Από την έντυπη έκδοση της εβδομαδιαίας Αμαρυσίας, 26/02/2022
Η κρίση στην Ουκρανία και η πιθανότητα μιας ρωσικής εισβολής -τουλάχιστον έως την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές- εξακολουθεί να κρατά σε εγρήγορση την Ευρώπη και τον κόσμο όλο, αλλά και την κυβέρνηση στην Αθήνα. Οι λόγοι μάλιστα δεν είναι μόνον οι προφανείς, δηλαδή η ενεργειακή κρίση και το κλείσιμο της στρόφιγγας του ρωσικού φυσικού αερίου που μπορεί να φέρει μια πολεμική σύρραξη στη χώρα της Ανατολικής Ευρώπης. Είναι και διπλωματικοί, κι έχουν να κάνουν με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί ν’ αντιδράσει ανά πάσα στιγμή η Τουρκία είτε απέναντι στην Ελλάδα στο Αιγαίο είτε απέναντι στην Κύπρο.
Η δεύτερη εκδοχή ήταν αυτή που ώθησε επισήμως τον Κυριάκο Μητσοτάκη να καταδικάσει τις ενέργειες της Μόσχας στην Ουκρανία και να πει ανοιχτά πως παραβιάζουν το Διεθνές Δίκαιο, παρά το γεγονός ότι, όπως είναι γνωστό, η Ρωσία εξακολουθεί να έχει αρκετούς υποστηρικτές μεταξύ των Ελλήνων πολιτών. Την ίδια στιγμή, η κατάσταση στην οικονομία παραμένει κρίσιμη, λόγω των όσων συνεπάγεται σε μια ήδη επιβαρυμένη από το ξεκίνημα του χειμώνα αγορά ενέργειας μια ενδεχόμενη πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο Έλληνας πρωθυπουργός θέτει στους ομολόγους του το ζήτημα μιας στήριξης πανευρωπαϊκού επιπέδου και με τη σφραγίδα, ασφαλώς, της ΕΕ όσον αφορά στους καταναλωτές και ιδιαίτερα τους πιο ευάλωτους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν πλέον με… τρόμο τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και του φυσικού αερίου.
Η κατάσταση αυτή ωθεί παράλληλα και τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια σκληρή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και φόντο την ακρίβεια στην αγορά. Οι προτάσεις ωστόσο που πέφτουν στον τραπέζι από τον Αλέξη Τσίπρα απορρίπτονται ως ανεδαφικές από το κυβερνητικό στρατόπεδο και το μόνο βέβαιο είναι ότι η ένταση θα συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες. Ιδίως εάν επιβεβαιωθούν τα σενάρια που μιλούν για πρόωρες εκλογές εντός του 2022, εάν η ενεργειακή κρίση συνεχίσει να είναι παρούσα και το 2023 – όπως είναι και το πιθανότερο σενάριο αυτή τη στιγμή.