Μετά από αρκετό καιρό, μια ελληνική ταινία που ασχολείται με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Και έχει σασπένς, δράση, χωρίς να είναι ταινία δράσης, αλλά ένα δράμα χαρακτήρων, με φόντο μια Αθήνα στενόχωρη και μια κοινωνία πολυσυλλεκτική και απρόσωπη.
Ο κεντρικός ήρωας, ο Κώστας Στασινός που ήρθε κάποτε στην Αθήνα σπούδασε γεωπόνος, παντρεύτηκε, πήρε δάνειο και απέκτησε σπίτι, έκανε δυο παιδιά και διάγει μια ήρεμη ζωή χωρίς εξάρσεις, κουμαντάροντας την οικογένεια με τις παραδοσιακές αρχές. Όλα κινούνται ομαλά, μέχρι ένα βράδυ που μπουκάρουν σπίτι του τέσσερις μασκοφόροι, τους δένουν και τους φιμώνουν όλους, βιάζουν την κόρη, ρημάζουν το σπίτι, παίρνουν τις οικονομίες του Κώστα και αφήνουν πίσω τους υλικά και ψυχικά συντρίμμια.
Οι σχέσεις στην οικογένεια διαταράσσονται, όλοι γίνονται πιο ευαίσθητοι και ευέξαπτοι, αλλά περισσότερο ο Κώστας, ο οποίος πέφτει και «θύμα» του «Ελληναρά» της γειτονιάς.
Ο Ελληναράς, «στρατιωτικός ε.α.,» μάλλον λοκατζής, έχει τη γυναίκα του στο ψυχιατρείο ως αποτέλεσμα ληστείας στο δικό του σπίτι και (ακόμα κι αν δεν ήταν) έχει εξελιχθεί σε ρατσιστή ολκής. Έχει μετατρέψει το σπίτι του σε κάστρο (συστήματα ασφαλείας, κάμερες, οθόνες κ.λπ.) και πείθει τον Κώστα να πάρει το νόμο στα χέρια του «και να ξεκάνει τους αληταράδες που ήρθαν στη χώρα μας», δείχνοντάς του βίντεο από μια κάμερα ασφαλείας, στο οποίο φαίνεται το πρόσωπο ενός εκ των δραστών. Ο Κώστας αναλαμβάνει δράση αλλά δεν είναι γεννημένος γι’ αυτό…
Η ταινία κυλά τέλεια. Το σενάριο είναι εξαιρετικό, οι χαρακτήρες σωστά δομημένοι και ψαγμένοι σε βάθος, η εξέλιξη δεν κάνει «κοιλιά». Η μουσική συμβάλλει θετικά στο δράμα και οι εικόνες που παρελαύνουν έντεχνα από το φακό του Τσεμπερόπουλου, διαθέτουν έντονο σχολιασμό και πυκνότητα. Η Αθήνα εμφανίζεται όπως την ξέρουμε, με τους στενούς δρόμους, με τις γειτονιές των αλλοδαπών, τα καφενεία τους, τα μπαράκια των μαθητών, τις πλατείες με τους κάδους απορριμμάτων ξεχειλισμένους, τις βρώμικες υπόγειες διαβάσεις, τα γκράφιτι στους τοίχους, τα πολλά αυτοκίνητα, τις διαδηλώσεις (που δεν τις βλέπουμε αλλά τις ακούμε όταν ο Κώστας οδηγώντας περνάει έξω από τη Βουλή των Ελλήνων), το συνωστισμό των λεωφορείων, όπου όλοι φαίνονται εχθρικοί, όπως εχθρικοί φαίνονται και οι χώροι των αστυνομικών γραφείων. Μετά από αυτά, οι σκηνές στο ορεινό χωριό, που καταφεύγει η οικογένεια του Κώστα, έρχονται λυτρωτικές και η βαριά συννεφιά εκφράζει απόλυτα τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών. Υπάρχει εξωτερική ηρεμία, αλλά ψυχική μαυρίλα. Γενικά, όλη η ατμόσφαιρα όπως και η φωτογραφία είναι πολύ καλή.
Άφησα για το τέλος τις ερμηνείες, όχι επειδή δεν μου άρεσαν (ο Μ. Μαυροματάκης ειδικά, είναι ιδανικός στο ρόλο του Κώστα, όπως και ο Γ. Γάλλος στο ρόλο του αξιωματικού εν αποστρατεία, χωρίς να υστερούν οι υπόλοιποι), αλλά διότι συνολικά μου φάνηκαν λίγο κραυγαλέες. Εκτός κι αν φταίει η ηχητική μπάντα, με την οποία έχω μια προκατάληψη, στις ελληνικές ταινίες. Αλλά αυτό το έχω ξαναγράψει…
Σκηνοθεσία: Γιώργου Τσεμπερόπουλου
Με τους: Mανώλη Μαυροματάκη, Μαρία Ζορμπά, Γιώργο Γάλλο, Αντώνη Καρυστινό, Θανάση Παπαγεωργίου, Αριάδνη Καβαλιέρου.