«Η διαφορά μεταξύ του «ποτέ» και του «μόνο μια φορά», είναι η διαφορά μεταξύ καλού και κακού». Ο Ίβαν Λόκε είναι ένας απλός άνθρωπος, παντρεμένος με δύο παιδιά κι επιβλέπων μηχανικός σε κατασκευαστική εταιρία. Ένα βράδυ, κάτι που έκανε λίγους μήνες νωρίτερα θα γυρίσει να τον στοιχειώσει, και θα αναγκαστεί να πάρει αποφάσεις που θα αλλάξουν τη ζωή του και των ανθρώπων που αγαπά, για πάντα. Ταυτόχρονα απειλείται κι ένα έργο που έχει αναλάβει. Στην προσπάθεια του να κάνει το σωστό και να μην επαναλάβει τα λάθη του πατέρα του θα ρισκάρει τα πάντα: τη δουλειά του, τη φήμη του, την οικογένεια του, τη ζωή που πάλεψε τόσο σκληρά να χτίσει.
Ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Στίβεν Νάιτ, άρχισε να προβληματίζεται για τη φύση της κινηματογράφισης αμέσως μόλις ολοκλήρωσε το Hummingbird το 2012. «Αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα να απογυμνώσω την όλη διαδικασία- να την περιορίσω μόνο στα βασικά», εξηγεί ο ίδιος. «Η ιδέα είναι να βάλεις κάποιους ανθρώπους σε ένα δωμάτιο, να κλείσεις τα φώτα και να τους πείσεις να κοιτούν στην οθόνη και να δεσμευτούν με ό,τι βλέπουν». Ο υποψήφιος για Όσκαρ για το σενάριο του Βρώμικα Όμορφα Πράγματα το 2004, συνεχίζει: «Στο Locke, το ταξίδι είναι αληθινό. Κάποιος ξεκινά με μια δουλειά και οικογένεια, και στο τέλος του ταξιδιού δε του έχει μείνει τίποτα- κι όλα αυτά σε πραγματικό χρόνο».
Η ταινία είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου γυρισμένη σε ένα αυτοκίνητο. Το μόνο πρόσωπο που βλέπουμε είναι του Ιβάν, οι υπόλοιπες φωνές ακούγονται μόνο από το τηλέφωνο. Το σκηνικό είναι τα φώτα του δρόμου.
Η ιδέα για την ταινία προήλθε από μια σειρά δοκιμών που έκανε ο Νάιτ τραβώντας με μια κάμερα Alexa σε κινούμενο αυτοκίνητο. «Το αποτέλεσμα ήταν μαγικό. Αναρωτήθηκα αν θα μπορούσα να πω μια ολόκληρη ιστορία μέσα από ένα όχημα».
Μόλις πέντε εβδομάδες αφού ο Νάιτ είχε έτοιμο το πρώτο σενάριο, ξεκίνησαν τέσσερις ημέρες προβών πριν την πρώτη ημέρα γυρισμάτων το Φεβρουάριο του ’13.
Αποφασίστηκε πολύ νωρίς ότι όλες οι συνομιλίες θα καταγράφονταν ζωντανά ώστε να καταγράψουν τα συναισθήματα και τις διακυμάνσεις τους, παρά να ηχογραφηθούν σε στούντιο οι συνομιλητές. Στην αρχή είχαν σκεφτεί να ακολουθεί ένα μικρό λεωφορείο το όχημα του Τομ Χάρντυ, αλλά απορρίφθηκε σχεδόν αμέσως. Τελικά, οι ηθοποιοί τοποθετήθηκαν σε ένα ειδικά εξοπλισμένο δωμάτιο ξενοδοχείου, αρκετά κοντά στο σημείο που γινόντουσαν τα γυρίσματα με τον Τομ Χάρντυ. Υπήρχε τηλεφωνική γραμμή στο αυτοκίνητο, στο δωμάτιο κι άλλη μία για το σκηνοθέτη, ώστε να δίνει οδηγίες. Ο Χάρντυ φόραγε ακουστικό για να εξασφαλίσει ότι ακούει καθαρά.
Είχαν μόλις οχτώ ημέρες στα χέρια τους, εκ των οποίων οι έξι θα ήταν γυρίσματα μόνο με τον Τομ Χάρντυ, και φυσικά δεν είχαν την πολυτέλεια να πάει κάτι λάθος.
Το αυτοκίνητο που θα αποτελούσε το σκηνικό, ήταν μια BMW, από την οποία είχαν αφαιρεθεί οι ρόδες, και η οποία εξοπλίστηκε με τρεις RED Epic ψηφιακές κάμερες σε διαφορετικές γωνίες. «Είπα στους ηθοποιούς και στον Τομ ότι θα ήθελα να το αντιμετωπίσουν σα θεατρική παράσταση», εξηγεί ο Νάιτ. «Αν κάτι πάει λάθος το αντιμετωπίζετε και συνεχίζετε- και το έκαναν όλοι εξαιρετικά».
Σκηνοθεσία: Στίβεν Νάιτ
Με τους: Τομ Χάρντι, Ρουθ Γουίλσον, Άντριου Σκοτ, Τομ Χόλαντ, Ολίβια Κόλμαν, Μπιλ Μίλνερ, Μπεν Ντάνιελς
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ