Είδος: Δράμα
Σκηνοθεσία: Άνταμ Μακ Κέι
Παίζουν: Μπραντ Πιτ, Κρίστιαν Μπέιλ, Κάρεν Γκίλαν, Ράιαν Γκόσλινγκ, Σελένα Γκομέζ, Μαρίσα Τομέι, Στιβ Καρέλ, Μελίσα Λίο
Υπόθεση: Στα τέλη του 2008 έσκασε η φούσκα της αμερικάνικης κτηματαγοράς. Οι τιμές των σπιτιών, κατέρρευσαν μέσα σε ελάχιστους μήνες. Μαζί τους συμπαρέσυραν και την παγκόσμια οικονομία, οδηγώντας στη χειρότερη κρίση των τελευταίων 80 ετών.
Τέσσερις outsiders μικροεπενδυτές διαπιστώνουν αυτό που οι τράπεζες, τα ΜΜΕ και η αμερικανική κυβέρνηση αρνούνταν να δουν: την επικείμενη κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας. Έτσι, στο γενικευμένο αυτό, «κραχ» υπήρξαν και άτομα που ωφελήθηκαν και θησαύρισαν.
Κριτική: Το μεγάλο σορτάρισμα είναι θα έλεγα κάτι σαν prequel της ταινίας «99 σπίτια» που είδαμε πρόσφατα σχετικά, για τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται οι εξώσεις των δανειοληπτών που δεν μπορούν να πληρώσουν τις δόσεις τους, στις ΗΠΑ.
Εδώ, έχουμε το χρονικό της οικονομικής κρίσης που ξέσπασε στις ΗΠΑ όταν έσκασε η φούσκα των στεγαστικών δανείων, το σκάσιμο της οποίας το προέβλεπαν ορισμένοι ατσίδες, αλλά το Σύστημα (τραπεζικοί και κτηματομεσίτες) όχι μόνον δεν τους έδινε σημασία, αλλά τους χλεύαζε κιόλας, επειδή στοιχημάτιζαν (σορτάριζαν) σ’ αυτήν ακριβώς την αποτυχία, το επερχόμενο σκάσιμο της φούσκας. Ένας βρωμόστομος αναλυτής, ένας γιατρός με ταλέντο στα μακροοικονομικά, δυο νεαροί μικροεπενδυτές που κι ένας τραπεζίτης που αξιοποίησε προς ίδιον όφελος μια πληροφορία, κατάφεραν να βγουν κερδισμένοι από μια κατάρρευση που κανείς δεν είχε προβλέψει και η οποία κατάρρευση οδήγησε αργότερα σ’ αυτά που είδαμε στο «99 σπίτια».
Ο Στιβ Καρέλ (στο ρόλο του αναλυτή Μαρκ Μπάουμ), ο Κρίστιαν Μπέιλ (στο ρόλο του Δρ Μάικλ Μπέρι, του νευρολόγου – επενδυτή), o Μπραντ Πιτ (ο πρώην τραπεζικός Μπεν Ρίκερ) κι ο Ράιαν Γκόσλινγκ (ο Τζέρεντ Βένετ, ο άνθρωπος που πλασάρει την ιδέα για το σορτάρισμα στον Μπάουμ) με εμφανισιακό στυλ των ‘80s είναι πολύ καλοί στους ρόλους τους, κυνικοί με χιούμορ και αποφασιστικοί. Ενώ ο Ράιαν Γκόσλινγκ διανθίζει με περισσότερο χιούμορ την αφήγηση της ταινίας, η οποία βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο του Μάικλ Λιούις (εκδ. Παπαδόπουλος).
Τέλος, η σκηνοθεσία του Άνταμ Μακ Κέι διαθέτει νεύρο και παρακολουθεί τους ήρωες από κοντά, καταγράφοντας καταστάσεις και συμπεριφορές, χωρίς καταγγελτική πρόθεση, αλλά σε μια προσπάθεια να αποκαλύψει τι συνέβη και να ανοίξει τα μάτια των πολιτών. Νομίζω ότι τα καταφέρνει.
Θα πρότεινα, αν αντέχετε τις οικονομικές συγκινήσεις, να δείτε και τις δυο ταινίες (αυτή και τα «99 σπίτια»), ώστε να καταλάβετε ότι δεν αρκούν οι κυβερνήσεις με τα μεγάλα λόγια για να σωθεί μια χώρα, έτσι όπως είναι διαρθρωμένη η σημερινή οικονομία και ότι οι απλοί πολίτες θεωρούνται στατιστικές μονάδες και όχι άνθρωποι με ψυχή. Έτσι απλουστευμένα. Διότι ναι μεν ο κινηματογράφος τεχνικά είναι μια μεγάλη ψευδαίσθηση, αλλά στο βάθος αντικατοπτρίζει την κοινωνία μας. Ακόμα και όταν «πουλάει» επιστημονική φαντασία. Όπως λέει και μια φίλη, που συμφωνώ μαζί της: Δεν υπάρχει ταινία που να μην είναι πολιτική ή να μην κάνει πολιτική. Αυτά.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ