τη διοικητική στοχοθεσία, δίνοντας έμφαση στην ανάπτυξη και βελτίωση των απαραίτητων δεξιοτήτων. Για τον λόγο αυτόν, μετατοπίζουμε την αξιολόγηση σε επίπεδο προϊσταμένων και τους ενισχύουμε προκειμένου να επιτύχουν τη στοχοθεσία που έχει τεθεί στην οργανική τους μονάδα. Οι προϊστάμενοι με τη σειρά τους θα αξιολογούν τη συνεχή βελτίωση της απόδοσης των υπαλλήλων τους, ώστε σε περίπτωση που διαπιστώνεται κάποια αδυναμία που εμποδίζει την πρόοδο της οργανικής τους μονάδας, αυτή να καλύπτεται μέσα από εκπαιδευτικά και επιμορφωτικά προγράμματα, τα οποία επιμελείται το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης. Το συνεκτικό σύστημα αξιολόγησης που σχεδιάζουμε έρχεται να τεθεί ως ανάχωμα στο κλίμα εξισωτισμού που σάρωσε το Δημόσιο τα προηγούμενα χρόνια και να αντικαταστήσει ένα σύστημα ανεφάρμοστο, με μεγάλο διοικητικό βάρος και βαρύ λειτουργικό κόστος το οποίο εφάρμοσε ο ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να αποφέρει το παραμικρό ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Ένα ακόμη μεγάλο στοίχημα των ημερών, την αναγκαιότητα του οποίου επέτεινε η πανδημία, είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός του Δημοσίου και κρίσιμων λειτουργιών, όπως π.χ. το ΑΣΕΠ. Πού βρίσκεται αυτή η διαδικασία και πότε ο πολίτης θα «εισπράξει» τα αποτελέσματα;
Είναι αλήθεια ότι η πανδημία επιτάχυνε τον ψηφιακό μετασχηματισμό του Δημοσίου προσπερνώντας αγκυλώσεις και παθογένειες δεκαετιών. Η κυβέρνησή μας έχει να επιδείξει ένα θεαματικό έργο σε αυτόν τον τομέα, εντός του οποίου εντάσσεται και ο νέος πανελλήνιος διαγωνισμός προσλήψεων του ΑΣΕΠ, τον οποίο δρομολογούμε για τον προσεχή Σεπτέμβριο. Μάλιστα, στόχος μας είναι να διεξαχθεί ψηφιακά, σε πιλοτική μορφή, για ορισμένες κατηγορίες προσλήψεων.
Μιας και αναφέραμε την πανδημία, πολύς λόγος γίνεται για την τηλεργασία ως αναγκαιότητα. Ωστόσο, κάποιοι υποστηρίζουν ότι δεν έχει εφαρμοστεί στον βαθμό που θα έπρεπε, ώστε να περιοριστούν οι εν δυνάμει εστίες διασποράς. Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές Υπηρεσίες, οι οποίες από τη φύση τους δεν μπορούν να «εγκλωβιστούν» στην εργασία από το σπίτι, πού βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή και ποιες είναι οι δυνατότητες, αν υπάρχουν, για επέκταση του μέτρου;
Η τηλεργασία αξιοποιήθηκε από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η πανδημία στη χώρα μας ως ένα έκτακτο μέτρο για τη διαφύλαξη της υγείας των εργαζομένων και της συνέχισης της λειτουργίας του Δημοσίου κάτω από εκείνες τις ιδιαίτερες συνθήκες. Τον Ιούνιο του 2021 θεσμοθετήθηκε από την κυβέρνηση -με σχετική νομοθετική πρόταση που καταθέσαμε- η τακτική τηλεργασία, προκειμένου να ρυθμιστεί το πλαίσιο λειτουργίας του συγκεκριμένου τρόπου εναλλακτικής εργασίας και μετά το πέρας της πανδημίας. Αυτή τη στιγμή είναι υπό κατάρτιση το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα. Ωστόσο, η τηλεργασία ουδέποτε έπαψε να εφαρμόζεται στον δημόσιο τομέα ως μέσο αποτροπής της μετάδοσης του κορωνοϊού. Μάλιστα, η επέλαση της μετάλλαξης «Όμικρον» μας ώθησε να αυξήσουμε το ποσοστό εφαρμογής της έως 50%, σύμφωνα με το πλάνο εργασιών που έχει καταρτίσει η κάθε Υπηρεσία, προκειμένου αφενός να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία του Δημοσίου και αφετέρου να διαφυλαχθεί η υγεία των εργαζομένων. Ωστόσο, θέλω να επισημάνω την υποκριτική και αλλοπρόσαλλη στάση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, ελλείψει σοβαρού αντιπολιτευτικού λόγου, έχει επιδοθεί το τελευταίο χρονικό διάστημα σε οιμωγές γύρω από το θέμα της τηλεργασίας, έχοντας προηγουμένως καταψηφίσει τη σχετική νομοθετική πρόταση που καταθέσαμε και μάλιστα επί της αρχής. Θα πρέπει κάποια στιγμή οι ιθύνοντες του κόμματος να μας εξηγήσουν πώς είναι δυνατόν να διαφωνούν επί της αρχής με την τηλεργασία, αλλά ταυτόχρονα να ζητούν την οριζόντια εφαρμογή της, αγνοώντας ότι μια τέτοια συνθήκη θα παρέλυε ολόκληρες νευραλγικές Υπηρεσίες του Δημοσίου.
Η εποχή των εκλογών, τόσο των βουλευτικών όσο και των αυτοδιοικητικών, πλησιάζει, με την απλή αναλογική στο επίκεντρο. Στις βουλευτικές εκλογές θα είναι το ισχύον σύστημα διεξαγωγής, ενώ στην Αυτοδιοίκηση αποτελεί παρελθόν. Ποια είναι η γνώμη σας για την απλή αναλογική;
Πρόκειται για ένα καταστροφικό σύστημα διακυβέρνησης, προϊόν ιδεοληψίας και μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια προσπάθεια να ελέγξουν τους «αρμούς της εξουσίας», όπως είχαν διαμηνύσει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο. Τις καταστροφικές συνέπειες της απλής αναλογικής τις βίωσαν και συνεχίζουν να τις βιώνουν οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, οι οποίοι διαπίστωσαν στην ολότητά τους τον παραλογισμό του συγκεκριμένου εκλογικού συστήματος, το οποίο δεν επιτρέπει στα πρόσωπα εκείνα τα οποία οι πολίτες εμπιστεύτηκαν με την ψήφο τους, να εφαρμόσουν το πρόγραμμα για το οποίο εξελέγησαν. Αντιθέτως, τους υποχρεώνει να καταφύγουν σε συνεννοήσεις και συμβιβασμούς με μικρές μειοψηφίες, αγνοώντας ότι δεν είναι δυνατόν η βούληση των λίγων να εμποδίζει τη θέληση των πολλών για πρόοδο.
Θα θέλαμε την άποψή σας, όμως, και για τον λεγόμενο «νόμο Θεοδωρικάκου» περί κυβερνησιμότητας των Δήμων. Πολλοί στηλιτεύουν το γεγονός ότι δόθηκαν στις επιμέρους επιτροπές (Οικονομική, Ποιότητας Ζωής) απόλυτες αρμοδιότητες που υποβαθμίζουν τον ρόλο του Δημοτικού Συμβουλίου, ενώ εν μέσω πανδημίας και της σχετικής νομολογίας γίνεται πολύς λόγος για τις εκατοντάδες απευθείας αναθέσεις έργων και τίθεται θέμα διαφάνειας και δημοκρατικών διαδικασιών.
Η εφαρμογή της απλής αναλογικής δημιούργησε τεράστια ζητήματα κυβερνησιμότητας στους Δήμους και γέννησε την ανάγκη να υπάρξουν παρεμβάσεις, προκειμένου να καταστεί λειτουργική η διοίκησή τους. Οι παρεμβάσεις αυτές είναι που απέτρεψαν το χάος που επιχείρησε να δημιουργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και πέτυχαν την όσο το δυνατόν ορθολογικότερη λειτουργία τους, ανατρέποντας ουσιαστικά τον παραλογισμό, δήμαρχοι που έλαβαν ποσοστό άνω του 50% να είναι όμηροι ισχνών μειοψηφιών. Ο νέος εκλογικός νόμος που ψηφίστηκε από τη Βουλή δίνει μια οριστική λύση σε όλα αυτά τα ζητήματα, διασφαλίζοντας τόσο την αναλογικότητα όσο και την κυβερνησιμότητα των ΟΤΑ, επ’ ωφέλεια των Ελλήνων πολιτών.
Η περίφημη μεταφορά αρμοδιοτήτων προς την Αυτοδιοίκηση από το κεντρικό κράτος έχει αρχίσει να υλοποιείται, αλλά σε έναν περιορισμένο βαθμό, ενώ οι δήμοι ζητούν την παράλληλη στήριξη με επαρκή χρηματοδότηση. Τελικά, μήπως αυτό το εγχείρημα δεν υποστηρίζεται επαρκώς από την κεντρική πολιτική βούληση;
Οι Δήμοι αλλά και οι Περιφέρειες της πατρίδας μας έχουν στηριχθεί παντοιοτρόπως και κυρίως με σημαντικά χρηματικά ποσά και αυτό είναι κάτι που αναγνωρίζεται από όλους. Η μεταφορά μιας αρμοδιότητας συνεπάγεται και την ανάληψη μιας σημαντικής ευθύνης, την οποία θα πρέπει ο αποδέκτης να είναι σε θέση να φέρει εις πέρας. Στην κατεύθυνση αυτή, εργαζόμαστε πάνω στην αναμόρφωση του θεσμού των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων προκειμένου να καταστούν ικανές να εξυπηρετήσουν αυτήν ακριβώς την ανάγκη. Συγκεκριμένα, προσανατολιζόμαστε στην αποσυμφόρησή τους από τον σημερινό όγκο εργασίας με τον οποίο έχουν επωμιστεί, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτηση των αναγκών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και στην επίλυση των ζητημάτων τους. Για τον λόγο αυτόν εξετάζουμε ποιες αρμοδιότητες μπορούν να μεταφερθούν στην Αυτοδιοίκηση, ποιες σε αποκεντρωμένες Υπηρεσίες του κράτους και ποιες να απλοποιηθούν ή και να καταργηθούν.
Μιλώντας για χρηματοδοτήσεις, τα προγράμματα «Φιλόδημος Ι και II» αντικαταστάθηκαν από το «Αντώνης Τρίτσης». Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ διατυπώνεται το επιχείρημα ότι το «Φιλόδημος» αποτέλεσε τομή για την Αυτοδιοίκηση και ότι η αντικατάστασή του δεν φέρνει τα ίδια αποτελέσματα, τόσο ως προς την άντληση πόρων όσο και ως προς τους χρόνους υλοποίησης των προγραμμάτων που εντάσσονται σε αυτό. Από την άλλη, η κυβέρνηση διατείνεται ότι με το νέο πρόγραμμα αυξάνονται οι χρηματοδοτικές δυνατότητες για τους δήμους. Πού βρίσκεται η αλήθεια;
Δεν είναι ακριβές αυτό. Το πρόγραμμα «Φιλόδημος Ι» τερματίστηκε τον Νοέμβριο του 2019, αφού προηγουμένως μεταφέραμε τα ώριμα κομμάτια έργων που είχαν ενταχθεί σε αυτό στο πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης», ενώ το πρόγραμμα «Φιλόδημος ΙΙ» συνεχίζει να τρέχει παράλληλα με το «Αντώνης Τρίτσης». Μάλιστα, έχουμε προχωρήσει στη χορήγηση παρατάσεων προκειμένου να υλοποιηθούν έργα που είχαν ενταχθεί στο «Φιλόδημος ΙΙ».
Το «Αντώνης Τρίτσης» συνιστά ένα φιλόδοξο και μεγαλόπνοο χρηματοδοτικό πρόγραμμα το οποίο έχει ενισχύσει με σημαντικά ποσά τους Δήμους και τις Περιφέρειες της χώρας, ενδυναμώνοντας την αναπτυξιακή τους προοπτική. Μέχρι στιγμής έχουν ενταχθεί και χρηματοδοτηθεί έργα συνολικού ύψους άνω των 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μάλιστα, μέσα σε έξι μήνες έχουν ενταχθεί έργα άνω του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ, κάτι που δεν έχει συμβεί με κανένα άλλο χρηματοδοτικό εργαλείο.
Πρόσφατα είχατε διαδικτυακή συνάντηση με το Δ.Σ. της ΚΕΔΕ. Ένα από τα πράγματα που προαναγγείλατε είναι παρεμβάσεις του ΥΠΕΣ στον Ενιαίο Κώδικα Αυτοδιοίκησης. Σε ποιους άξονες και με ποια στόχευση;
Αποτελεί τμήμα του σχεδίου δράσης του Υπουργείου Εσωτερικών για το 2022 η διοικητική κωδικοποίηση της αυτοδιοικητικής νομοθεσίας. Έχει όμως ήδη αρχίσει να εργάζεται επιτροπή στο Υπουργείο μας για να επανεξετάσει σειρά θεσμικών ζητημάτων που αφορούν στη λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Στην ίδια συνάντηση δηλώσατε ότι «δεν αποτελεί κυβερνητική επιλογή να μεταφερθούν αρμοδιότητες Πρωτοβάθμιας Παιδείας και Υγείας στους Δήμους». Για ποιον λόγο δεν αποτελεί κυβερνητική επιλογή σε αυτή τη χρονική περίοδο, δεδομένου ότι ειδικά λόγω πανδημίας η συζήτηση για την αναγκαιότητα βελτίωσης των εκπαιδευτικών συνθηκών και των υγειονομικών υπηρεσιών έχει φουντώσει;
Θα επαναλάβω ότι πριν τη μεταφορά οιασδήποτε αρμοδιότητας από το κεντρικό κράτος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση οφείλει να έχει προηγηθεί μια αξιολόγηση σχετικά με το κατά πόσο ο φορέας που αναλαμβάνει την αρμοδιότητα είναι σε θέση να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις που αυτή κομίζει. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούμε ότι στην παρούσα πολιτική φάση το κράτος μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα τις ανάγκες των συγκεκριμένων τομέων δράσης.